Όπως στα επιτραπέζια παιχνίδια, η κυβέρνηση έριξε μια μέτρια ζαριά και ξαναγύρισε στην αφετηρία. Ο πρωθυπουργός απείλησε με πρόωρες εκλογές αν δεν υπερψηφιστούν οι κυβερνητικοί υποψήφιοι στις περιφέρειες και στο τέλος έφερε ένα μέτριο αποτέλεσμα: το ΠΑΣΟΚ είναι πρώτο κόμμα αλλά με δέκα μονάδες λιγότερες από το 2009, πράγμα που σημαίνει ότι ούτε να θριαμβολογήσει μπορεί αλλά ούτε και να παραιτηθεί. Έτσι, ο κ.Παπανδρέου ξαναγύρισε εκεί που είχε μείνει: αντιμέτωπος με τα ίδια ακριβώς προβλήματα που αντιμετώπιζε τη παραμονή των εκλογών.
Γιατί το πραγματικό πρόβλημα της κυβέρνησης δεν είναι ούτε το όποιο αποτέλεσμα των αυτοδιοικητικών εκλογών, ούτε καν το μνημόνιο: είναι η ίδια. Το συγκεκριμένο μνημόνιο είναι μια πολύ κακή συμφωνία που υπέγραψε μια χώρα, η οποία όμως ζούσε πραγματικά πέρα από τις δυνάμεις της, δεν είχε σχέδιο επιβίωσης και ανάπτυξης και χρειάζεται ριζικές αλλαγές. Ολοι καταλάβαιναν ότι με κάποιον τρόπο έπρεπε να σουλουπωθεί. Γι' αυτό η πλειοψηφία των πολιτών επέδειξε ανοχή όταν η κυβέρνηση ανακοίνωσε τα δραστικα μέτρα λιτότητας, τα οποία παρουσιάστηκαν ως μονόδρομος.
Γρήγορα, όμως, αποδείχθηκε ότι ο μονόδρομος ήταν αδιέξοδο. Τα περιοριστικά μέτρα δεν συνδυάστηκαν με κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο εξόδου από την κρίση και ανάπτυξης, αφού μια ολόκληρη χώρα δεν μπορεί να λειτουργεί με ιδανικό πόσο θα πέσουν τα spreads στις «αγορές». Και με το πέρασμα των μηνών έγινε φανερό ότι η κυβέρνηση δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί την κρίση.
Γιατί για την κατάσταση στα νοσοκομεία έναν χρόνο μετά τις εκλογές, για το γεγονός ότι για να ανοίξεις ψιλικατζίδικο στην Ελλάδα είναι πιο δύσκολο από το να χτίσεις πυρηνικό εργοστάσιο στη Γερμανία, ότι σε πολλές εφορίες δεν υπήρχαν μέχρι πρότινος διευθυντές για να εισπράξουν τους φόρους ή ότι στην ΕΡΤ-3 της ρημαγμένης Θεσσαλονίκης παραμένει η ίδια αποτυχημένη διοίκηση, δεν ευθύνεται ούτε το μνημόνιο, ούτε το ΔΝΤ, ούτε η τρόικα ή ο κακός μας ο καιρός: ευθύνεται η παροιμιώδης ανεπάρκεια της μεγάλης πλειοψηφίας των μελών ενός από πολυπληθέστερα υπουργικά συμβούλια στην ιστορία της χώρας.
Η ίδια ανεπάρκεια εκφράστηκε και στην περίπτωση των αυτοδιοικητικών εκλογών. Λες και δεν έχουν καταλάβει τι μέτρα είχαν πάρει με τις περικοπές μισθών, συντάξεων κ.λπ., οι κυβερνητικοί αρμόδιοι πίστευαν το καλοκαίρι ότι θα κερδίσουν τουλάχιστον 10 από τις 13 περιφέρειες. Τον Σεπτέμβρη δήλωσαν ότι οι εκλογές δεν είχαν άλλο διακύβευμα πέρα από τον «Καλλικράτη» και ύστερα η κυβέρνηση κοιμήθηκε για ενάμιση μήνα, βοηθούντος και του ανασχηματισμού του Σεπτεμβρίου, με τον οποίο έμπλεξαν τα μπούτια τους. Όταν ξύπνησαν στα μέσα Οκτώβρη και είδαν τον Δημαρά να περνάει στον δεύτερο γύρο πανικοβλήθηκαν, με αποτέλεσμα να θέσουν το δίλημμα «ή μας ψηφίζετε ή χάος».
Ενός κακού, μύρια έπονται. Η πόλωση ίσως βοήθησε τους υποψηφίους του ΠΑΣΟΚ αλλά βοήθησε και τη ΝΔ, που νεκραναστήθηκε σαν να υπάρχει Λάζαρος και στην πολιτική. Το μέτριο εκλογικό αποτέλεσμα έχει βγάλει πλέον το τζίνι των πρόωρων βουλευτικών εκλογών από το μπουκάλι, δηλαδή ό,τι χρειαζόταν λιγότερο μια χώρα που έχει ανάγκη να δουλέψει και να οργανωθεί, αντί να εκλογολογεί. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, το περίφημο δίλημμα της διακαναλικής έφερε σε δύσκολη θέση τις δυνάμεις της αλλαγής στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
Στην πρώτη, που ιδιαίτερα μας ενδιαφέρει, το δίλημμα «μνημόνιο ή κυβέρνηση» είναι πέρα ως πέρα ύπουλο και παραπλανητικό. Ζούμε σε μια πόλη όπου η ζωή χειροτερεύει εμφανώς, βδομάδα με τη βδομάδα. Δεν έχει καμία σημασία αν ο κ. Κακλαμάνης είναι υπέρ του μνημονίου, του Παναθηναϊκού ή του θαλάσσιου ελέφαντα. Το γεγονός είναι ότι μέσα σε τέσσερα χρόνια έχει αποτύχει παταγωδώς και η επανεκλογή του θα σημάνει επικύρωση της χρεοκοπίας. Αν στην πρώτη θητεία του έκανε την πόλη πιο βρόμικη, απολίτιστη και αβίωτη από ποτέ, στη δεύτερη θα πρέπει να μετακομίσουμε. Ε, λοιπόν, δεν θέλουμε ν' αλλάξουμε πόλη. Ας αλλάξουμε τον δήμαρχο.
σχόλια