Τα τελευταία χρόνια ξαναεκτιμούμε τη σημασία των προσώπων. Ίσως γιατί βλέπουμε πόσο πολύ κοστίζουν στις δημοκρατίες της κρίσης ο χαμηλός ορίζοντας, η πνευματική πενία, οι χλωμές προοπτικές. Και γιατί πολλούς τους έχει αηδιάσει πια ο αφρός και οι φούσκες της επικοινωνιακής εποχής.
Δεν μιλώ μόνο για πολιτικούς ηγέτες, αν και από αυτούς κρίνονται τα πιο σημαντικά για όλους μας. Ο λόγος αφορά και τους διανοούμενους, τους δημόσιους στοχαστές, τις καλλιτεχνικές προσωπικότητες.
Διάβασα πρόσφατα κάποια μεγάλα αφιερώματα στον Μισέλ Ροκάρ, Γάλλο πολιτικό με ιδέες και ισχυρό αποτύπωμα στο κόμμα του και στη χώρα του, που πέθανε προ ημερών. Μεγάλη προσωπικότητα, αναμφισβήτητα. Με τα εφόδια και τις ανεπάρκειες, τις καλές και τις αδύναμες στιγμές μιας πυκνής, πολιτικής βιογραφίας. Συγχρόνως, όμως, συναντά κανείς και έναν ολόκληρο κόσμο με πεποιθήσεις, αναζητήσεις και πρωτοβουλίες. Τον αντιαποικιοκρατικό αγώνα, την ιδέα της αυτοδιαχείρισης, τον οικονομικό ρεαλισμό, τη συνειδητοποίηση της κλιματικής αλλαγής και την πραγματική πολιτική οικολογία: όλα αυτά σε ένα και μόνο πολιτικό μέγεθος και μια ζωή –αυτή του Ροκάρ– που κερδίζει τον θαυμασμό των μεταγενέστερων.
Το πολιτικό πρόβλημα της εποχής είναι και μια κακή εναλλαγή ρόλων. Από τη μια πολιτική ασημαντότητα. Και από την άλλη, η παραπλανητική έξοδος από την ασημαντότητα μέσα από θορυβώδεις, τυχοδιωκτικές και γραφικές φιγούρες που ισχυρίζονται ότι αφουγκράζονται τον λαό.
Και τι να πει κανείς για τη Βρετανία μετά το δημοψήφισμα; Το Brexit αποκάλυψε το βάρος και το ιστορικό αισθητήριο του κάθε πολιτικού. Το αν μια προβεβλημένη φιγούρα ήταν απλώς ένα επιτηδευμένο στυλ ή είχε υπόσταση, διαθέτοντας πολιτική κρίση και στόφα ηγέτη. Το αν μπορούσε να ενσαρκώνει ιδέες ή αν ανέμιζε απλώς catchy φράσεις για να παγιδεύει το λαϊκό συναίσθημα.
Ξέρουμε, φυσικά, πως οι μεγάλες και ανώνυμες δυνάμεις βάζουν όρια στη δράση των προσώπων. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς μαρξιστής για να πει το όνομα City, πολυεθνικές, τράπεζες κ.λπ. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ριζοσπάστης για να καταλάβει τη σημασία της παγκοσμιοποίησης και τις τεκτονικές αλλαγές στη δομή του κόσμου μας. Ο Αλέξης ντε Τοκβίλ έγραφε στην εποχή του ότι υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να πας από τη μια αυταπάτη στην άλλη: από την πίστη στην παντοδυναμία της βούλησης (και των προσώπων) να περάσεις στην άποψη ότι τα πρόσωπα είναι απλώς τα τυχαία προϊόντα της ιστορικής περίστασης.
Στις περιόδους κρίσεων, λοιπόν, βλέπουμε πόσο μετράει το ανάστημα των ανθρώπων. Το δοκιμάζουμε, εδώ και καιρό, στην Ευρώπη, όπου, με λίγες εξαιρέσεις, η πολιτική ικανότητα έχει καταντήσει συνώνυμο της σκέτης εξουσιαστικής επιβίωσης, χωρίς να αφήνει κάτι πίσω της. Το βλέπουμε σε άχρωμους κεντρώους που κανείς δεν μπορεί να θυμηθεί το όνομά τους, σε επηρμένους και τυχοδιώκτες νεο-αριστερούς, σε δεξιούς χωρίς περιεχόμενο.
Θα πει κανείς ότι οι σύγχρονοι πολιτικοί έχουν να αντιμετωπίσουν δυνάμεις που τους ξεπερνούν. Ζούμε παγκόσμιους κλονισμούς του καπιταλισμού, την κάμψη της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, τη ραγδαία υποχώρηση του παραδείγματος που έκανε τη μεσοαστική, καταναλωτική ευημερία θεμέλιο της σταθερότητας. Σύμφωνοι. Μια βαθιά κρίση δεν μπορεί να ξεπεραστεί από μεμονωμένους ηγέτες ούτε από κάποιες φωτισμένες ελίτ. Αυτή θα ήταν μια αφελής και πολύ συντηρητική εκδοχή της πίστης στις προσωπικότητες και στην καταλυτική επίδραση που μπορεί να έχουν για τη λύση των προβλημάτων.
Υπάρχει, παρ' όλα αυτά, ένα θέμα με τα πρόσωπα. Αν η μεσσιανική εποχή της πολιτικής ανήκει στο παρελθόν, το μέλλον δεν μπορεί να είναι οι απλοί τεχνικοί της εξουσίας και τα γραφεία συμβούλων. Ούτε για διάφορους επιτήδειους Μπαρόζο που δεν έχουν την παραμικρή συναίσθηση του συμβολισμού και του παραδείγματος στην πολιτική. Χρειάζονται, αντίθετα, αυτοί/αυτές που θα ενσαρκώσουν μια «ορισμένη ιδέα για τη χώρα τους», ερμηνεύοντας σωστά τη συγκυρία και τη δυναμική των πραγμάτων.
Το πολιτικό πρόβλημα της εποχής είναι και μια κακή εναλλαγή ρόλων. Από τη μια πολιτική ασημαντότητα. Και από την άλλη, η παραπλανητική έξοδος από την ασημαντότητα μέσα από θορυβώδεις, τυχοδιωκτικές και γραφικές φιγούρες που ισχυρίζονται ότι αφουγκράζονται τον λαό. Από τη μια είναι η πληκτική ουδετερότητα που βυθίζεται στα δημοσιονομικά σχεδιαγράμματα, και από την άλλη διάφορες προσπάθειες να δοθεί ζωή στην πολιτική, μέσα από λαϊκισμούς και μικρούς «Καίσαρες».
Αν δεν σπάσει, όμως, αυτή η θλιβερή εναλλαγή ρόλων και δεν αναδειχθούν καινούργια πρότυπα, το πράγμα θα επιδεινωθεί. Και τότε, τα πιο φωτισμένα και ικανά πρόσωπα θα γίνονται άμεσα αναλώσιμα. Πριν καν κατορθώσει να δράσει κανείς, θα έχει ακυρωθεί ως πρόσωπο. Αυτός είναι και ο κίνδυνος της παρατεινόμενης, αμοιβαδοειδούς κρίσης: η ολική έκλειψη της εμπιστοσύνης στο άστρο της πολιτικής. Μπορεί να το αποφύγουμε;
σχόλια