Ενας πρώην υπάλληλος του κέντρου φιλοξενίας ανθρώπων με νοητική στέρηση οπλισμένος με μαχαίρια σκότωσε 19 ανθρώπους και τραυμάτισε 25 σήμερα στο Τόκιο σε μία από τις μεγαλύτερες ομαδικές δολοφονίες στην μεταπολεμική Ιαπωνία.
Η επίθεση πραγματοποιήθηκε στις πρώτες πρωινές ώρες της Τρίτης. Ο Σατόσι Ουεματσού, 26 ετών, έσπασε το τζάμι ενός παραθύρου και μπήκε στο κτίριο. Σύμφωνα με το τηλεοπτικό δίκτυο NTV, πριν ξεκινήσει το μακάβριο έργο του έδεσε τα μέλη του προσωπικού.
Λίγη ώρα μετά παραδόθηκε στην αστυνομία. «Οι ανάπηροι πρέπει να εξαφανισθούν», δήλωνε σύμφωνα με τα ιαπωνικά μέσα ενημέρωσης.
«Κρατούσε κουζινομάχαιρα και άλλα μαχαίρια βουτηγμένα στο αίμα», εξήγησε ένας εκπρόσωπος της περιφέρειας της Καναγκάουα, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου.
Τα θύματα είναι 9 άνδρες και 10 γυναίκες, ηλικίας 18 έως 70 ετών. Οι 25 τραυματίες, μεταξύ των οποίων 20 φέρουν βαριά τραύματα, έχουν μεταφερθεί σε έξι διαφορετικά νοσοκομεία.
«Οι ασθενείς είναι πολύ σοκαρισμένοι, δεν μπορούν να μιλήσουν», δήλωσε στο AFP ένας γιατρός του κέντρου.
Η σφαγή έγινε σε μία ορεινή τοποθεσία της πόλης Σαγκαμιχάρα, που βρίσκεται σε απόσταση 50 χιλιομέτρων από την ιαπωνική πρωτεύουσα.
Το τεράστιο κέντρο, το Τσουκούι Γιαμαγιούρι-εν, αποτελείται από δύο κυρίως κτίρια τα οποία στεγάζουν 150 άτομα. Περιλαμβάνει επίσης μία πισίνα και ένα γυμναστήριο.
Ο δράστης εργαζόταν μέχρι πρόσφατα στο κέντρο αυτό, από το οποίο έφυγε τον Φεβρουάριο για αδιευκρίνιστους λόγους. Είχε απολυθεί και ήταν οργισμένος από το γεγονός αυτό, σύμφωνα με ιαπωνικά μέσα ενημέρωσης.
Οι γείτονές του δεν έκρυψαν την έκπληξή τους. «Είναι χαμογελαστός και μας χαιρετάει πάντα. Φαινόταν καλό παιδί». σύμφωνα με το τηλεοπτικό δίκτυο NHK , μελετούσε για να γίνει δάσκαλος.
Η τραγωδία είναι μία από αιματηρότερες στην Ιαπωνία από το 1938, όταν ένας άνδρας με τσεκούρι, ένα σπαθί και ένα τουφέκι είχε σκοτώσει 30 ανθρώπους, πριν αυτοκτονήσει.
Οι ομαδικές δολοφονίες είναι σπάνιες στην Ιαπωνία, που διαθέτει μία πολύ αυστηρή νομοθεσία για την οπλοκατοχή και σχετικά χαμηλά ποσοστά εγκληματικότητας. Ωστόσο, περιστατικά τυφλής βίας ή φονικού αμόκ εμφανίζονται περιστασιακά στη χώρα.
Τον Ιούνιο 2008, 28χρονος άνδρας, οπλισμένος με μαχαίρι και στο τιμόνι φορτηγού έσπειρε τον πανικό στην περιοχή Ακιχαμπάερα του Τόκιο, κτυπώντας και στη συνέχεια μαχαιρώνοντας πεζούς. Επτά άνθρωποι είχαν χάσει τότε τη ζωή τους και 10 είχαν τραυματισθεί. Ο δράστης καταδικάσθηκε σε θάνατο.
Λίγα χρόνια νωρίτερα, τον Ιούνιο 2001, άνδρας εισέβαλε σε δημοτικό σχολείο της Ικέντα, στα περίχωρα της Οζάκα , και σκότωσε με μαχαίρι οκτώ παιδιά.
Σε διαφορετικό πλαίσιο εντάσσεται η επίθεση με το αέριο σαρίν στο Τόκιο στις 20 Μαρτίου 1995, όταν μέλη της σέκτας Αούμ Σινρικίο είχαν πραγματοποιήσει επίθεση στο μέτρο της ιαπωνικής πρωτεύουσας. Αυτή η επίθεση προκάλεσε τον θάνατο 13 ανθρώπων και έπληξε , σε κάποιες περιπτώσεις με μόνιμες συνέπειες, 6.300 άτομα.