Η αναδρομική της ΜπίαςΝτάβου στο ΕΜΣΤ είναι μια από τις πιοσημαντικές εκθέσεις στην πόλη αυτήν τηστιγμή (ίσως και τα τελευταία χρόνια).Ύστερα από τη δωρεά του έργου της απότο γιο της καλλιτέχνη Ζάφο Ξαγοράρη στοΕΜΣΤ το 2002, ήταν μια έκθεση που έπρεπεεδώ και χρόνια να έχει γίνει και πουτώρα μάλλον βρέθηκαν η κατάλληλη στιγμήκαι ο χώρος για να πραγματοποιηθεί. Μιασειρά από σχέδια, φωτοτυπίες, δοκιμές,κολλάζ, εφήμερες (τουλάχιστον στο ύφος)γλυπτικές εγκαταστάσεις, ανάμεσα σεάλλα, στον καινούργιο χώρο του ΕΜΣΤπροδίδει τον ιδιοσυγκρασιακά ποιητικόκαλλιτεχνικό χαρακτήρα της Ντάβου καισε κάνουν να αναρωτιέσαι για την τόσοκαίρια διαχρονικότητα της «σημαντικήςκαλλιτεχνικής δημιουργίας». Ταυτόχρονα,η διαδρομή που διαλέγει πάνω στις τομέςδιαφορετικών «επιστημών» και κυρίωςτης μαθηματικής λογικής με την ποίησηκαι την εικαστική δημιουργία και οσχεδόν αυτόματος και γεμάτος συναίσθηματρόπος με τον οποίο διεκπεραιώνει κάτιτέτοιο ενισχύουν την εναρμόνιση με τησημερινή διεπιστημονικότητα (τηνκαραμέλα της τελευταίας δεκαετίας στογενικότερο χώρο της δημιουργίας,). Ταέργα μοιάζουν σχεδόν σαν να έχουν γίνειχθες, παρόλο που φέρουν πάνω τους έντονατις αναζητήσεις του 1970 για την αμφισβήτησητου καλλιτεχνικού αντικειμένου και τηνπροώθηση, σε πρώτο πλάνο, της διαδικασίαςτης δημιουργίας μαζί με τα διαφορετικάστάδια καλλιτεχνικής ζύμωσης που αυτήπεριέχει. Ίσως, και αυτό που βλέπουμεαπό την Ντάβου (και άλλες σπάνιεςπεριπτώσεις ανά τον κόσμο) να είναι ηεπιτομή της avant-guard(εμπροσθοφυλακή). Μια καλλιτεχνικήδημιουργία φαινομενικά ήσυχη, αβίασταδημιουργική, ανολοκλήρωτη και πειραματικήστο ύφος της, χωρίς φανφάρες (grandnarratives) ή απόλυτακωδικοποιημένα κοινωνικά πολιτικάτσιτάτα. Μια δημιουργία χωρίς την αγωνίατου «ανήκειν» σε περιοριστικέςκατηγοριοποιήσεις, με μια αναμφισβήτητηελευθερία και καλλιτεχνική αφοσίωσησε αυθεντικές προθέσεις, μαζί με μιαπειραματική διάθεση και περιέργεια γιατην ουσιαστική ανακάλυψη νέων πτυχώνσε οτιδήποτε, ακόμη και στον ίδιο τονεαυτό της.
Η Μπία Ντάβου υπήρξεένας από αυτούς τους καλλιτέχνες πουκατάφερε να μιλήσει με τα δικά του λόγιακαι όχι με δανεικά, προκειμένου νααγγίξει την πρωτοπορία. Και εάν ακόμηαυτά συνέπεσαν «οργανικά» με διαφορετικέςφωνές ανά τον κόσμο, πρόκειται περισσότερογια διάλογο. Μια συνομιλία ανάμεσα σειδιαίτερα ευαίσθητους ανθρώπους πουεπηρεαζόταν ταυτόχρονα με παρόμοιουςτρόπους από την πραγματικότητα τηςεποχής και ένιωθαν την άμεση ανάγκη νατα εκφράσουν. Το έργο της, όπως συμβαίνειπάντα με την πρωτοπορία, το αληθινάδιαφορετικό -παρά τους θερμούςυποστηρικτές, και περισσότερο από όλουςτον Μάνο Παυλίδη και την Έπη Πρωτονοταρίουτης γκαλερί ΔΕΣΜΟΣ- ίσως να ξένισε τηνεποχή που το πρωτοπαρουσίασε. Ίσως καιλόγω των χαμηλών τόνων προσωπικότητάςτης (ιδίωμα κάποτε των αυθεντικώνδημιουργών) να μην της δόθηκαν ποτέ όσοήταν εν ζωή οι δάφνες που της άξιζαν.Όχι πως δεν είχε το σεβασμό ή τηναναγνώριση που της άρμοζαν, στον ελλαδικότουλάχιστον χώρο. Όμως πάντα αναρωτιόμουντι είναι αυτό που συνέβαλε ώστε ταΔιαγράμματα και τα Κυκλώματα της Ντάβου(στα οποία διαπραγματεύεται τις έννοιεςτους ψηφιακού προγραμματισμού, τουsoftware και του hardwareστις αρχές του 1970) ή ακόμη και οι Σειριακέςτης Δομές της επόμενης εποχής μέχρι τηναπελευθερωτική εικαστική μετουσίωσηόλων των προηγούμενων στον Επιτάφιοκαι στα σχέδια του 1990 να μη συζητιούνταιισάξια ανάμεσα στα διαφορετικά έργατέχνης, που επέφεραν τομές στο διεθνήχώρο της τέχνης. Όσο και εάν ακούγεταιπαρατραβηγμένο, εάν υπήρχε έναςκαλλιτέχνης η δουλειά του οποίου θαμπορούσε να σταθεί ανάμεσα σε άλλα ιεράτέρατα της ύστερης μοντερνικότητας,δεν θα μπορούσα να σκεφτώ άλλο από τηνΜπία Ντάβου.
Τώρα πια που οι άνθρωποιτης τέχνης κινούνται περισσότερο καιπου το ΕΜΣΤ καλύπτει αυτό το έλλειμμαμε μια πολύ εύστοχη σειρά εκθέσεωνμε άξονα την ανάδειξη του χρονικούβάθους της σύγχρονης τέχνης στην Ελλάδα,ας ελπίσουμε πως το έργο της Ντάβου θα«ταξιδέψει» και θα συμπληρώσει κάποιοκενό στην παγκόσμια ιστορία της τέχνης.Αν αυτή η έκθεση δεν συμπληρώσει τουςεπισκέπτες που τις αξίζουν, τότε τοφταίξιμο για την έλλειψη του πολιτισμούστην Ελλάδα, αυτό για το οποίο γκρινιάζουμε,είναι απόλυτα δικό μας. Διότι σε αυτήτην περίπτωση η δουλειά είναι εξαιρετική,τόσο της Μπίας Ντάβου όσο και τηςπρωτοβουλίας και επιμέλειας της έκθεσηςαπό το ΕΜΣΤ.