Πλεκτά, ρίγες, χρώμα, πολύ χρώμα, κάποτε κι ανυπόφορα εκτυφλωτικό, αλλά κυρίως πλεκτά: στη Sonia Rykiel οι γυναίκες - και η μόδα - χρωστούν το ότι τις συμφιλίωσε με τα μάλλινα, ανακαλύπτοντας την πιο φιλική για το ευαίσθητο γυναικείο δέρμα, εκδοχή τους. Τα μαλακά πουλόβερ, αυτά που δεν αγρίευαν το δέρμα στα πρώτα λεπτά της επαφής, ήταν μια δική της απαίτηση που τελικά έγινε αυτοκρατορία, με την υπογραφή της, φυσικά.
Όταν στα 60s και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της αναζητούσε ένα μαλακό πουλόβερ για να ζεσταθεί, δεν θα ήταν η πρώτη που θα διαπίστωνε ότι ο κόσμος των πλεκτών ήταν φτιαγμένος αποκλειστικά για άντρες και για γυναίκες, που θα άντεχαν τις ζακέτες που "τσιμπούσαν". Θα ήταν, όμως, η πρώτη που θα αποφάσιζε να απευθυνθεί σε έναν από τους προμηθευτές του συζύγου της στη Βενετία, για να φτιάξει πλεκτά, που θα "αγαπούσαν" το γυναικείο σώμα και ταυτόχρονα θα το κολάκευαν.
Και μετά ήταν και το πάθος της με το χρώμα: γιατί ο χειμώνας έπρεπε να εκπροσωπείται στη γυναικεία γκαρνταρόμπα μόνο από μονοσήμαντα μαύρα, γκρι, καφέ, στην καλύτερη περίπτωση μπλε ρούχα; Χώρος για φούξια, κίτρινα, κόκκινα, στις πιο φωτεινές αποχρώσεις τους, στις πιο glossy υφές τους, υπήρχε; Γιατί όχι, λοιπόν;
Η σφήνα της στον χώρο της μόδας από εμπορικής άποψης συνέβη εύκολα. Στο μικρoμέγαλο σύμπαν της μόδας - ξέχειλο από κακότητα και μικροπρέπειες - όχι και τόσο. Παρά τις αριστοκρατικές καταβολές και το ιδιαίτερο παρουσιαστικό της με τα φουντωτά κόκκινα μαλλιά και τα διεισδυτικά πράσινα μάτια, παρά την εμπορική επιτυχία των προϊόντων που σχεδίαζε, πολλά εκ των οποίων αφιερωμένα στη μητρότητα και στην περίοδο που το γυναικείο σώμα υφίσταται κάθε λογής αλλαγή, η ιδιαίτερη αισθητική της δεν έγινε εύκολα αποδεκτή.
Οι οριζόντιες ρίγες σε πουλόβερ, που εξ ορισμού παχαίνουν, και σε φορέματα, αυτά που τα μέλη της fashion κοινότητας αποκαλούν 'bodycon', με θράσος ακύρωναν τους κανόνες που προέκυπταν από την haute couture, συχνά στραγγαλίζοντας το γυναικείο σώμα και στερώντας του πρόσβαση σε ρούχα που μέχρι και σήμερα θεωρούνται δύσκολα για τους περισσότερους γυναικείους σωματότυπους. Και μετά όλες αυτές οι ιδέες για φτερά, πούπουλα, παγιέτες, ακόμη και πάνω σε παχιά πουλόβερ, μπουτονιέρες, ακόμη και πάνω σε σχέδια και ρίγες; Δεν ήταν τόσο εύκολα τα πράγματα στην αρχή, ακόμη κι αν από την αρχή η αισθητική της Rykiel είχε κάτι να πει σε γυναίκες αναμφισβήτητης κομψότητας, όπως η Audrey Hepburn.
Άλλωστε, κομψότητα δεν είναι πάντα και αδιαπραγμάτευτα η συμμετρία και το επιμελές ταίριασμα χρωμάτων και υλικών: μπορεί να είναι και μια σταγόνα τρέλας και ακανόνιστης χάρης, όπως αυτήν με την οποία η Rykiel έντυνε τις κούκλες στη βιτρίνα του Grande Maison de Blanc μόλις στα 17 της. "Μια λεπτομέρεια μπορεί να κάνει τη διαφορά. Μία τσέπη σε ένα αναπάντεχο σημείο του ρούχου, ένα λουλούδι που ξεφυτρώνει στο απολύτως μη αναμενόμενο σχέδιο", είχε πει με την αιώνια γαλλική προφορά της πριν από λίγα χρόνια στη "Herald Tribune" και ενώ το Μουσείο Μόδας των Παρισίων γιόρταζε τα 40 χρόνια προσφοράς της, όχι μόνο στη μόδα, αλλά στον τρόπο με τον οποίο επηρέασε τις ενδυματολογικές απόψεις γυναικών: κυρίως εκείνων που δεν χωρούσαν ούτε στα αυστηρά πατρόν της υψηλής ραπτικής ούτε στην κλασική, κλασικιστική σχεδόν, αντίληψη τους για το τι είναι ωραίο.
"Ναι, γιατί υπάρχει και μια άλλη γραμμή στη Γαλλική μόδα, παράλληλη με αυτή του Yves Saint Laurent, του Dior και του Givenchy, παράλληλη, αλλά και τόσο διαφορετική. Είναι η γραμμή που είχε το όνομα της", λέει στο LIFO.gr η fashion editor, Margarete Cruzemark και συνεχίζει: "Ήταν μια γυναίκα που αντιλαμβανόταν ότι η προσωπική της ανάγκη για μια «απελευθερωτική μόδα» , χωρίς τις αυστηρές γραμμές των πιο compact υφασμάτων που χρησιμοποιούν οι μεγάλοι οίκοι μόδας, είναι κάτι που πρέπει να εδραιωθεί σαν must σε μια γκαρνταρόμπα. Αυτό και τα χρώματα. Η ίδια, κατά τη διάρκεια της παραγωγικής διαδικασίας των ρούχων της πέρασε στιγμές αμφισβήτησης της δημιουργικότητάς της, γιατί θεωρεί πως αυτά που φτιάχνει είναι πολύ συμβατικά και ταιριαστά στην κουλτούρα του μεγαλοαστικού ονείρου που υπηρετεί κατά κύριο λόγο η μόδα. Όπως έλεγε και η ίδια "πάντα επεδίωκα ένα airplane-style, travel-style, luggage-style. Έβλεπα τον εαυτό μου σαν μια γυναίκα που βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση που με περιβάλλουν όλη την ώρα βαλίτσες και παιδιά. Έτσι, οραματίστηκα "kangaroo-clothes," ρούχα που διπλώνονται, μαζεύονται και μεταφέρονται εύκολα, ρούχα χωρίς σωστή και λάθος πλευρά, ρούχα χωρίς ποδόγυρο. Ρούχα που θα φοριούνται την ημέρα και θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν, με μια κίνηση, για το απόγευμα. Έτσι, έβαλα την μόδα στην άκρη, για να δημιουργήσω μια «όχι μόδα» ("non-fashion.")".
Τη "βασίλισσα των πλεκτών" έχει από χρόνια διαδεχθεί στην οικογένεια, η κόρη της, Nathalie, η οποία ήδη από τη δεκαετία του '90 την καλλιτεχνική διεύθυνση του οίκου Sonia Rykiel. Όπως η ίδια συνήθιζε να λέει, ήταν "βασίλισσα των πλεκτών", χωρίς να μάθει ποτέ να πλέκει. "Απλώς ήμουν καλή κλέφτρα. Πήγαινα να παρακολουθήσω την Traviata και το ίδιο βράδυ οι συνεργάτες του μπορεί να πήγαιναν στους Be Gees. Την επόμενη μέρα ξέραμε ότι θα προκύψει μία συλλογή που θα είχε οπερετικά στοιχεία και λίγο ροκ. Ή το αντίστροφο. Όμως, ήταν υπέροχα", είχε πει σε μια συνέντευξη της στη γαλλική τηλεόραση πριν από αρκετά χρόνια.
Εκεί, είχε αποκαλύψει ότι κάθε μέρα έλεγε στον εαυτό της ότι θα τα παρατήσει. Δεν τα παράτησε ούτε όταν διαγνώστηκε με Πάρκινσον. Μίλησε με θάρρος γι' αυτό σε ένα από τα βιβλία της, που αυτή τη φορά δεν ήταν παιδικό παραμύθι, το "N'oubliez Pas Que Je Joue" (μτφ.: "Μην ξεχνάτε πως είναι ένα παιγνίδι").
σχόλια