Οι Ιταλοί αποφάσισαν πως η συνταγματική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης δεν θα γίνει νόμος ωθώντας παράλληλα τον Ρέντσι σε παραίτηση, κάτι που είχε δεσμευθεί να πράξει αν χάσει αυτή την κρίσιμη αναμέτρηση.
Υπέρ του «όχι» τάχθηκε το 59,18% των ψηφοφόρων και του «ναι» το 40,12% μετατρέποντας το δημοψήφισμα σε μια βαριά ήττα για τον πρωθυπουργό της χώρας ο οποίος μια ώρα μετά τα πρώτα exit polls και ενώ είχε αρχίσει η καταμέτρηση των ψήφων, ανακοίνωσε με διάγγελμα την παραίτησή του.
«Αναλαμβάνω την ευθύνη της ήττας», δήλωσε ο Ματέο Ρέντσι.«Αύριο το απόγευμα θα συγκαλέσω συνεδρίαση του τελευταίου υπουργικού συμβουλίου και θα ανέβω στο προεδρικό μέγαρο να παραιτηθώ», πρόσθεσε. Έδωσε την διαβεβαίωση ότι η κυβέρνησή του θα δουλέψει, πριν παραιτηθεί, για την τελική έγκριση του προϋπολογισμού του 2017 και για τα τελευταία μέτρα υπέρ των σεισμοπαθών».
«Έχασα και το λέω με δυνατή φωνή: έκανα ό,τι μπορούσα, αλλά με την ήττα δεν μπορείς να σφυρίζεις αδιάφορα», τόνισε ο Ιταλός κεντροαριστερός πρωθυπουργός. Ευχαρίστησε τη σύζυγό του Ανιέζε και τα παιδιά του, με έντονη συγκίνηση. «Για να αλλάξουμε το πολιτικό σύστημα, δεν μπορούμε να μείνουμε γραπωμένοι στις καρέκλες μας», δήλωσε ο Ρέντσι, και εξήγησε ότι «οι ηγέτες του μετώπου του όχι θα πρέπει να αναλάβουν, τώρα, την πρωτοβουλία για την έγκριση νέου εκλογικού νόμου». «Μπορεί να χάσει, κανείς, ένα δημοψήφισμα, αλλά η χώρα μας είναι η ωραιότερη του κόσμου», είπε, παράλληλα, ο επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος.
Η συμμετοχή των ψηφοφόρων στο χθεσινό δημοψήφισμα ήταν εντυπωσιακή: 68,4%, περισσότεροι από τις Ευρωεκλογές τoυ 2014.
Σήμερα, όλα τα βλέμματα στρέφονται στην Ιταλία και οι σχολιαστές διερωτώνται τι φέρνει η επόμενη μέρα. Τα Πέντε Αστέρια, η Λέγκα του Βορρά και ένα μεγάλο μέρος της Φόρτσα Ιτάλια ζήτησαν να οδηγηθεί άμεσα η χώρα σε πρόωρες εκλογές. Όμως τα στελέχη της αριστερής πτέρυγας του Δημοκρατικού Κόμματος θεωρούν ότι μπορεί να συσταθεί νέα κυβέρνηση με διαφορετικό πρωθυπουργό.
Όλοι γνωρίζουν, παράλληλα, ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Σέρτζιο Ματαρέλα είναι υπέρμαχος της πολιτικής σταθερότητας. Θα εξακριβώσει, πρώτα απ' όλα, αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία νέας κυβέρνησης με πρωθυπουργό ένα στέλεχος της κεντροαριστεράς ή ένα πρόσωπο ευρύτερης αποδοχής.
Αν αυτό δεν καταστεί δυνατό, πριν από την προσφυγή στις κάλπες θα πρέπει - ούτως ή άλλως- να συμφωνηθεί και να ψηφισθεί νέος εκλογικός νόμος, από τη στιγμή που ο σημερινός βασίζεται στην απλή αναλογική για την γερουσία, ενώ σε ό,τι αφορά τη βουλή, προσφέρει σημαντικό μπόνους εδρών στο πρώτο κόμμα. Kύριος στόχος, βέβαια, είναι να αποφευχθεί και η επικίνδυνη άνοδος του σπρεντ, όπως και να προστατευθούν οι ιταλικές τράπεζες που συνεχίζουν να χρειάζονται ανακεφαλαιοποίηση, αρχίζοντας από την Monte dei Paschi di Siena.
«Θεωρητικά, o Ρέντσι θα μπορούσε να κερδίσει ψήφο εμπιστοσύνης στο κοινοβούλιο, είτε με την τρέχουσα πλειοψηφία του ή με ένα νέο που θα συμπεριλαμβάνει τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι και το Forza Italia. Αλλά κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου του, ο Ρέντσι φάνηκε με τα λεγόμενά του να αποκλείει αυτό το ενδεχόμενο», σημειώνει ωστόσο ο Guardian εκτιμώντας πως το σενάριο κυβέρνησης τεχνοκρατών είναι το επικρατέστερο για την ώρα. Τρίτο και λιγότερο επικρατέστερο σενάριο είναι σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα η άμεση διάλυση του κοινοβουλίου και οι εκλογές.
Η Ιταλία είναι μια «ισχυρή χώρα» η οποία μπορεί να αντιμετωπίσει την περίοδο αβεβαιότητας που προκλήθηκε από την παραίτηση του Ιταλού πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι, μετά την επικράτηση του «όχι» στο χθεσινό δημοψήφισμα, δήλωσε σήμερα ο Ευρωπαίος επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί.
«Είναι μια ισχυρή χώρα, με ισχυρές αρχές και έχω πλήρη εμπιστοσύνη στην Ιταλία για να αντιμετωπίσει την κατάσταση», επεσήμανε ο επίτροπος αρμόδιος για Οικονομικές Υποθέσεις Πιερ Μοσκοβισί μιλώντας στο γαλλικό τηλεοπτικό δίκτυο France 2.
Παραδεχόμενος ότι στην Ιταλία υπάρχει «πολιτική αστάθεια», όπως μαρτυρούν οι πολλές αλλαγές κυβερνήσεων μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Μοσκοβισί πρόσθεσε ότι από οικονομικής άποψης «η χώρα είναι εξαιρετικά σταθερή, είναι μια μεγάλη οικονομία, είναι μια χώρα πολύ προσηλωμένη στην Ευρώπη».
Με πληροφορίες από Deutsche Welle, Guardian και ΑΠΕ/ΜΠΕ
σχόλια