Μια αληθινή ιστορία

Μια αληθινή ιστορία Facebook Twitter
0

Χανιά, Γραμβούσα, Αύγουστος 2000

(Κι ενα τραγούδι για να ταξιδέψεις μαζί μου στο τότε: Στης Γραμβούσας τ' Ακρωτήρι Οκτάβα

Το λίγο που θυμάμαι απο τον παππού μου, το Σοφοκλη, ηταν εκείνα τα αυγουστιάτικα καλοκαίρια που οι γονείς μου με έστελναν να περάσω τις διακοπες μου, μαζί του. Κάθε μέρα, πρωτού ο ήλιος σβήσει το καντήλι του και απλώσει το νυχτοσέντονο, καθότανε στην ψάθινη καρέκλα του δίπλα στην ακροθαλασσιά, εκει, στης Γραμβουσας τ ακρωτήρι και απορροφημένος αγνάντευε το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας και τ ουρανού...Μαγεμένος απο την ομορφιά της φύσης, ρούφαγε έμπνευση και μαγείρευε τις γεμάτες μυστήριο ιστορίες που θα μου έλεγε...

Ψαράς στο επάγγελμα, που είχε φάει τη θάλασσα με το κουτάλι, οι ιστορίες του δεν ήταν ποτέ θαλασσινές, αλλα στεριάνες. Δεν είχαν στοιχεια, τέρατα και νεράιδες. Ηταν ιστορίες πραγματικές, παντρεμένες με θρύλους και παραδόσεις,μα και δικά του ψέματα,πολλα...

Στα ροζιασμένα χέρια του, που έδειχναν οτι τη ζωη του την είχε δουλέψει σκληρά, κρατούσε παντα σύντροφους του,ενα ημερολόγιο και μια μαγκούρα.... «Η μαγκόυρα είναι το στήριγμα στα βάσανα μου, το ημερολογιο ο τελευταίος και ο πιο πιστός μου φίλος», έλεγε... Και οπως καθε πιστός φίλος ετσι και το ημερολογιο του ήξερε όλα του τα μυστικά..

Το πόσο δύσκολα είχε περασει στη ζωή του, το καταλάβαινες και απο το γεμάτο ρυτίδες προσωπο του. Καθε βάσανο, καθε πόνος καθε ιστορία και μια χαρακιά, μου έλεγε. Τις πιο δύσκολες, τις πιο αγιάτρευτες ήξερε να τις κρύβει καλά κάτω απο τα δάκρυα στο μαύρο του σαρίκι που σκέπαζε το μέτωπο του. Κάποτε θυμάμαι,μπήκα στον πειρασμό να τις μετρήσω, για να δω πόσες ιστορίες μου έχει πει και πόσες ακόμα είχαν απομείνει...Μάταιος κόπος ομως...Θαρρείς και καθε μερα ο χρόνος του ριχνε ακόμη μια χαρακιά. Τούτη τη φορα ομως ήξερα πως αυτη η ιστορια που θα μου λέγε, θα ήταν και η τελευταια.. Η πιο βαθια χαρακιά στο προσωπο του, που ήξερε να την κρύβει καλύτερα από τις άλλες...Εκείνη που θα βασάνιζε κι εμενα για πολλά χρόνια..

«Τι ιστορια θα μου πεις σήμερα παππού;» Το ρώτησα εγω γεμάτος αγωνία. Μα εκείνος ήταν θαρρείς και ήθελε να χαζέψει λίγο ακόμα απο αυτο το γαλάζιο..Σαν να σου λέγε,μια τελευταια γουλιά ακόμα απο την ομορφιά ετούτη..

«θωρρείς ετούτη την εικόνα εγγόνι μου;. Πόσο γενναιόδωρος ήταν ο πρωτομάστορας και πόσο αχάριστος είναι ο άνθρωπος.. Ετσι πρέπει να είναι το μάτι του ανθρώπου ...ελεύθερο!μόνο τότε μπορει να ταξιδεύει, να πιστεύει, να ελπίζει και να καταφέρει πολλά. Αυτο μην το ξεχάσεις ποτε...»

Η αλήθεια είναι οτι πολλές φορες δεν καταλάβαινα όσα μου έλεγε,αλλα δεν ήθελα να διακόψω αυτη τη στιγμιαία του φυγή απο την πραγματικοτητα...Αρκετές φορές μου θύμιζε ένα θείο μου, τον Παναγιώτη, που όταν έπινε λίγη παραπάνω τσικουδιά, ήταν σαν να ξέναργε αποφθέγματα για τη ζωη,που ουτε και εκείνος ήξερε τι σημαίνουν...

Για την περίπτωση βεβαια, του παππού μου, αν και με εκείνον δεν καταλάβαινα τι εννοούσε, ήξερα οτι ήταν η αρχή της γεμάτης μυστήρια, ιστορίας του. Όπως κάθε μεγάλος παραμυθάς, ετσι και αυτός επρεπε στις ιστορίες του να φιλοσοφήσει....για τη ζωή και για τον άνθρωπο.

«Λοιπόν παππού»; Το ρώτησα ξανά εγω,μα ανταπόκριση δεν πήρα. Το κορμι του παππού μου είχε κρυσταλλώσει ξαφνικά.

Δραπετεύοντας λίγο απο το λήθαργο του, σήκωσε το βλέμμα του στον ουρανό και με ενθουσιασμό μου ανταπάντησε.. «Ακούεις τους;»

«Ποιους παππού;»

«Τους ακροβάτες!έρχονται»

Εγω ταράχτηκα..Πάει χάζευε ο παππούς μου, είπα.. Μα ξαφνικά ένα παράξενο βουητο που όλο και μεγάλωνε, άρχισε να τραντάζει τα παντα... Η γης ολόκληρη άρχισε να χοροπηδά.. Σε μια στιγμη, από το βάθος του ορίζοντα, ένα ζεύγος μαχητικά F16 σε χαμηλή πτήση κατευθύνονταν με ταχύτητα προς το μέρος μας, θαρρείς σαν αετοί, που ορμούν, έτοιμοι να αρπάξουν το θήραμα τους...

Φοβισμένος και ξαφνιασμένος από τη σκηνή αυτή,με μια αστραπιαία κίνηση σηκώθηκα από την καρέκλα μου και κρύφτηκα για κάλυψη, πίσω απο την ψάθινη καρέκλα του τον παππού μου... Μολις πέρασαν πανω απο τα κεφάλια μας σαν ακροβάτες σε τσίρκο θαρρείς, ακολούθησαν μια κατακόρυφη άνοδο πραγματοποιώντας παράλληλα στροφή γυρω απο τον άξονα τους μέχρι να χαθούν ψηλά στο γαλάζιο του ουρανού.. Και τοτε η φύσης γαληνέψε ξανά...

Ο παππούς μου, αμέσως, με μια βιαστική κίνηση μ άρπαξε από το μπράτσο και με έφερε δίπλα του... «Ήντα φοβάσαι μωρέ; Άντρας είσαι εσύ; Στάσου εδώ δίπλα μου..Αντρανιστά!! Ίσια το κορμή σου, περήφανα! Να μάθεις να τιμάς εκείνους που σε τιμούν»

Κοιτώντας στο βάθος του ορίζοντα δυο μαύρες πινελιές που ολοένα και μεγάλωναν κατευθύνονταν προς το μέρος μας ξανά... Μα τούτη τη φορά ούτε βουητό ούτε τίποτα... Όσο πλησίαζαν σε μας η εικόνα από τα F16 της πολεμικής αεροπορίας γινότανε πιο καθαρή.. Όταν μπορούσες να διακρίνεις πλεον τα φτερά τους, άρχισαν να τραμπαλίζονται σε ένα τρελό θαρρείς χαιρετισμό, να γέρνουν τη μια δεξιά,την άλλη αριστερά...

Τα μάτια του παππος μου αυτή τη φορά άρχιζαν να στάζουν θάλασσα..Τινάχτηκε όρθιος και άπλωσε το χερι της καρδιας του ψηλα στον ουρανό, θαρρείς και ήθελε να τους αγκαλιάσει.. Μόλις πέρασαν πάνω από τα κεφάλια μας, ένας εκκωφαντικος θόρυβος σαν έκρηξη δυνατή τράνταξε ξανά τα παντα..

«Στο καλο κοπελια μου.. Στο καλο...Η Παναγια μαζι σας...» τους είπε εκείνος συγκινημένος κοιτώντας τα μέχρι η εικόνα τους να αρχίζει να ξεθωριάζει και να χαθούν πίσω από τα βουνά..

Κάθε μέρα λίγο πριν γυρίσουν απο αναχαίτιση στη βάση της Σουδας, οι πιλότοι της 115 πτέρυγας μάχης, έκαναν μια μικρή παράκαμψη απο το χωριό, για να χαιρετήσουν τον παππού μου..Να τον τιμήσουν, οπως έλεγαν, για τον λεβέντη γιο που γέννησε...τον πατέρα μου.

Αλήθεια σου έχω μιλήσει για κεινον; Τον ξερεις σιγουρα...Δεν γινεται να μην τον ξερεις... Μια μέρα μίλαγαν ολοι για 'κείνον...Ηταν η μέρα που μας έκανε όλους περήφανους. Ο πατέρας μου ήταν αετός με φτερά, ατσάλινα, που σκέπαζαν όλη την Ελλαδα.. Αγρίμι του ουρανού, τον έλεγε ο παππούς...Και εκεί ειναι ακομα...

Μια μερα κατέβηκε να ξεδιψάσει στη θάλασσα του Λιβικού και παλι ανέβηκε ψηλα. Εχω να τον δω αρκετό καιρό απο τοτε, και κάθε φορα που ρωτούσα τον παππού μου, πότε θα έρθει ο μπαμπάς, γιατι δεν είναι εδω μαζί μας; Εκείνος μου αποκρίνονταν: « ο πατέρας σου γιέ μου, είναι εδώ. Σαν τον άνεμο... Δεν τον θωρρεις κι ομως υπαρχει, δεν τον θωρρεις κι ομως σε αγκαλιάζει» και αμέσως μετά έβρεχε το χέρι του στη θάλασσα και σκούπισε το προσωπο του... « Τον κουζουλό, τι μας εκανε...»

«Κι εγω μια μέρα θα γίνω αγρίμι σαν τον μπαμπά, παππού και θα πετάξω ψηλά...» του ανταπαντούσα εγω. Τοτε εκείνος γύριζε συνοφριωμενος και με τα γαλάζια μάτια του, που θαρρείς πως είχαν ρουφήξει ολο το γαλάζιο που χάζευε, μου αποκρίνονταν ξανά, σε ύφος αυστηρό. «Οχι,ποτέ..!Γροικάς ήντα σου λέω; Ποτέ!»

Νοέμβρης 2016, Κρητικό πέλαγος, Πιλοτήριο AIRBUS A320

" Ολυμπιακή 535 ακολουθήστε πορεία 206 και στο επίπεδο 180 καλέστε Ιωάννη Δασκαλογιαννη στο 143,5» Η φωνή απο τον ασύρματο του κέντρου ελέγχου της Αθήνας, διέκοψε αιφνίδια τις σκέψεις μου. Πάνε 20 χρόνια απο εκείνο το καλοκαίρι που το «όχι» του παππού μου, εγινε πείσμα για να βαδίσω κι εγω το ίδιο μονοπάτι που βάδισε ο πατέρας μου. –να γίνω πιλότος. Πάνε 20 χρόνια απο εκείνο το καλοκαίρι που δεν ξανάδα ποτέ τον παππού μου...Το επόμενο πρωινό εκείνης της βραδιάς, ο παππούς μου είχε εξαφανιστεί, λες κι ανοιξε η γης και τον κατάπιε. Ετσι αιφνίδια, χωρις να δώσει μια εξήγηση.

Κάθε φορα που έλεγα στη μάνα μου ή τη συχωρεμένη τη γιαγιά μου, « γιατί;» εκείνες μου αποκρίνονταν γεματες απάθεια θαρρείς: «Ηταν επιλογή του Σοφοκλή...και όπως έλεγε κι ο ίδιος, τις επιλογές των ανθρώπων πρέπει να τις σεβόμαστε, γιατι θα ρθει μια στιγμη που θα απαιτούμε σεβασμό απο τους άλλους για τις επιλογές που θα κάνουμε εμεις στη ζωή μας». Ομως εγω ποτε μου δεν κατάλαβα τι είδους επιλογή ήταν αυτή, να παρατήσει γυναικα νύφη και εγγόνι, μόνους τους, απροστάτευτους και να εξαφανιστεί . Τούτη η απορία έτρωγε την ψυχή μου 20 ολόκληρα χρόνια. Και εκει που ο χρόνος άρχιζε να ξεθωριάζει τη σκεψη αυτη, ανακάλυψα βαθια χωμένο στο πατάρι του σπιτιου μου, το χρονοντούλαπο του.. Ενα παλιο σεντούκι κληρονομιά του ίδιου. Εκει μέσα ειχε ολη την ιστορια της οικογένειας μας...Παλιές φωτογραφιες, βιβλία, μια κρητική μαχαίρα, κειμήλιο του προπάππου μου, παράσημα απο τον πόλεμο, δικά του και του πατέρα του, μια κρητική φορεσιά και δυο σελίδες, κομματι της ιστορίας του που δεν πρόλαβε να μου τελειώσει εκείνο το καλοκαίρι.. Δυο σελιδες απο το ημερολογιο του με τίτλο «Αντιγονη» η Αντιγονη του Σοφοκλη Παπαδερακη.

Αθήνα, Φεβρουάριος 2017, Σταδίου, Γραφείο ιδιωτικού ερευνητή.

Ο ιδιωτικός ερευνητής, ένας μεσήλικας με αραιά γκρίζα μαλλια και αλογίσιο πρόσωπο, σηκώθηκε όρθιος απο τη δρύινη καρέκλα του και κατευθύνθηκε με βήματα αργά στο παράθυρο που βρίσκονταν σε κοντινή απόσταση απο το γραφείο του. Βυθισμένος σε μια στιγμιαία σκέψη, έβγαλε τα μεγάλα κοκκάλινα γυαλιά μυωπίας που φορούσε στο πρόσωπο του και τα σκούπισε με ένα λευκό πανί που δευτερόλεπτα πρίν είχε βγάλει απο την τσέπη του. Στάθηκε εκεί για λίγα δευτερόλεπτα, φόρεσε ξανά τα μεγάλα του γυαλιά και γύρισε προς το μέρος μου.

«Κύριε Παπαδεράκη, η αλήθεια είναι οτι η υπόθεση που μας αναθέσατε ήταν αρκετά δύσκολη. Παρά τις δυσκολίες και μετά απο έρευνες σε βάθος χρόνου, είμαι στην ευχάριστη θεση να σας ανακοινώσω, οτι βρήκαμε τον παππού σας»

Εκείνη τη στιγμη ήταν θαρρείς και κάτι άρχισε να διαπερνά το σώμα μου. Σαν χιλιάδες μικρές βελόνες που ξεκινούσαν απο τα πόδια μου και απλώνονταν αστραπιαία σε όλο μου το κορμί... Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά τόσο δυνατά, μα δεν μπορούσα να ξεχωρίσω το λόγο... Ήταν χαρά που θα έβλεπα ξανά τον παππού μου ή το μίσος... Το αγιάτρευτο μίσος της εγκατάληψης..

«Οπως σας είπα λοιπόν, βρήκαμε τον παππού σας. Ο κύριος Σοφοκλής Δανιήλ, ζει σε ένα παλιό νεοκλασικό στην Κηφισιά.»

Στο άκουσμα του επώνυμου, εγω ξαφνιάστηκα. Αυτή η αστραπιαία ταινία του μυαλού μου, με σκηνές ανάμνησης του παππού, από τα παιδικά μου χρόνια που δημιούργησε η πρώτη ανακοίνωση του ερευνητή, διακόπηκε αιφνίδια...

«Με συγχωρείτε,αλλά πρόκειται για κάποιο λάθος.. Τον παππού μου τον λένε Σοφοκλή Παπαδεράκη, όχι Δανιήλ. Πρόκειται για κάποιο λάθος»

Ο ερευνητής έσκασε ένα στιγμιαίο χαμόγελο και ελαφρά ειρωνικό. Ήταν εκείνη η στιγμή που αμφισβήτισα τις ικανότητες του και εκείνος ήταν έτοιμος να γελάσει μαζί μου κοροϊδευτικά.

«Για τον ιδιο άνθρωπο μιλάμε κύριε Παπαδεράκη...

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ