Τα θηλαστικά που ζουν στο διαμορφωμένο από τους ανθρώπους περιβάλλον κινούνται πολύ λιγότερο, διανύοντας καθημερινά τις μισές αποστάσεις από αυτές θα έκαναν αν ζούσαν «πραγματικά» ελεύθερα στην άγρια φύση.
Αυτό δείχνει μια νέα διεθνής επιστημονική έρευνα, η οποία για πρώτη φορά εξέτασε σε παγκόσμια κλίμακα πόσο έχουν επηρεασθεί οι κινήσεις των ζώων από τις ανθρώπινες δραστηριότητες.
Η αλλαγή αυτή δεν είναι διόλου αμελητέα, αν συνυπολογίσει κανείς πως περίπου το 60% των χερσαίων επιφανειών του πλανήτη έχουν καταληφθεί και τροποποιηθεί από τον άνθρωπο.
Τα περισσότερα θηλαστικά βρίσκονται καθημερινά σε διαρκή κίνηση για την αναζήτηση τροφής, συντρόφου ή καταφυγίου.
Κάποια διανύουν μεγαλύτερες αποστάσεις (π.χ. λιοντάρια, ζέβρες ή ελέφαντες), ενώ άλλα μικρότερες (π.χ. λαγοί, σκίουροι ή ποντίκια).
Περισσότεροι από 100 ερευνητές, με επικεφαλής τη βιολόγο δρα Μάρλι Τάκερ του Πανεπιστημίου Γκέτε της Φρανκφούρτης ανακάλυψαν πως ανεξαρτήτως του μεγέθους τους, όλα λίγο-πολύ τα ζώα έχουν περιορίσει σημαντικά την κινητικότητά τους στις περιοχές όπου το φυσικό περιβάλλον έχει τροποποιηθεί από την ανθρώπινη παρουσία και παρέμβαση.
Οι επιστήμονες συνέλεξαν στοιχεία για 803 ζώα από 57 είδη θηλαστικών σε όλη τη Γη, με τη βοήθεια συσκευών GPS που είχαν προσαρτηθεί στα ζώα και κατέγραφαν δορυφορικά τις κινήσεις τους.
Στη συνέχεια, τα στοιχεία για την κινητικότητα των ζώων συσχετίσθηκαν με τον Δείκτη Ανθρώπινου Αποτυπώματος, που μετρά πόσο μια περιοχή έχει αλλάξει από τις διάφορες ανθρώπινες δραστηριότητες (δρόμοι, υποδομές, γεωργία, οικισμοί κ.α.).
Διαπιστώθηκε ότι, κατά τη διάρκεια μιας περιόδου δέκα ημερών, στις περιοχές με έντονο ανθρώπινο «αποτύπωμα» (π.χ. σε ένα τυπικό αγροτικό τοπίο) ένα ζώο καλύπτει μόνο το ένα τρίτο έως το μισό της απόστασης, σε σύγκριση με το ίδιο ζώο σε ένα φυσικό περιβάλλον πιο ανέγγιχτο από τον άνθρωπο.
Αντίθετα, σε μικρά χρονικά διαστήματα, π.χ. διάρκειας μιας ώρας, η μέση κινητικότητα των ζώων δεν διαφέρει στις «ανθρώπινες» από τις «άγριες» περιοχές. Με άλλα λόγια, οι ανθρώπινες δραστηριότητες δεν έχουν την ίδια επίπτωση βραχυπρόθεσμα, όσο έχουν μεσοπρόθεσμα.
Δύο βασικοί λόγοι που τα ζώα κινούνται λιγότερο, είναι ότι κοντά στους ανθρώπους μπορεί να βρουν πιο εύκολα τροφή και ότι εξαιτίας των ανθρωπίνων κατασκευών (φράχτες, δρόμοι, γραμμές τρένων κ.α.) δυσκολεύονται να διασχίσουν μεγάλες αποστάσεις.
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι είναι σημαντικό τα ζώα να κινούνται ελεύθερα, καθώς έτσι εκπληρώνουν καλύτερα διάφορες ζωτικές λειτουργίες για την υγεία των οικοσυστημάτων, όπως η μεταφορά θρεπτικών ουσιών και σπόρων από μέρος σε μέρος.
σχόλια