Η ετήσια έκθεση για τη σημερινή κατάσταση υγείας του διαδικτύου αφορά στην ανθρώπινη εμπειρία στον κυβερνοχώρο. Πρόκειται για την πρώτη ανεξάρτητη, ανοιχτού κώδικα συλλογή δεδομένων, έρευνας και ιστοριών από την Mozilla, που δείχνει πώς εξελίσσεται το διαδίκτυο σε πέντε βασικά θέματα.
Το Internet δεν ήταν ποτέ τόσο μεγάλο όσο είναι σήμερα. Το χαμηλό κόστος της σύνδεσης, σε συνδυασμό με τα φθηνά smartphones, έχει αυξήσει σημαντικά τον αριθμό των ανθρώπων που τρέχουν στη λεωφόρο των πληροφοριών και το νούμερο αυτών είναι το μεγαλύτερο στην ιστορία του Internet. Πέρα, όμως, από την αύξηση των χρηστών και την συνεχώς αυξανόμενη ροή της ψηφιακής πληροφορίας και των νέων τεχνολογιών, τα νέα δεν είναι όλα καλά.
Σύμφωνα με την πρώτη «Έκθεση Υγείας του Internet», ένα νέο ερευνητικό πρόγραμμα ανοιχτού κώδικα της Mozilla, τα πράγματα δεν πάνε καθόλου καλά στον κυβερνοχώρο. Αντί να είναι ένα ιδανικό τεχνολογικό τοπίο, όπου ο καθένας κάνει αισθητή την παρουσία του, μέσω της εξέλιξης και της προόδου των συστημάτων που χρησιμοποιεί, η τύχη του σημερινού διαδικτύου βρίσκεται στα χέρια μόνο λίγων βασικών παικτών. Λίγο πολύ καταλαβαίνουμε εξ αρχής ποιους μπορεί να εννοεί ότι κρύβονται πίσω από τους βασικούς ενόχους που προκάλεσαν την εξασθένηση του, είτε μέσω της ταχείας εξάπλωσης μιας online παραπληροφόρησης είτε μέσω της εξαφανισμένης, πλέον, έννοιας της ψηφιακής ιδιωτικότητας.
Δεν χρειάζεται να σκεφτούμε πολύ για να καταλάβουμε ότι η Mozilla ανησυχεί βαθύτατα για την εδραιωμένη και κυρίαρχη φύση των ολιγαρχών του σύγχρονου διαδικτύου: της Google, του Facebook και της Amazon, καθώς επίσης και για κάποιους παντοδύναμους κινέζους γίγαντες, όπως η Baidu, η Tencent και η Alibaba.
Αυτές οι εταιρείες, όπως αναφέρεται στην έκθεση της Mozilla, «έχουν συνδεθεί όχι μόνο με την καθημερινότητά μας, αλλά και με την παγκόσμια οικονομία, τον πολιτικό λόγο και τη δημοκρατία». Η μη-κερδοσκοπική, που είναι διάσημη για το πρόγραμμα περιήγησης Firefox, ανησυχεί ότι οι «μονοπωλιακές επιχειρηματικές πρακτικές» από αυτές τις τεράστιες επιχειρήσεις υπονομεύει την ιδιωτικότητα, την ανοχή και τον ανταγωνισμό στον παγκόσμιο ιστό.
Η έκθεση βασίζεται σε ένα ευρύ φάσμα ερευνών σχετικά με ζητήματα που κυμαίνονται από τη μυστικότητα έως την καθημερινή διαχείριση συνδέσεων, την ηλεκτρονική παρενόχληση και την οικονομία κάθε ψηφιακής πλατφόρμας και δικτύου. Συνεργαζόμενοι με ερευνητές, ακτιβιστές ψηφιακών δικαιωμάτων, και άλλους «συντρόφους» της Mozilla κοινότητας, η εταιρεία παρουσιάζει μια συγκλονιστική έρευνα για το πόσο υγιές είναι (ή δεν είναι) το διαδίκτυο, πάντα μέσα από μια ανθρώπινη προοπτική.
Μεταξύ άλλων υποστηρίζει ότι το σύγχρονο επιχειρηματικό μοντέλο του διαδικτύου, δηλαδή η διαφήμιση, είναι εν μέρει υπεύθυνο για την επιδημία ψευδών ειδήσεων που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια, καθώς έχει βρει μοντέλα επιβράβευσης ενός περιεχομένου που μοιάζει αισθησιακό για τα πολιτικά άκρα, είναι συχνά εξωφρενικό, αλλά κυρίως μπορεί να είναι απόλυτα συναισθηματικό.
Ένα από τα βασικά επιχειρήματα της έκθεσης πάνω στο θέμα της «κακής» διαφήμισης είναι το (διαβόητο, πλέον) παράδειγμα των εφήβων της πόλης Veles στην πΓΔΜ, οι οποίοι, κατά τη διάρκεια των εκλογών του 2016, συνειδητοποίησαν ότι μπορούν να βγάλουν (εύκολα και γρήγορα) χρήματα γράφοντας ψεύτικες ιστορίες που ευνοούσαν τον Τραμπ έναντι της Χίλαρι, ενώ δίπλα τους κολλούσαν μπόλικες ψηφιακές διαφημίσεις. Η Le Figaro είχε χαρακτηριστικά περιγράψει την Veles ως ένα «εργοστάσιο "ψευδών ειδήσεων" στις πύλες της Ευρώπης», και πραγματικά, μετά από έρευνες, αποδείχθηκε ότι κάποιες ιστοσελίδες απέφεραν στους ιδιοκτήτες τους μέχρι και 2.500 δολάρια την ημέρα.
Σε ένα από τα πέντε κεφάλαια της έκθεσης, με τίτλο «Ποιος μπορεί να πετύχει online;» η εκτενής αναφορά στο θέμα των ψευδών ειδήσεων αναφέρει σχετικά: «Ερευνητές δημοσιογράφοι από διαφορετικές χώρες ξεκίνησαν να ερευνούν στοιχεία από έξι μήνες πριν την ημέρα των εκλογών στις ΗΠΑ. Κατέληξαν να βρουν ότι τα ίχνη χιλιάδων «ψευδών ειδήσεων» και ιστοριών οδηγούσαν σε μια μικρή πόλη της πΓΔΜ που ονομάζεται Veles, διάσημη για την πορσελάνη της. Οι νέοι άνθρωποι της πόλης δημιούργησαν εκατοντάδες ιστότοπους στα αγγλικά σχεδιασμένους για να συγκεντρώσουν μερικές χιλιάδες δολάρια ψηφιακής διαφήμισης.»
«Αλλά τι βρήκαν πιο προσοδοφόρο; Τις ιστορίες για τον Ντόναλντ Τραμπ. Αξιοποιώντας την μηχανική των κοινωνικών μέσων μαζικής ενημέρωσης, οι έφηβοι της πΓΔΜ κατάφεραν να καταστήσουν την «οικονομία προσοχής» μια εύκολη εργασία για τους ίδιους. Ρεαλιστικά μιλώντας, αυτή είναι η δυναμική που έκανε τον Τραμπ την μεγαλύτερη ιστορία στα ψηφιακά μέσα ενημέρωσης των ΗΠΑ. Οι άνθρωποι κάνουν κλικ, οι διαφημίσεις πληρώνουν, και άρα γράφονται όλο περισσότερα άρθρα.»
Ένα ακόμη θέμα που εμφανίζεται συχνά στην αναφορά της Mozilla είναι αυτό της ιδιωτικής ζωής. Η εταιρεία εκφράζει την ανησυχία της ότι τα εκατομμύρια των συσκευών του Internet of Things (IoT) στην άγρια φύση του κυβερνοχώρου αφήνουν πολλές τρύπες ανοιχτές, ώστε κάποιοι να μπορούν να κατασκοπεύουν τους χρήστες των συσκευών. Και αυτή είναι μια εύλογη ανησυχία αφού ο κόσμους του IoT βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη χωρίς να έχει καταλήξει σε πρότυπα ασφαλείας και πιστοποίησης.
«Το φθηνό hardware και η αποκεντρωμένη καινοτομία προσφέρουν επίσης το Διαδίκτυο σε περισσότερους ανθρώπους και σε περισσότερες μορφές από ό,τι ποτέ άλλοτε. Ενώ αυτό είναι κάτι που πρέπει να γιορτάσουμε, δυστυχώς στην κουλτούρα του σημερινού χρήστη, οι συσκευές του Διαδικτύου σπάνια σχεδιάζονται για να παραμείνουν ασφαλείς με την πάροδο του χρόνου. Δεδομένου ότι όλο το λογισμικό είναι ευάλωτο σε κακόβουλες επιθέσεις ή δυσλειτουργίες, οι αυτόματες ενημερώσεις λογισμικού είναι απαραίτητες. Οι μικρές εταιρείες που πωλούν φτηνές συσκευές IoT, χωρίς τους πόρους και την τεχνογνωσία εταιρειών όπως η Google, η Apple ή η Amazon, θα το βρίσκουν όλο και πιο δύσκολο για να το κάνουν μόνες τους.»
Το υπόλοιπο της έκθεσης είναι ιδανικό για όποιον θέλει να έχει μια αντικειμενική εικόνα του σύγχρονου διαδικτύου. Η αναφορά της Mozilla καθιστά απολύτως σαφές ότι μια αποφασιστική δράση εκ μέρους των ρυθμιστικών αρχών, των καταναλωτών και των εταιρειών τεχνολογίας δεν απαιτείται μόνο για την προστασία των καταναλωτών, αλλά για να διασφαλιστεί ότι το Internet παραμένει ένας τόπος ευκαιρίας, ανταγωνισμού και ελεύθερης έκφρασης.
σχόλια