«Καμπανάκι» για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα χρόνια κρούει ο επικεφαλής της αποστολής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ελλάδα, Πίτερ Ντόλμαν.
Σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή της Κυριακής», προειδοποιεί πως τα υψηλά πλεονάσματα «πνίγουν» την ανάπτυξη.
Ειδικότερα, τονίζει πως η συμφωνία για ρύθμιση του χρέους, που επετεύχθη στο Eurogroup του Ιουνίου, βελτιώνει τις προοπτικές πρόσβασης της Ελλάδας στις αγορές.
Ωστόσο, επισημαίνει πως τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, για τα οποία έχει δεσμευτεί η Ελλάδα -δηλαδή 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και 2,2% μεσοσταθμικά έως το 2060- περιορίζουν τη δυνατότητα της κυβέρνησης να στηρίξει την ανάπτυξη.
«Ως μέλος της Ευρωζώνης, η Ελλάδα δεν μπορεί να ασκήσει ανεξάρτητη νομισματική πολιτική. Με αυτούς τους δημοσιονομικούς περιορισμούς μένουν πολύ λίγα εργαλεία για τη στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας», υπογραμμίζει.
Σημειώνεται πως στη δήλωση συμπερασμάτων της αποστολής του ΔΝΤ στην Αθήνα -στο πλαίσιο της οικονομικής ανάλυσης για τη χώρα (το αποκαλούμενο Άρθρο 4)- που δημοσιεύθηκε στα τέλη Ιουνίου, είχε τονιστεί ότι «η Ελλάδα έχει πετύχει πολλά, αλλά βρίσκεται ακόμη αντιμέτωπη με πολλές προκλήσεις».
Το Ταμείο είχε επισημάνει επιπλέον ότι η «ελάφρυνση χρέους η οποία συμφωνήθηκε πρόσφατα με τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας έχει βελτιώσει σε σημαντικό βαθμό τη βιωσιμότητα του χρέους μεσοπρόθεσμα, αλλά οι περισσότερο μακροπρόθεσμες προοπτικές παραμένουν αβέβαιες».
Τέλος, το ΔΝΤ καλωσόριζε «τη δέσμευση των Ευρωπαίων εταίρων να παρέχουν επιπρόσθετη ελάφρυνση εάν χρειαστεί, αλλά πιστεύει πως είναι κρίσιμης σημασίας οποιαδήποτε τέτοια πρόσθετη ελάφρυνση να στηρίζεται σε ρεαλιστικές παραδοχές, ιδιαίτερα σχετικά με την ικανότητα της Ελλάδας να διατηρεί ιδιαίτερα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα».