Tην άποψη ότι το 2015 η Ελλάδα δεν θα έπρεπε να σωθεί αλλά να χρεοκοπήσει εκφράζει, μεταξύ άλλων, ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Βαρουφάκης, σε συνέντευξή του στη γερμανική Bild.
Με αφορμή τη λήξη του τρίτου προγράμματος διάσωσης ο Γιάννης Βαρουφάκης κατακρίνει τις επιλογές της ελληνικής κυβέρνησης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης χωρίς όμως να προχωρά σε κάποια αυτοκριτική για το δικό του ρόλο ως υπουργός Οικονομικών το 2015. «Η Ελλάδα βρίσκεται στο ίδιο σημείο, στην ίδια μαύρη τρύπα και συνεχίζει να βυθίζεται ολοένα και περισσότερο κάθε μέρα. Ένας από τους λόγους είναι οι απαιτήσεις των πιστωτών για περικοπές που εμποδίζουν τις επενδύσεις και την κατανάλωση», υποστηρίζει ο κ. Βαρουφάκης και προσθέτει:
«Το κρατικό χρέος της Ελλάδας δεν έχει μειωθεί αλλά αυξηθεί. Απλά έχουμε περισσότερο χρόνο για να αποπληρώσουμε ακόμα περισσότερα χρέη. Παρά τα μέτρα διευθέτησης του χρέους που ελήφθησαν δύο φορές, το χρέος αυξήθηκε.
Το κράτος παραμένει χρεοκοπημένο, οι πολίτες έχουν γίνει φτωχότεροι, οι εταιρείες εξακολουθούν να χρεοκοπούν και το ΑΕΠ έχει μειωθεί κατά 25%. Οι εταιρείες χρωστούν χρήματα η μία στην άλλη και στο κράτος. Από την πλευρά του το κράτος χρωστά τεράστια ποσά σε εταιρείες».
«Έχουμε μια δραματική υπερφορολόγηση στην Ελλάδα σε συνδυασμό με υψηλές ασφαλιστικές εισφορές. Οι μικρές επιχειρήσεις, ακόμη και οι αυτοαπασχολούμενοι πληρώνουν το 75% στο κράτος, ξεκινώντας από το πρώτο ευρώ. Αυτό σκοτώνει κυρίως τους νέους επιχειρηματίες. Στη Βουλγαρία η φορολόγηση για τους επιχειρηματίες είναι 10%. Οι εταιρείες φεύγουν τρέχοντας, και μπορεί ο τουρισμός να ανθεί τα τελευταία χρόνια αλλά οι υποδομές στην Ελλάδα δεν επαρκούν για αυτό. Χρειάζονται νέες επενδύσεις αλλά δεν υπάρχουν αρκετά χρήματα για αυτό. Η άνοδος του τουρισμού δεν αρκεί για να σηκώσει το βυθισμένο πλοίο από τον πάτο της θάλασσας», αναφέρει.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξής του, ο Γ. Βαρουφάκης κατηγορεί τις ελληνικές κυβερνήσεις, το ΔΝΤ, την ΕΚΤ αλλά και τη γερμανική κυβέρνηση ότι είπαν ψέματα.
«Η κ. Μέρκελ είπε ψέματα σε εσάς τους Γερμανούς δύο φορές μάλιστα. Η πρώτη ήταν στη Βουλή με αφορμή την ψήφιση για το πρώτο πακέτο διάσωσης και είπε ότι επρόκειτο για μια πράξη αλληλεγγύης προς τον ελληνικό λαό. Αυτό ήταν ψέμα γιατί τα χρήματα προορίζονταν για τις γερμανικές και γαλλικές τράπεζες που ενάντια σε κάθε λογική είχαν δανείσει πολλά χρήματα στους εκπροσώπους της ολιγαρχίας στην Ελλάδα.
Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές τράπεζες δεν έπρεπε να σωθούν αλλά θα έπρεπε να μας αφήσουν να χρεοκοπήσουμε, να υποστούμε τις συνέπειες και στη συνέχεια να μας επιτραπεί να «μαζέψουμε τα κομμάτια μας» και να συνεχίσουμε, κάτι που τα πακέτα διάσωσης απαγόρευαν, με αποτέλεσμα η κ. Μέρκελ να αναγκαστεί να πει και ένα δεύτερο ψέμα.
Αυτό ήταν η υπόσχεση στον γερμανικό λαό ότι τα πακέτα διάσωσης θα αποπληρώνονταν με επιτόκιο, κάτι αδύνατο δεδομένης της χρεοκοπίας της Ελλάδας. Εκτοτε έχει παγιδευτεί σε αυτό το ψέμα και συνεχίζει να λέει ψέματα», επισημαίνει ακόμη ο κ. Βαρουφάκης.
«Εμπιστεύομαι πιο πολύ από τον Σόιμπλε από τον Τσίπρα»
Στο ερώτημα σε ποια κυβέρνηση θα επέλεγε να μπει αυτήν του Τσίπρα ή του Σόιμπλε, ο κ. Βαρουφάκης απαντά: Σε καμία από τις δύο αλλά αν με ρωτάτε ποιον εμπιστεύομαι περισσότερο, η απάντησή μου είναι ξεκάθαρη, τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε».
Οπως αναφέρει, ο Γερμανός πρώην υπουργός Οικονομικών ήταν ο μόνος ο οποίος έλεγε τουλάχιστον ένα μέρος της αλήθειας. «Μπορούσα να εμπιστευτώ όσα μου έλεγε κατ΄ ιδίαν, ακόμη κι αν δεν ήταν πάντα τα ίδια με όσα δήλωνε δημοσίως στη Γερμανία. Πάντα τηρούσε τον λόγο του προς εμένα».
Ωστόσο, όπως δηλώνει, δεν θα εμπιστευόταν ποτέ την Άνγκελα Μέρκελ, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι θα μείνει στην ιστορία ως η πολιτικός που είχε σχεδόν όλη τη δύναμη και τις πιθανότητες να ενώσει την Ευρώπη, να την οδηγήσει στο μέλλον και να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις, αλλά απέτυχε να την εκμεταλλευτεί.
Συνεχίζοντας, μάλιστα, σχετικά με τη Γερμανίδα Καγκελάριο, σημειώνει ότι δεν ξέρει πώς κατάφερε να πείσει τον Αλέξη Τσίπρα να πραγματοποιήσει τη μεταστροφή του 2015, επισημαίνοντας ότι «έχει καταστρέψει πολλούς με την ιδιόμορφη γοητεία της».