25.6.2014 | 18:30
Πού πάς μωρή χοντρή;
Διάβασα το κείμενο της χοντρής, και ταυτίστηκα με αυτό. Όντας χοντρή, υπήρξα κι εγώ περιφρονημένη, κατάπτυστη και παραγκωνισμένη. Γιατί το να έχεις παραπανίσια κιλά, είναι έγκλημα, και μάλιστα, σε βαθμό κακουργήματος για την κοινωνία μας. Δεν ρωτάει κανείς. Δεν νοιάζεται, δεν καταλαβαίνει. Τι να καταλάβει; Ότι υπάρχει και διαφορετικό μοντέλο ανθρώπου από αυτό που ξέρουμε ή μας αρέσει. Ότι δεν έχουμε δικαίωμα να μειώσουμε μία ανθρώπινη ύπαρξη, για οποιοδήποτε λόγο, αλλά ακόμη περισσότερο μόνο από τα εξωτερικά του χαρακτηριστικά. Ή στην προκειμένη περίπτωση, από το λίπος του. Το κείμενο της χοντρής μου θύμισε πολλά. Τις ατελείωτες ώρες μοναξιάς μου στα διαλλείματα του σχολείου. Τις στιγμές που οι συμμαθητές μου κρυφογελούσαν και έλεγαν πως είμαι έγκυος από κάποιον αλλοδαπό (ο ρατσισμός σε όλο του το μεγαλείο). Την απέχθεια τους να κάτσουν μαζί μου στο ίδιο θρανίο μήπως και τους μεταδώσω το λίπος μου και γίνουν και κείνοι χοντροί, και συνεπώς ασήμαντοι και αηδιαστικοί. Θυμήθηκα όμως και την υποκρισία τους. Όντας άριστη μαθήτρια, ήμουν το τιμώμενο πρόσωπο της τάξης κάθε φορά που γράφαμε διαγώνισμα ή μία άσκηση ήταν δύσκολη. Κι ύστερα χτυπούσε το τελευταίο κουδούνι που θα μας έστελνε σπίτια μας. Αν και μου άρεσε το σχολείο, το λάτρευα αυτό το κουδούνι γιατί με απομάκρυνε από τον εξευτελισμό. Με γρήγορα βήματα προσπαθούσα να εξαφανιστώ χωρίς να με αντιληφθούν και κάποιες φορές το πετύχαινα. Τις περισσότερες όμως, ήταν η ευκαιρία τους να ξεδιπλώσουν όλο το εύρος της κακίας τους, χωρίς τα επικριτικά βλέμματα των καθηγητών. Μου πετούσαν φαγητό παροτρύνοντάς με να το φάω, μην τυχόν και χάσω καμιά θερμίδα όπως έλεγαν. Με ρωτούσαν τι θα φάω σήμερα και κάποιος άλλος απαντούσε για μένα. "3 γουρουνόπουλα στον φούρνο", κι οι υπόλοιποι ξεσπούσαν σε ακατάπαυστα χαχανητά. Κάπου εκεί προλάβαινα να στρίψω στην γωνία έχοντας όμως ακόμη την ταμπέλα της χοντρής στο κουτελό μου. Περιμένοντας να περάσω τον δρόμο, όλο και κάποια γιαγιά θα μου έδινε συμβουλή να μην τρώω πολύ ψωμί. Περνόντας απέναντι, όλο και κάποιος θα με ρώταγε με απέχθεια στο βλέμμα "Πώς είσαι έτσι;" ή "Πού πάς μωρή χοντρή;" Στις εξετάσεις, οι καθηγητές έδιναν σε όλα τα παιδιά ευχές για καλή επιτυχία. Όχι όμως και στην χοντρή. Εμένα με ρωτούσαν αν πάχυνα κι άλλο. Τα χρόνια πέρασαν, κι η χοντρή ενηλικιώθηκε. Δεν αδυνάτισε. Μπορεί από αδυναμία, μπορεί και από πείσμα πως θα την αποδεχτούν για την προσωπικότητα και όχι για τα κιλά της. Αρνιόμουν πεισματικά να αδυνατίσω για να είμαι αρεστή στους άλλους. Ήταν αδύνατο να βρω ρούχα. Οι πωλήτριες με κοιτούσαν με οίκτο. Όταν τολμούσα να ακουμπήσω ένα ρούχο μικρότερο του XXL έσπευαν να με ενημερώσουν πως αυτό δεν υπάρχει στο νουμερό μου. Την θάλασσα την έβλεπα μόνο τον χειμώνα. Προσπαθώντας να βρω δουλειά, το μόνο που κατάφερα ήταν να βουτήξω πιο βαθιά στην κατάθλιψη. "Ψάχνω κάποια πιο εμφανίσιμη από σένα" μου έλεγαν. Κάποιοι άλλοι μετά την συνέντευξη μαζί μου άλλαζαν την αγγελία τους στην εφημερίδα και πρόσθεταν τον προσδιορισμό "εμφανίσιμη". Σε μία από τις βόλτες μου, θυμάμαι ένα ζευγάρι να με κοροϊδεύει επειδή ανανέωσα το κραγιόν μου. Ήμουν χοντρή, άρα δεν είχα δικαίωμα να είμαι γυναίκα ή να νιώθω όμορφη. Κάπου αλλού, ήμουν το παράδειγμα προς αποφυγήν. Μία οικογένεια περπατούσε στον δρόμο και το παιδάκι ζητούσε μανιωδώς να του πάρουν παγωτό. Η μητέρα του αρνήθηκε, δείχνοντας του εμένα. "Αν φας κι άλλο, θα γίνεις σαν την κοπέλα", είπε και χωρίς ίχνος ντροπής άρχισε να με δείχνει με το δάχτυλο. "Περίμενε μωρή πατάτα. Θα περάσεις. Φούσκα ε φούσκα!" φώναζε μία άλλη στο μετρό. Δεν με ένοιαζε να τους αρέσω για το σώμα μου. Ήθελα να τους αρέσει το μυαλό και το χιούμορ μου. Κανείς όμως δεν έδωσε ποτέ σημασία σε αυτά. Κανείς δεν κατάφερε να δει πίσω από την ταμπέλα της χοντρής. Είχα μία μάχη να κερδίσω, κι έτσι έπεσα με τα μούτρα στην δουλειά. Άρχισα να αγοράζω περιοδικά διατροφής, να ψάχνω στο internet. Μάθαινα ασκήσεις. Έκοβα αποκόμματα και κρατούσα σημειώσεις. Έγινα ένας κινούμενος θερμιδομετρητής. Γέμισα γνώσεις. Άφησα όμως τις πράξεις για αργότερα. Για την στιγμή που θα καταφέρω να έχω δίπλα μου ανθρώπους που θα ενδιαφέρονται για μένα και όχι για τα κιλά μου. Γιατί μόνο τότε θα μπορούσα να πω με σιγουριά πως αδυνάτισα γιατί το ήθελα εγώ, και όχι οι άλλοι. Η στιγμή έφτασε και ενθουσιάστηκα από το πόσο εύκολο ήταν τελικά. Όχι το να κόψω το φαγητό, αλλά το να σταματήσω να βασίζομαι στο κομπλεξ, την μικρότητα και την κακία των ανθρώπων. Γιατί τελικά αυτό με βοήθησε να χάσω κιλά. Έχασα. Πολλά, λίγα, όλα δεν έχει σημασία. Και δεν έχει σημασία, γιατί το μόνο που έχασα ήταν κιλά. Κέρδισα το στοίχημα με τον εαυτό μου. Απέδειξα πως έχεις δικαίωμα να ζεις ακόμη κι όταν είσαι χοντρός. Τώρα δεν ντρέπομαι, ούτε φοβάμαι να φάω. Άλλες φορές το παρακάνω κι άλλες όχι. Δεν βαριέσαι... το πιο σημαντικό είναι να ξέρεις να αγαπάς και να δέχεσαι το διαφορετικό. Και να ξέρετε εσάς τους χοντρούς, τους διαφορετικούς με οποιονδήποτε τρόπο σας αγαπάω πιο πολύ από τους φωτοτυπημένους ανθρώπους που ζουν γύρω μας.