Ο Πύργος είναι το μεγαλύτερο χωριό της Τήνου, ανακηρυγμένος παραδοσιακός οικισμός και ένα από τα πιο γραφικά σημεία του συμπλέγματος των Κυκλάδων. Το όνομά του οφείλεται στον βενετσιάνικο πύργο που χτίστηκε τον 16ο αιώνα εκεί με σκοπό την ενίσχυση της άμυνας της περιοχής. Παλιότερα, το χωριό ονομαζόταν Πάνορμος, ονομασία που σήμερα έχει δοθεί στον γειτονικό όρμο.
Κάθε γωνιά του Πύργου είναι έργο τέχνης και δεν είναι τυχαίο ότι αποτελεί την ιδιαίτερη πατρίδα του Γιαννούλη Χαλεπά και του Νικηφόρου Λύτρα. Το χωριό πρωτοστάτησε στην «εκμετάλλευση» των κοιτασμάτων λευκού και πράσινου μαρμάρου, για τα οποία διακρίνεται η περιοχή ‒ ο ήχος της σμίλης κυριαρχεί παντού στο τόπο αυτόν.
Σ' αυτό το υπαίθριο μουσείο μαρμαρογλυπτικής διασώζεται ένα από τα τελευταία επαγγέλματα, η τέχνη του σιδηρουργού. Ένας οικισμός αναλλοίωτης παραδοσιακής κυκλαδικής αρχιτεκτονικής στον οποίον τα περίθυρα, τα υπέρθυρα, τα ανάγλυφα στολίδια στους τοίχους των κτιρίων και στους πλακόστρωτους δρόμους όπως και η μαρμαρινή κρήνη στην κεντρική πλατεία κάτω από τον αιωνόβιο πλάτανο προσελκύουν το βλέμμα του επισκέπτη.
Τον γοητεύει που απασχολείται με ένα από τα τελευταία χειρωνακτικά επαγγέλματα και τονίζει συνεχώς ότι ο σιδηρουργός κατασκευάζει στο χέρι τα εργαλεία για την επεξεργασία του μαρμάρου.
Βγαίνοντας από το χωριό του Πύργου, ο δυνατός και αδιάκοπος ήχος του σφυριού σε προϊδεάζει ότι πλησιάζεις στο θρυλικό πετρόχτιστο σιδηρουργείο του Δημήτρη Χατζή, τρίτη γενιά σιδεράδων. Το παραδοσιακό σιδεράδικο λειτουργεί από το 1910, καλύπτοντας τις ανάγκες του χωριού και όχι μόνο.
Πέρασε στην κατοχή του Δημήτρη Χατζή από τον δάσκαλο του Κώστα Αλεξόπουλο, ο οποίος είχε το εργαστήρι μέχρι το 1990. Πρόκειται για οικογενειακό εργαστήριο, στο οποίο ο Κώστας Αλεξόπουλος ξεκίνησε να εργάζεται από το 1939. Εκεί κατασκευάζονται και επισκευάζονται τα εργαλεία που χρησιμοποιούν οι λατόμοι και οι μαρμαροτεχνίτες.
Την ημέρα που τον επισκέφθηκα στο πέτρινο εργαστήριό του το αιγαιοπελαγίτικο φως αναδείκνυε τα κατάλευκα σπίτια, ενώ στο εσωτερικό του μικρού εργοστασίου ξεχώριζαν οι καλλιτεχνικές του δημιουργίες, οι οποίες ήταν τοποθετημένες ανάμεσα σε σκόρπιες φωτογραφίες και στα βασικά εργαλεία που χρησιμοποιεί.
Γύρω μου υπήρχαν τα απαραίτητα εργαλεία του σιδερά, το αμόνι, η μέγγενη, η βαριά και το σφυρί. Πάνω στον πάγκο, κι άλλα χρηστικά σκεύη, όπως τρυπάνια, λίμες, κοπίδια, χειροπρίονα, κολλητήρια και τσιμπίδες.
Χρησιμοποιεί κάρβουνο, το οποίο επιτρέπει τη θέρμανση των μετάλλων σε πολύ υψηλή θερμοκρασία. Όπως μου λέει: «Ανάβοντας τη φωτιά στο καμίνι, τοποθετείς πάνω της το κομμάτι του σίδερου που θέλεις να επεξεργαστείς και ζεσταίνοντάς το σε πυρακτωμένα κάρβουνα, το σφυρηλατείς στο αμόνι, προκειμένου να δώσεις το σχήμα που θέλεις».
Βρισκόμαστε στην κοιτίδα της μαρματοτεχνίας και ο κ. Χατζής επισημαίνει: «Οι μαρμαροτεχνίτες, προκειμένου να δημιουργήσουν τα αντικείμενα που ήθελαν, έπρεπε να διαθέτουν τα κατάλληλα εργαλεία. Η τεχνοτροπία, το ύφος και η καλαίσθητη κατασκευή απαιτούσαν ανθεκτικά εργαλεία. Η Τήνος ήταν το μεγαλύτερο απ' όλα τα νεοελληνικά κέντρα μαρμαροτεχνίας και ειδικότερα τα Έξω Μέρη, μια περιοχή με έδαφος άγονο, πλούσιο όμως σε μάρμαρο (λευκό, γκρίζο, πράσινο) και με πολλά λατομεία. Η τέχνη εδώ περνά από πατέρα σε γιο, αναδεικνύοντας σπουδαίους μαρμαράδες και τεχνίτες που άφησαν ανεξίτηλη τη σφραγίδα της σμίλης τους σε όλη την Ελλάδα».
Στη συζήτησή μας ο κ. Δημήτρης Χατζής αναφέρει διαρκώς τους άλλους δύο ονομαστούς σιδεράδες που κάλυπταν παλιότερα τις ανάγκες των λιθοξόων του Πύργου αλλά και όλης της Ελλάδας, τον μπαρμπα-Γιάννη Αλεξόπουλο και τον γιο του Κώστα. «Εφοδίαζαν επί έναν αιώνα όλα τα μαρμαρογλυφεία της χώρας και τα συνεργεία των αναστηλωτικών εργασιών στους αρχαιολογικούς χώρους με εργαλεία άριστης ποιότητας».
Τα εργαλεία λατόμευσης και μαρμαροτεχνίας ήταν η προέκταση του χεριού των σπουδαίων τεχνιτών και είναι χαρακτηριστικό ότι σε ένα τυπικό οκτάωρο υπολογίζεται ότι βαρούσαν 25.000 σφυριές με τον ματρακά, είδος σφυριού με σιδερένια παραλληλόγραμμη χοντρή κεφαλή και ξύλινη λαβή.
Άξιος συνεχιστής αυτής της σιδηρουργικής παράδοσης του νησιού είναι σήμερα ο διάδοχός τους κ. Χατζής, ο οποίος φρόντισε να αξιοποιήσει όλα τα μαθήματα που έλαβε από τους δασκάλους του.
Το επάγγελμα του σιδηρουργού είναι επίπονο και σκληρό, γι' αυτό χρειάζεται αρκετή δύναμη και αντοχή. Όμως για τον κ. Χατζή η σιδηρουργία είναι τέχνη και δημιουργική απασχόληση. Καθημερινά, εδώ και πολλά χρόνια, έχει τη δυνατότητα να μεταμορφώνει τα υλικά, να τους δίνει το σχήμα που επιθυμεί, να συνθέτει και εν τέλει να διακοσμεί ό,τι φτιάχνει.
Αρμονία, φαντασία, αισθητική και μεράκι είναι τα απαραίτητα χαρακτηριστικά του επαγγέλματός του. Ένας άνθρωπος καλοσυνάτος, πολυσχιδής, λιγομίλητος, περήφανος και ακούραστος, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Πύργο. Μετά το Γυμνάσιο πήγε στην Αθήνα, όπου σπούδασε Μηχανικός Εμπορικού Ναυτικού. Έπειτα από χρόνια περιπλάνησης ως μηχανικός στα καράβια, αποφάσισε να επιστρέψει στο νησί, γνώρισε τη σύζυγό του Ραμπέλλα και από τότε είναι πολλά χρόνια μαζί. Έχουν αποκτήσει δύο παιδιά και μένουν μόνιμα στον Πάνορμο.
Λέει συχνά ότι την τέχνη της σιδηρουργίας την αγάπησε και ήταν ο λόγος που επέλεξε να κρατήσει το παραδοσιακό σιδηρουργείο στον Πύργο. Ευελπιστεί ότι θα βρεθεί διάδοχος γιατί είναι ένα από τα επαγγέλματα που χάνεται στο πέρασμα του χρόνου εξαιτίας της τεχνολογικής εξέλιξης.
Πολύτιμο εφόδιο για εκείνον είναι οι μνήμες. Τον γοητεύει που απασχολείται με ένα από τα τελευταία χειρωνακτικά επαγγέλματα και τονίζει συνεχώς ότι ο σιδηρουργός κατασκευάζει στο χέρι τα εργαλεία για την επεξεργασία του μαρμάρου. Ανάμεσα στις πολλές εργασίες που έχει αναλάβει είναι και η ανακατασκευή κινητικών μερών και μερών περιστροφής του ανεμόμυλου στον Πύργο της Τήνου, όπως και διάφορα μανουάλια, κηροπήγια, σταυροί, διακοσμητικά, χειροποίητες κλειδαριές.
Επίσης, φτιάχνει εργαλεία λιθοξοΐας για τη Σχολή Μαρμαρογλυπτικής Πύργου αλλά και για επαγγελματίες του κλάδου ανά την Ελλάδα και την Ευρώπη σε τομείς όπως οι αναστήλωση μνημείων (Ακρόπολη, Επικούρειος Απόλλωνας στις Βάσσες της Φιγαλείας), για ποικίλους μηχανισμούς, π.χ. για ανακατασκευές αρχαίων μηχανισμών (Μηχανισμός της Ελεύθερνας), κλειδαριές για σπίτια, χειροποίητες σιδεριές, κάγκελα, σιδερικά όπως μάσκουλα, τσεμπερέκια, σύρτες, ρόπτρα κ.ά. και γλυπτά από μέταλλο.
Κατά το παρελθόν, ο τομέα της απασχόλησής των σιδηρουργών χωριζόταν σε τρεις κατηγορίες: στα σιδηρουργεία μέσα στο χωριό, στους εργαζόμενους μόνιμα στον χώρο του λατομείου και στους πλανόδιους. Η εργασία των σιδηρουργών ήταν συνώνυμο του μόχθου, του μεροκάματου και της βιοπάλης.
Ζώντας όλες τις εποχές του χρόνου στο νησί, ο κ. Χατζής λέει ότι η ζωή κυλά πολύ ήρεμα στην Τήνο. Ακόμα και όταν έφυγε στην ηλικία των δεκαπέντε ετών για να ταξιδέψει, σκεφτόταν πότε θα επιστρέψει μόνιμα στο νησί του. Έχει σκοπό να συνεχίσει όσο μπορεί να είναι ένας γητευτής του μετάλλου και να δημιουργεί έργα τέχνης και εργαλεία καθημερινής χρήσης, παρά τα εμπόδια και τις δυσκολίες της εποχής.
«Το μάρμαρο προέρχεται από τα βάθη της γης και είναι το υλικό των μνημείων. Εμείς γινόμαστε οι άνθρωποι που κατασκευάζουν τον εξοπλισμό μεταμόρφωσης του μαρμάρου από σκληρό πέτρωμα σε ένα έργο τέχνης» αφηγείται.
Λίγο πριν τον αποχαιρετήσω, μ' εκείνο το μόνιμο χαμόγελο στο πρόσωπό του καταλήγει: «Εδώ μέσα έχω ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου. Αξέχαστες μνήμες, παλιές ιστορίες, πάμπολλοι ταξιδευτές, χιλιάδες στιγμές αλλά και η καθημερινή ανάγκη να είσαι το άτομο που δίνει λύσεις καθ' όλη τη διάρκεια του έτους είναι όλα όσα κρατώ ως σημαντικές αναμνήσεις από τον χώρο αυτόν».