ΜΙΑ ΤΕΤΑΜΕΝΗ ΣΤΙΓΜΗ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΑΝΑΣΥΝΤΙΘΕΤΑΙ ΣΕ ΕΝΑ ΣΠΟΥΔΑΙΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΟΥ ΜΟΛΙΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗΚΕ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
To 1967 ο Εβραίος ποιητής και επιζών του Ολοκαυτώματος Πάουλ Τσέλαν επισκέφθηκε την περίφημη καλύβα για σκι του Μάρτιν Χάιντεγκερ στην καρδιά του γερμανικού Μέλανος Δρυμού. Εκεί ακριβώς, σαράντα χρόνια πριν, ο γερμανός φιλόσοφος είχε γράψει το Είναι και χρόνος, ένα από τα ορόσημα του υπαρξισμού του 20ού αιώνα. Για κάθε πιστό χαϊντεγκεριανό, το μικροσκοπικό καλύβι εξακολουθεί να αποτελεί τόπο υποχρεωτικού προσκυνήματος.
Μια μέρα πριν, στο Πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ, ο Τσέλαν διάβαζε στίχους του σε ένα πλήθος που είχε πλημμυρίσει τον χώρο. Όταν, την επομένη, ποιητής και φιλόσοφος συναντήθηκαν για πρώτη φορά, ένας δημοσιογράφος πρότεινε να ποζάρουν για μια φωτογραφία. Ο Τσέλαν το απέφυγε. Το ναζιστικό παρελθόν του Χάιντεγκερ είχε σταθεί ανάμεσά τους. Σε τελική ανάλυση, ο φιλόσοφος δεν είχε ποτέ δημόσια αποστασιοποιηθεί από τα πολιτικά του παραπτώματα. Αν και ο Τσέλαν θαύμαζε τη φιλοσοφία του Χάιντεγκερ, δεν ήταν διατεθειμένος να προσφέρει στον φιλόσοφο την πολιτική άφεση αμαρτιών που τόσο απεγνωσμένα ζητούσε.
Στο ποίημα «Todtnauberg»—ονομασία της περιοχής όπου η καλύβα του Χάιντεγκερ— ο Τσέλαν ανακαλεί πώς υπέγραψε στο ημερολόγιο της καλύβας, με «μιαν ελπίδα για μια του στοχαστή λέξη να 'ρχόταν στην καρδιά» — ένας λόγος μεταμέλειας. Μα οι ελπίδες του αντίκρισαν πέτρινη σιωπή. Από τα χείλη του φιλοσόφου λόγια μεταμέλειας δεν βγήκαν. Και, για να γίνει εντονότερη η τραγική ειρωνεία μιας ήδη τεταμένης κατάστασης, Tod είναι η γερμανική λέξη για τον θάνατο και «Todesfuge» («Φούγκα Θανάτου») είναι το ποίημα που, μεταπολεμικά, εκτόξευσε τον Τσέλαν σε διασημότητα της διεθνούς λογοτεχνίας.
Προς το τέλος του ποιήματος, ο Τσέλαν, έγκλειστος άλλοτε στρατοπέδου συγκέντρωσης, θα διακηρύξει δυσοίωνα: «Ο θάνατος είν' ένας πρωτομάστορας από τη Γερμανία». Αυτή είναι με διαφορά η πιο συχνά παρατιθέμενη φράση από το λαμπρό έργο του Τσέλαν. Αξίζει να μνημονεύσουμε τους θαυμάσιους πρώτους στίχους του ποιήματος:
Μαύρο γάλα της αυγής το πίνουμε το βράδυ
το πίνουμε μεσημέρι και πρωί το πίνουμε τη νύχτα
και πίνουμε και πίνουμε
σκάβουμε τάφο στον αιθέρα εκεί δε θα 'ναι τόσο στενόχωρα.
Ο Τσέλαν διαβάζει το ποίημά του «Todesfuge» («Φούγκα Θανάτου»)
Όπως τόσοι πολλοί Γερμανοί της γενιάς του, ο Χάιντεγκερ δεν αποπειράθηκε ποτέ σοβαρά να διαχειριστεί τις αμαρτίες του γερμανικού παρελθόντος. Από την άποψη αυτή, διόλου δεν διευκόλυνε, βέβαια, το έργο των Εβραίων «παιδιών του» — αρκετά από τα οποία τον εκλιπαρούσαν μεταπολεμικά να αποστασιοποιηθεί δημόσια και ευθέως από τις συνεργασίες και ερωτοτροπίες εκείνες την εποχή των ναζί, οι οποίες εξακολουθούσαν να αμαυρώνουν τη φήμη του. Αντί γι' αυτό, στα σχετικά λίγα αποσπάσματα του αχανούς χαϊντεγκεριανού corpus όπου καταδέχεται να ασχοληθεί με τις φρικαλεότητες του πολέμου που είχαν εξαπολύσει οι ναζί, το μόνο που βρίσκει κανείς είναι υπεκφυγές και εκλογικεύσεις — όπως στην ομιλία προς το τέλος της δεκαετίας του 1940 στην οποία ο Χάιντεγκερ εξισώνει προσβλητικά «τη βιομηχανική παραγωγή πτωμάτων σε θαλάμους αερίων» με «την εκμηχανισμένη γεωργία».
Τρία χρόνια μετά την απογοητευτική συνάντηση με τον Χάιντεγκερ, ο Τσέλαν συναντήθηκε με ένα πεπρωμένο δυστυχώς υπερβολικά γνώριμο στους επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος: Αυτοκτόνησε. Έπεσε στον Σηκουάνα και πνίγηκε.
_________________
Ο πρόλογος από το βιβλίο του ΡΙΤΣΑΡΝΤ ΓΟΥΟΛΙΝ, «ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΧΑΪΝΤΕΓΚΕΡ ―Χάνα Άρεντ, Καρλ Λέβιτ, Χανς Γιόνας και Χέρμπερτ Μαρκούζε» που μόλις κυκλοφόρησε από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σε μετάφραση Μάνου Βασιλάκη
Aπό το δελτίο τύπου της έκδοσης: Ο Μάρτιν Χάιντεγκερ συγκαταλέγεται στους σπουδαιότερους φιλοσόφους του 20ού αιώνα, και το έργο του αποτέλεσε το ερέθισμα για πολλά πρωτότυπα και συναρπαστικά επιτεύγματα της νεωτερικής σκέψης. Η παρουσία του στις πανεπιστημιακές αίθουσες ήταν σαγηνευτική, και τη δεκαετία του 1920 προσήλκυε τους ευφυέστερους νεαρούς διανοούμενους της Γερμανίας. Πολλοί από αυτούς ήταν Εβραίοι, οι οποίοι θα έπρεπε εν τέλει να συμβιβάσουν τη φιλοσοφική και συχνά προσωπική αφοσίωσή τους στον Χάιντεγκερ με τις επαίσχυντες πολιτικές του αντιλήψεις.
Το 1933 ο Χάιντεγκερ συνέδεσε την τύχη του με τον εθνικοσοσιαλισμό. Ποδοπάτησε τη σταδιοδρομία Εβραίων φοιτητών και κατήγγειλε συναδέλφους του καθηγητές τους οποίους θεωρούσε ανεπαρκώς ριζοσπαστικούς. Επί σειρά ετών, υπέγραφε επιστολές και ξεκινούσε τις παραδόσεις του με τον χαιρετισμό «Χάιλ Χίτλερ!», ενώ μέχρι τέλους κατέβαλλε τη συνδρομή του στο ναζιστικό κόμμα. Εξίσου προβληματικές για τους πρώην φοιτητές του ήταν οι προσπάθειές του να θέσει την υπαρξιστική σκέψη στην υπηρεσία ναζιστικών επιδιώξεων, αλλά και το ότι ποτέ δεν αποκήρυξε τις ενέργειές του εκείνες.
Το βιβλίο διερευνά τους τρόπους με τους οποίους τέσσερις από τους σημαντικότερους Εβραίους φοιτητές του Χάιντεγκερ προσέγγισαν τη σχέση του δασκάλου τους με τους ναζί, καθώς και το πώς το γεγονός αυτό επηρέασε τη σκέψη τους. Η Χάνα Άρεντ, ερωμένη αλλά και φοιτήτρια του Χάιντεγκερ, έφθασε να συγκαταλέγεται στους σπουδαιότερους πολιτικούς στοχαστές του 20ού αιώνα. Ο Καρλ Λέβιτ επέστρεψε στη Γερμανία το 1953 και σύντομα έγινε ένας από τους κορυφαίους φιλοσόφους της. Ο Χανς Γιόνας απέκτησε φήμη ως ο κορυφαίος φιλόσοφος του περιβαλλοντισμού στη Γερμανία. Ο Χέρμπερτ Μαρκούζε έγινε διάσημος ως διανοούμενος της Σχολής της Φραγκφούρτης και μέντορας της Νέας Αριστεράς.
Γιατί δεν κατόρθωσαν οι λαμπρές εκείνες διάνοιες να αντιληφθούν τι έκρυβε η καρδιά του Χάιντεγκερ και τι επιφύλασσε το μέλλον στη Γερμανία; Πώς, μετά τον πόλεμο, θα επανεκτιμούσαν τις γερμανικές διανοητικές παραδόσεις; Θα μπορούσαν άραγε να περισώσουν κάποιες πτυχές της σκέψης του Χάιντεγκερ; Η φιλοσοφία τους θα αντανακλούσε ή θα απέρριπτε εντελώς τις πρώιμες σπουδές τους; Θα μπορούσαν άραγε οι χαϊντεγκεριανοί εκείνοι να συγχωρήσουν, ή ακόμη και να προσπαθήσουν να κατανοήσουν, την προδοσία του ανθρώπου που τόσο θαύμασαν; Τα Παιδιά του Χάιντεγκερ εντάσσουν τις παραδοξότητες αυτές σε μια ευρύτερη σκληρή ειρωνεία της τύχης: οι ευρωπαίοι Εβραίοι βίωσαν τη μεγαλύτερη συμφορά τους αμέσως μετά την πληρέστερη αφομοίωσή τους. Το βιβλίο βρίσκει στις αντιδράσεις τους απαντήσεις σε ερωτήματα για τη φύση της υπαρξιακής απογοήτευσης και για το σημείο όπου οι ιδέες συναντούν την πολιτική.
σχόλια