Αμφιβολίαδεν υφίσταται· το κοινό είναιβουλιμικό για ιστορίες. Θέλει νακαταπίνει, καθημερινά αν γίνεται, ερωτικάδράματα, περιπέτειες, εξωτικά ταξίδια,πολεμικές επιχειρήσεις, ψυχογραφίεςαδικημένων, ηρωισμούς της φυλακής,καταγγελίες, σκληρά πορνό, ρομαντικέςδιηγήσεις, αστυνομικές πλοκές, ό,τιβάλει ο νους του ανθρώπου. Δικαιολογημέναο κινηματογράφος, έβδομη τέχνη καιφαρμακερή, απέβη γιγάντιο σουπερμάρκετσυγκινήσεων όπου ο πελάτης ουδέποτεμένει ανικανοποίητος.
Βέβαιαη μύηση στις αφηγήσεις οφείλεται στηγραφή, όχι στην κάμερα που, ως τρισέγγονητης γραφίδας, τα βρήκε όλα έτοιμα. Ηλογοτεχνία έμαθε τον αναγνώστη να μένειμόνος με τη φαντασία του, να πιστεύεικάτι που δεν βλέπει, να μεταμορφώνεταιπαραμένοντας ακίνητος σχεδόν σε ένακάθισμα και σε μια κάμαρη όπου τίποτεδεν σαλεύει εκτός από τον ήχο της σελίδαςπου γυρίζει. Με τη διαφορά ότι η ανάγνωσηαπαιτεί ειδική προσπάθεια· κόβειςτις σελίδες, κρατάς το βιβλίο ή, αν είσαιστο κρεβάτι, το ακουμπάς στην κοιλιάσου, υπογραμμίζεις, κρατάς και καμιάσημείωση, σταματάς για να πας στοναπόπατο, διακόπτεις για να απαντήσειςστο τηλέφωνο.
Οαναγνώστης είναι μόνος και αυτόνομος·ξαναδιαβάζει κάποιο κεφάλαιο, διαβάζεικαι ξαναδιαβάζει μια φράση, συχνά τρέχειστο τελευταίο κεφάλαιο για να δει τηνκατάληξη. Από τη στιγμή όμως που έγινεαπό αναγνώστης θεατής, τα κόζια άλλαξαν.Πριν απ' όλα ξέχασε τη μόνωση. Στηνκινηματογραφική αίθουσα πάει νααπομονωθεί ανάμεσα σε πλήθος κόσμου.Στην οθόνη οι σελίδες (σεκάνς και πλάνα)ξεφυλλίζονται μόνες τους, η ιστορίατρέχει ακόμα κι αν η αίθουσα είναι άδεια.Άρα ο θεατής είναι παθητικός· κάτισυμβαίνει στην οθόνη κι αυτός καλείταινα μην το χάσει.
Τιχάνει λοιπόν και τι κερδίζει; Η όρεξηγια παραμύθιασμα ξεκινά με μια τραχύτατημετατόπιση. Σαν να γυρίζει κάποιοςδιακόπτης μέσα στην καρδιά του, το σκάειαπό την καθημερινότητα και παραδίδεταιστη μη πραγματικότητα. Η ψυχοθεραπείαείναι προφανής, βγάζει μάτια. Όπως ταπαιδάκια που, μόλις πιάσουν στα χέριατους τα γκέιμ μπόι, δεν ακούγεται μιλιάστην κάμαρή τους, οι μεγάλοι ξαρματώνονταιτη ζωή τους για να μεταμορφωθούν σεανάλαφρα φαντάσματα. Η ταύτιση με ταπρόσωπα της ιστορίας μοιάζει με όνειροπου το παρακολουθεί με ανοιχτά μάτια.Το νόημα περνάει στο αίμα του εν τάχει.Αλλά το πιο χαρακτηριστικό είναι ότιτο πλασματικό συγκινεί περισσότερο απότην ίδια τη ζωή (που ποτέ δεν είναι ηίδια αυτοπροσώπως).
Στηναίθουσα ο θεατής ζει (αυτό που δεν έζησε),ερωτεύεται (αυτή που δεν ερωτεύτηκε),δοκιμάζεται σε περιπέτειες (που στερείταιη φτωχή του πραγματικότητα), άρα δανείζεταιμε μηδενικό επιτόκιο από μια τράπεζαπου διαθέτει τα πάντα. Όλοι είμαστελειψοί. Έχουμε τα χάλια μας. Ο αρχιμάστοραςδεν μας πρόσεξε όταν μας έπλασε. Οιιστορίες όμως λειτουργούν σαν ινστιτούταψυχικής καλλονής. Οι θεατές αποκτούνπλασματικά την ιδεατή εικόνα του εαυτούτους· ενώ η πραγματική ζωή τουςκλαδεύει και τους πετσοκόβει, η φανταστικήαφήγηση τους επαναφέρει σε μια βαθύτηταπου μοιάζει με δικαιοσύνη. Είμαι αυτόςπου βλέπω στην οθόνη, όχι αυτός πουβλέπουν καθημερινά οι άλλοι.
Περιττόνα τονίσουμε ότι, συμπυκνωμένη,μεγεθυσμένη, η συγκίνηση της οθόνηςφτάνει ως τα φυλλοκάρδια, μέχρι σημείουο θεατής να εκπλήσσεται με την καρδιάτου. Ό,τι στον τρέχοντα βίο παραμένεικουρελιάρικο, ανολοκλήρωτο, χλιαρό, στοέργο φτάνει στο ζενίθ. Άμεσο αποτέλεσμαείναι η αίσθηση ότι ο συνηθισμένοςεαυτός αποτελεί απλό προσχέδιο, υποτυπώδεςεφόδιο· αντίθετα το πλασματικό εγώπου χορηγεί ο ήρωας (σε όλους και σεκανέναν) υιοθετείται ενθουσιαστικά ωςαληθινή ταυτότητα. Η μανία για ιστορίες,για αφηγηματικές φυγές, τροφοδοτείταιαπό ένα ψυχικό έλλειμμα που ουσιαστικάείναι μαγιά για ενδεχόμενες μεταμορφώσεις.
Αυτέςτις μεταμορφώσεις, ένα είδος εσωτερικήςεκπόρνευσης του θεατή, έτρεμαν οι παλιοίνομοθέτες. Έναν άνθρωπο που γίνεταιεγκληματίας, προδότης, μοιχός, αδικοπράγος,τύραννος και αιμοβόρος με το έτσι θέλω,πώς θα τον καταστήσουμε νομοταγή πολίτη;Η απάντηση είναι διδακτική: επειδήακριβώς ο θεατής μπορεί να παραδίδεταιστις παρορμήσεις του αυτοπαθώς, χωρίςνα βλάπτει κανέναν, η αίθουσα αναδεικνύεταισε ψυχοθεραπευτήριο πρώτης γραμμής.
Απότεχνικής πλευράς, η αποδέσμευση από τηγλώσσα και η χρήση της λίνγκουα φράνκαγια όλους τους λαούς (που δεν είναι άλληαπό την εικόνα) κατέστησε τον κινηματογράφοπαγκόσμια γλώσσα και τέχνη. Με τουςυπότιτλους η παγκοσμιοποίηση θριαμβεύει.Από την Ιαπωνία μέχρι την Αλάσκα, όλοιτρώνε το ίδιο αφηγηματικό ψωμί. Ηλογοτεχνία διαρκώς και μονίμως«μεταφέρεται» στον κινηματογράφο.Αντίθετο παράδειγμα έχουμε; Τα πάντασυμβαίνουν, θα έλεγε κανείς, για ναπαρασταθούν αργά ή γρήγορα στο πανί.
Θαμπορούσε ένα τόσο ισχυρό μέσο να ξεφύγειαπό τα χέρια των Αμερικανών; Το Χόλιγουντμεταποίησε τον κινηματογράφο σε αυτόπου σημαίνει το όνομά του - τίμιο ξύλο.Οργανώνοντας τα κολοσσιαία μέσα τηςοθόνης, απέβη υπουργείο Εξωτερικών τωνΗΠΑ. Η πολιτική λειτουργεί αποτελεσματικάόταν δεν φαίνεται. Εξάγοντας συγκινήσεις,ιστορίες, μυθοποιήσεις του αμερικανικούκαι άλλου παρελθόντος, στήνοντας-θετικούς και αρνητικούς- ήρωεςπαραδειγματικούς, κατόρθωσε να κάνειτο παγκόσμιο κοινό να βλέπει τον εαυτότου σε αμερικανικό κάτοπτρο. Πρόκειταιγια βαριά βιομηχανία παραγωγής(αφηγηματικών) όπλων που παραμένειπρωτοφανής στην Ιστορία.
σχόλια