EΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΟ ΒΡΗΚΕ. Κάπου το είχε χώσει εκείνη η Αμαλία. Το φόρεσε και το ίσιωνε πάνω του με προσεκτικές κινήσεις της παλάμης του, σχεδόν σα χάδι, για να φύγουν οι ζάρες. Γυάλισε τα κουμπιά χνωτίζοντάς τα και τα σκούπισε με την φόδρα του παλτού. Άστραφταν τα μάτια του. Άστραφταν και τα κουμπιά κι ας είχαν περάσει τόσα χρόνια από τότε που του το είχε κάνει δώρο ο πατέρας του, ο συχωρεμένος, στα γενέθλια της ενηλικίωσής του. Ήταν καλό. Από ακριβό ύφασμα, καμηλό. Στερήθηκε πολλά ο δόλιος για να του το αγοράσει. Αλλά χαλάλι του! Ένα γιο τον είχε! Μ'αυτό πήγε στην ορκωμοσία για το πτυχίο του και καμάρωνε ο πατέρας του. Μ'αυτό βγήκε το πρώτο ραντεβού με τη γυναίκα του, την Αμαλίτσα του. Της άρεσε πολύ. Το φορούσε για να κλέβει τα γλυκόλογα των κοριτσιών τής γειτονιάς που τον ψήλωναν ίσα με δέκα πόντους! Τάχα μου, έβαζε το δάχτυλο κάθετα στα χείλη του για να τις κάνει να τα λένε πιο σιγά μήπως τις ακούσει η Αμαλία. Ο λεκές; Α, ο λεκές στο μπροστινό μέρος ήταν ενθύμιο από το πρώτο του εγγόνι όταν το κανάκευε και το ταχτάριζε στα γόνατά του. Πέντε εγγόνια έχει. Τρία από τον γιο και δύο από την κόρη.
Απόψε το βράδυ τους έχουν καλέσει σε χορό. Η Αμαλία ετοιμάζεται στο δωμάτιό τους. Θα τους πάνε τα παιδιά τους. Τα περιμένουν από στιγμή σε στιγμή. Σηκώθηκε και κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Υπήρξε ωραίος και ευθυτενής. Κρατιέται ακόμα. Για την ηλικία του είναι μια χαρά! Όρθωσε το κορμί του, ξεκούμπωσε τα τρία τελευταία κουμπιά του παλτού του για να κάνει με άνεση τις φιγούρες του ταγκό, όταν θα χόρευε με την Αμαλίτσα του. Ίσιωσε για ακόμα μια φορά την κουφόπιετα και με προσεκτικές κινήσεις χώθηκε στην πολυθρόνα μέχρι να έρθει η ώρα να φύγουν.
Ακούει βήματα. Ήρθαν να τους πάρουν. Σηκώθηκε, έφτιαξε το παλτό του, έτοιμος. Η πόρτα άνοιξε. Οι νοσηλευτές τον βρήκαν στην ίδια θέση που τον άφησαν χτες βράδυ. Τα χέρια και τα πόδια του, στο σταυρό του Αγιαντρέα, δεμένα με κουρελόπανα στα κάγκελα του κρεβατιού. Του έκλεισαν τα μάτια. Τον σκέπασαν μέχρι πάνω με το σεντόνι του. Δεν τον είχε αναζητήσει κανείς. «Χωρίς συγγενείς», έγραψαν στον φάκελό του.