Ως γνωστόν η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει τις συνήθειες χιλιάδων Ελλήνων κάτι που αποτυπώνεται διαρκώς στις έρευνες που διεξάγονται.
Έτσι, όπως προκύπτει από τις διαθέσιμες μελέτες, οι οποίες περιλαμβάνονται στο 45ο τεύχος του Οικονομικού Δελτίου της Τράπεζας της Ελλάδος, το ύψος της συνολικής ετήσιας κατανάλωσης τροφίμων μειώθηκε, ούτε λίγο, ούτε πολύ κατά 27%.
Η ετήσια κατανάλωση τροφίμων εντός σπιτιού μειώθηκε κατά μέσον όρο στο 29,4%. Μάλιστα, στα φτωχότερα νοικοκυριά η μείωση είναι της τάξης του 30,8%, ενώ στα υψηλότερα κλιμάκια κατά 32,3%.
Η μείωση αυτή είναι στατιστικά σημαντική σε όλο το εύρος της κατανομής.
Θα πρέπει να σημειωθεί βέβαια ότι αυτή δεν είναι η πρώτη φορά τον τελευταίο χρόνο που καταγράφονται τέτοια στοιχεία. Σύμφωνα με την εταιρεία ερευνών IRI, τον Ιανουάριο, ο τζίρος από πωλήσεις τροφίμων στα σούπερ μάρκετ υποχώρησε κατά 10%, ενώ την πρώτη εβδομάδα του Μαρτίου η πτώση ανήλθε στο 15%, σε σύγκριση με τις αντίστοιχες περσινές περιόδους.
Την ίδια ώρα σύμφωνα με την ΤτΕ, η αποταμίευση των νοικοκυριών περιορίστηκε κατά την περίοδο της κρίσης, ενώ το ποσοστό των νοικοκυριών που δήλωσαν ότι τα έξοδά τους είναι χαμηλότερα από το εισόδημά τους μειώθηκε από 21,9% το 2009 σε 13,5 % το 2014.
Τα ευρήματα αυτά αντανακλούν, στο μικροοικονομικό επίπεδο, τη μεγάλη μείωση της παραγωγικής δραστηριότητας στην ελληνική οικονομία κατά την περίοδο 2009-2014 και τη συνακόλουθη μείωση της απασχόλησης.
Αναλυτικά η έρευνα
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε δυο φάσεις από την Τράπεζα της Ελλάδος στο πλαίσιο του Ευρωσυστήματος και παρέχει λεπτομερή πληροφόρηση για τα περιουσιακά στοιχεία, τα δάνεια και τον καθαρό πλούτο των νοικοκυριών, καθώς επίσης και για το εισόδημα και την κατανάλωσή τους.
Η πρώτη φάση της έρευνας στην Ελλάδα έγινε το 2009 με δείγμα 2.971 νοικοκυριά, και η δεύτερη το 2014 με δείγμα 3.003 νοικοκυριά.
Η τρίτη φάση της έρευνας για τα ελληνικά νοικοκυριά θα διεξαχθεί εντός του 2017 και θα ενσωματώνει πρόσθετες ερωτήσεις για το παθητικό των νοικοκυριών και συγκεκριμένα για τις οφειλές τους προς εφορίες, ασφαλιστικά ταμεία και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, προσφέροντας μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για το συνολικό χρέος των ελληνικών νοικοκυριών.
Σύμφωνα με ευρήματα της μελέτης που υπογράφει ο οικονομολόγος της ΤτΕ Ευάγγελος Χαραλαμπάκης, η διάμεση αξία του καθαρού πλούτου των νοικοκυριών κατά τη διάρκεια της κρίσης μειώθηκε κατά 40% και η μεταβολή αυτή είναι στατιστικά σημαντική.
Η πτώση της αξίας του καθαρού πλούτου αποδίδεται πρωτίστως στη μείωση της αξίας των πάγιων περιουσιακών στοιχείων και κυρίως της ακίνητης περιουσίας και δευτερευόντως στη συρρίκνωση της αξίας των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων.
Επίσης, η μελέτη καταδεικνύει μείωση της αξίας του υπολοίπου των συνολικών δανείων των νοικοκυριών και των ενυπόθηκων δανείων, αλλά η μεταβολή αυτή δεν είναι στατιστικά σημαντική. Από την άλλη πλευρά, παρατηρείται στατιστικά σημαντική μείωση του υπολοίπου των μη ενυπόθηκων δανείων.
Εκτός από τον καθαρό πλούτο των νοικοκυριών, το διάμεσο ετήσιο εισόδημα των νοικοκυριών μειώθηκε κατά 26% την περίοδο 2009-2014. Το περιορισμένο εισόδημα και η επιβολή φόρων έπληξε σημαντικά και την κατανάλωση των νοικοκυριών.
Το διάμεσο ύψος της συνολικής ετήσιας κατανάλωσης τροφίμων μειώθηκε κατά 27%.
Η μείωση αυτή είναι στατιστικά σημαντική σε όλο το εύρος της κατανομής.
Η αποταμίευση των νοικοκυριών περιορίστηκε κατά την περίοδο της κρίσης.
Το δε ποσοστό των νοικοκυριών που δήλωσαν ότι τα έξοδά τους είναι χαμηλότερα από το εισόδημα μειώθηκε από 21,9% το 2009 σε 13,5 % το 2014.