Προθεσμία μέχρι τον Ιούλιο έχει η κυβέρνηση για τον επανακαθορισμό του κατώτατου μισθού.
Σύμφωνα με το capital, η σχετική επιτροπή διαβούλευσης (ΟΜΕΔ,εκπρόσωποι Υπουργείου Εργασίας και ΥΠΟΙΚ) έχει αποστείλει επιστολές σε όλους τους επιστημονικούς φορείς (ΤτΕ, ΚΕΠΕ, ΙΟΒΕ, ερευνητικά ινστιτούτα κοινωνικών εταίρων, όπως το ΙΝΕ -ΓΣΕΕ, το ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ κλπ.) προκειμένου να καταθέσουν τις εκθέσεις τους σε σχέση με το ζήτημα.
Έπειτα ο φάκελος με τις εκθέσεις αυτές θα διαβιβαστεί στους κοινωνικούς εταίρους δηλαδή το ΣΕΒ, τη ΓΣΕΕ κλπ. προκειμένου να εκφέρουν τη γνώμη τους. Στη συνέχεια, το ΚΕΠΕ μαζί με 5μελή επιτροπή από εκπροσώπους του ΥΠΟΙΚ, του Υπ. Ανάπτυξης και του Υπ. Εργασίας θα πρέπει υποβάλουν ένα πόρισμα στο Υπ. Εργασίας και το ΥΠΟΙΚ, ενώ το Υπ. Εργασίας θα καταθέσει την τελική του πρόταση στο Υπουργικό Συμβούλιο, προκειμένου να λάβει τις τελικές αποφάσεις.
Τα σενάρια
Τρία είναι τα βασικά σενάρια τα οποία βρίσκονται στο τραπέζι σε σχέση με τη διαδικασία αλλά και τις τελικές κυβερνητικές αποφάσεις:
1.Όλη διαδικασία διαβούλευσης να «παγώσει» λόγω των ειδικών συνθηκών της πανδημίας.
2. Ολοκλήρωση της διαδικασίας η οποία έχει ξεκινήσει, αλλά να «παγώσει» κάθε μεταβολή του κατώτατου μισθού.
Σημειώνεται ότι η μείωση των εργατικών εισφορών των μισθωτών κατά 1,3 μονάδες έχει οδηγήσει σε αύξηση καθαρών αποδοχών τους κατά αντίστοιχο ποσοστό. Επίσης, επίκειται μείωση των εισφορών πχ κατά 0,5% υπέρ της επικουρικής ασφάλισης στα μέσα του 2022, η οποία θα οδηγήσει σε αύξηση κατά 0,25% και των καθαρών εργατικών αμοιβών.
3. Το τρίτο σενάριο, προβλέπει μία μικρή αύξηση τύπου 2% στον κατώτατο μισθό.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, πέρυσι σημειώθηκε αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας ανά εργαζόμενο κατά 3,5%. Ο δείκτης αυτός, σύμφωνα με οικονομολόγους οι οποίοι εμπλέκονται στη διαδικασία διαβούλευσης έχει πιο βαρύνουσα σημασία σε σχέση με την παραγωγικότητα της εργασίας ανά εργαζόμενο. Οι οικονομολόγοι αναφέρουν ότι μία αύξηση του θα πρέπει να αφορά προς όλους εκείνους οι οποίοι είτε αποκλείστηκαν από την εργασία λόγω της αναστολής των συμβάσεων αλλά και εκείνους που παρέμειναν στην εργασία ή προσελήφθησαν εν μέσω κρίσης, αλλά με χαμηλούς μισθούς και εξαιρετικά δύσκολες εργασιακές συνθήκες.