Μια ανεξάρτητη γυναίκα, μια προσωπικότητα του 18ου αιώνα, η Μαίρη Έντουαρντς του Κένσινγκτον «επιστρέφει» στο Λονδίνο μέσα από ένα πορτραίτο του Γουίλιαμ Χόγκαρθ στην Tate Britain, στην έκθεση «Χόγκαρθ και Ευρώπη» που ανοίγει τις πόρτες της στο κοινό τον Νοέμβριο.
Παρόλο που η Μαίρη Έντουαρντς ήταν μια πολυσυζητημένη προσωπικότητα στο Λονδίνο του 18ου αιώνα και υπήρξε και η πλουσιότερη γυναίκα στον κόσμο, το πρόσωπο και η ιστορία της δεν είναι γνωστά, αφού το πορτραίτο της του 1742, που ανήκει σήμερα τη συλλογή Φρικ στη Νέα Υόρκη, δανείζεται σπάνια αλλά και η ιστορία της, αυτή μιας πλούσιας Αγγλίδας που γύρισε την πλάτη της στο γάμο και τις συμβάσεις της εποχής δεν ταιριάζει στο αφήγημα της εποχής και του αιώνα που έζησε.
Ντυμένη με κόκκινο δαμασκηνό και στολισμένη με διαμάντια, η Έντουαρντς θα κάνει την μεγάλη της είσοδο στην αίθουσα της Tate ως επίκεντρο της έκθεσης και με την ιστορία μιας γυναίκας που ακολούθησε τον δικό της δρόμο και παραβίασε τα κοινωνικά ήθη της εποχής να κατέχει μια εντελώς διαφορετική θέση στον κόσμο του 21ου αιώνα.
Μαζί με το πορτραίτο της κυρίας Έντουαρντς θα προβληθούν και άλλα διάσημα έργα του Χόγκαρθ, εξαιρετικά δημοφιλή και γνωστά όπως το Marriage A-la-Mode (1743), A Rake's Progress (1734) και Gin Lane (1751).
Γεννημένη περίπου το 1704, η Έντουαρντς κληρονόμησε την περιουσία και των δύο πλούσιων γονέων της στις αρχές της δεκαετίας του '20. Οι επενδύσεις της, οι οποίες πιστεύεται ότι βασίστηκαν σε μεγάλο βαθμό στα κέρδη των σχεδίων ανάκτησης γης στην Ολλανδία και στην ιδιοκτησία ακινήτων, της απέφεραν 50.000-60.000 λίρες ετησίως, όταν ήταν σε ηλικία 23 ετών.
Στα τέλη της δεκαετίας του '20 παντρεύτηκε κρυφά τον λόρδο Anne Hamilton, που ονομάστηκε έτσι επειδή τον είχε βαφτίσει η βασίλισσας Άννα. Αν και ήταν από πλούσιο περιβάλλον, ως τρίτος γιος στην οικογένειά του δεν θεωρήθηκε κατάλληλος για σύζυγός της. Όταν η Μαίρη ανακάλυψε ότι ο σύζυγός της κατασπαταλούσε την περιουσία της, με μια πρωτοφανή για την εποχή κίνηση ακύρωσε τον γάμο της προκειμένου να διατηρήσει την περιουσία της και συνέχισε να ζει κρατώντας το επίθετό της. Το παιδί που είχε από το γάμο της κηρύχθηκε τότε νόθο, αλλά εκείνη συνέχισε να διεκδικεί το δικαίωμά της και δηλώθηκε ως ανύπαντρη μητέρα.
Το πορτρέτο της Έντουαρντς αντικατοπτρίζει την κατάστασή της και τον αυθόρμητο χαρακτήρα της, ενώ έχουν χρησιμοποιηθεί πολλά από τα σύμβολα της δύναμης που συνήθως απεικονίζονταν σε πίνακες ανδρών. Φορά ένα κόκκινο φόρεμα, βαρύτιμα κοσμήματα και κοιτάζει τον ζωγράφο κατάματα με ένα εξαιρετικά δυναμικό τρόπο. Στον πίνακα υπάρχει και ένα μεγάλο κυνηγόσκυλο και όχι ένα μικρό σκυλί που προτιμούσαν να κρατούν οι γυναίκες της εποχής της. Το χαρτί που βρίσκεται δίπλα της είναι μια διακήρυξη ατομικών δικαιωμάτων από το θεατρικό έργο «Cato» του Τζόζεφ Άντισον, το 1712. Στο βάθος της σύνθεσης υπάρχουν τα πορτραίτα του Αλφρέδου του Μεγάλου και της Ελισάβετ Α’, προσώπων σημαντικών στην αγγλική ιστορία.
Η Έντουαρντς έγινε προστάτης των τεχνών και απολάμβανε στενή φιλία με τον Χόγκαρθ. Μερικά από τα σημαντικότερα έργα του παραγγέλθηκαν από αυτήν, συμπεριλαμβανομένου του πίνακα ζωγραφικής του 1733 «Southwark Fair», ο οποίος δεν έχει εκτεθεί στη Βρετανία από το 1972 και τον πίνακα του 1742 «Taste in High Life», ο οποίος σχολίαζε τις υπερβολές της εποχής του.