Επί έξι μήνες μια ομάδα του Βρετανικού Μουσείου συνεργαζόταν με την αστυνομία για να ανακτήσει εκατοντάδες σφραγιδόλιθους, πετράδια και άλλα κοσμήματα που αξιωματούχοι του μουσείου λένε ότι ένας πρώην επιμελητής έκλεψε από τις αποθήκες του. Σε σχετική του ανακοίνωση τον Αύγουστο του 2023 το μουσείο έκανε λόγο για πολύτιμα αντικείμενα που είχαν χαθεί ή κλαπεί.
Οι έμποροι τέχνης που αγόρασαν τα κλεμμένα αντικείμενα, μερικά από τα οποία προέρχονται από την αρχαία Ρώμη, μέχρι στιγμής έχουν επιστρέψει 357 θησαυρούς στο μουσείο, δήλωσε η Aurélia Masson-Berghoff, επιμελήτρια που ηγείται της ομάδας ανάκτησης των χαμένων αντικειμένων.
Αυτή η «λεία» είναι το υλικό της έκθεσης «Rediscovering Gems», που καταλαμβάνει μια αίθουσα δίπλα στη μεγάλη είσοδο του Βρετανικού Μουσείου και θα διαρκέσει έως τις 2 Ιουνίου. Περιλαμβάνει δεκάδες μικροσκοπικά τεχνουργήματα, γνωστά ως cameo και intaglio.
Αν και περισσότερα από 1.000 αντικείμενα εξακολουθούν να λείπουν και μπορεί να χρειαστεί χρόνια για να εντοπιστούν, η Masson-Berghoff ελπίζει ότι τελικά θα ανακτηθούν. Η νέα έκθεση αποτελεί μέρος των προσπαθειών του μουσείου να διαλευκανθούν αυτές οι κλοπές και να επανέλθουν σε αυτό τα κλεμμένα.
Απεικονίζοντας θεότητες, διάσημα πρόσωπα, ζώα, αντικείμενα και σκηνές από τη μυθολογία ή την καθημερινή ζωή, αυτά τα μικρά έργα τέχνης κατέχουν σημαντική θέση στην Ιστορία της Τέχνης.
Χρησιμοποιήθηκαν ως σφραγίδες, φορέθηκαν ως κοσμήματα ή συλλέγονταν ως αντικείμενα ομορφιάς. Το σκάλισμά τους είναι εκπληκτικής δεξιοτεχνίας και έγιναν περιζήτητα πολυτελή αντικείμενα και σύμβολα εξουσίας.
Στην έκθεση υπάρχει ένα κλασικό ντουλάπι πολύτιμων λίθων του 18ου αιώνα που φιλοξενεί πολύτιμους λίθους και σφραγιδόλιθους, έναν μεγεθυντικό φακό και σχέδια συλλεκτών, αποτυπώνοντας έτσι τη γοητεία που έχουν διατηρήσει μέσα στους αιώνες. Πιστεύεται μάλιστα ότι ο Μιχαήλ Άγγελος (1475-1564) στήριξε τη φιγούρα του Αδάμ στο παρεκκλήσι της Καπέλα Σιξτίνα σε ένα ρωμαϊκό cameo του Αυγούστου στον Αιγόκερω.
Τα μικροσκοπικά τεχνουργήματα, οι πολύτιμοι αυτοί λίθοι ήταν υποτιμημένοι κυρίως λόγω του μεγέθους τους. Πολλά από αυτά είναι μικρότερα από μισή ίντσα και συχνά τα σχέδιά τους δεν διακρίνονται στο φυσικό φως. Στην έκθεση θα υπάρχει ειδικός φωτισμός για το καθένα από αυτά.
Παλιότερα, μερικοί από τους προηγούμενους επιμελητές των ελληνικών και ρωμαϊκών αρχαιοτήτων του μουσείου προτίμησαν να επικεντρωθούν σε μεγαλύτερα και πιο γνωστά αντικείμενα, π.χ. σε αγάλματα και αγγεία, γεγονός που θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί πολλά από τα cameo και τα κοσμήματα δεν είχαν καταγραφεί προτού κλαπούν.
Οι πρώτοι πολύτιμοι λίθοι είχαν σχέδιο χαραγμένο στο γυαλί. Χρησιμοποιήθηκαν ως σφραγίδες· οι άνθρωποι τις πίεζαν σε υγρό πηλό και ισοδυναμούσαν με την υπογραφή τους. Εφευρέθηκαν στη Μεσοποταμία, αλλά οι αρχαίοι Έλληνες τις οικειοποιήθηκαν και λόγω του ενδιαφέροντός τους για τη μυθολογία αποτύπωσαν σε αυτές όλους τους θεούς. Σε ένα από τα τεχνουργήματα της έκθεσης υπάρχει μια μικροσκοπική φιγούρα με στεφάνι από κισσό στα μαλλιά – είναι ο Βάκχος, ο θεός του κρασιού. Υπάρχει και ένα cameo φτερωτού έρωτα που όταν το κοιτάς έχεις την αίσθηση ότι προοριζόταν για ένα αγαπημένο πρόσωπο. Ούτως ή άλλως, πολλά από αυτά προορίζονταν για δώρα.
Οι Ρωμαίοι έμαθαν πώς να φτιάχνουν πολύτιμους λίθους από γυαλί τον 1ο αι. μ.Χ. Το γυαλί ήταν νέο και συναρπαστικό υλικό γι' αυτούς, μάλιστα τους έδινε τη δυνατότητα να παράγουν μαζικά. Τότε ακόμα το λιώσιμο του γυαλιού σε καλούπι ήταν μια πολύ περίπλοκη και δύσκολη διαδικασία, ωστόσο βρίσκεις πολλούς πολύτιμους λίθους από γυαλί σε πολύ ακριβές χρυσές βάσεις.
Στην Αναγέννηση, οι άνθρωποι άρχισαν να παθιάζονται με τα σκαλιστά πετράδια επειδή εκτιμούσαν τους καλλιτέχνες της κλασικής εποχής. Τότε ξεκίνησε πραγματικά η μανία με τους πολύτιμους λίθους.
Οι συλλέκτες αγαπούσαν τους πολύτιμους λίθους και επειδή ήταν άθικτοι. Από ένα αρχαίο άγαλμα μπορεί να έλειπαν τα χέρια ή η μύτη, αλλά τα cameo ήταν πλήρη, έτσι οι συλλέκτες τα έβλεπαν ακριβώς όπως οι αρχαίοι Έλληνες και οι Ρωμαίοι. Ειδικά τον 18ο αιώνα, βασιλικά μέλη, αριστοκράτες, καλλιτέχνες και αρχαιολόγοι είχαν σημαντικές συλλογές, τα σχέδια των οποίων κατέγραφαν τις προσωπικές και αισθητικές τους προτιμήσεις. Ωστόσο, επειδή ήταν δημοφιλή αναπαράχθηκαν ευρέως και παραποιήθηκαν.
Το Βρετανικό Μουσείο έχει δεσμευτεί να ανακτήσει όλα τα κλεμμένα αντικείμενα και να αποτρέψει το ενδεχόμενο κλοπής στο μέλλον. Επίσης, έχει ξεκινήσει ένα φιλόδοξο πενταετές σχέδιο για την ολοκλήρωση της τεκμηρίωσης και της ψηφιοποίησης ολόκληρης της συλλογής.
Με πληροφορίες από Βρετανικό Μουσείο, ΝΥΤ