Νέο φως στα έργα του Μιχαήλ Άγγελου ρίχνει η έκθεση «Μικελάντζελο: Οι τελευταίες δεκαετίες» που διοργανώνει το Βρετανικό Μουσείο και θα διαρκέσει από τις 2 Μαΐου έως τις 28 Ιουλίου 2024.
Η έκθεση επικεντρώνεται στα τελευταία 30 χρόνια της ζωής του μεγάλου δασκάλου της Αναγέννησης. Στοχεύει να απομακρύνει την προσοχή από τη νεανική περίοδο παραγωγής του και να ρίξει φως στα έργα που έγιναν τα χρόνια λίγο πριν από τον θάνατό του στα 89 του χρόνια, το 1564.
Ο Μικελάντζελο ντι Λοντοβίκο Μπουοναρότι Σιμόνι, γνωστός ως Μιχαήλ Άγγελος, Ιταλός γλύπτης, ζωγράφος, αρχιτέκτονας και ποιητής της Αναγέννησης, που άσκησε απαράμιλλη επίδραση στην ανάπτυξη της δυτικής τέχνης, γεννημένος το 1475, συνέδεσε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του με τη Φλωρεντία. Με μια έμφυτη κλίση στη ζωγραφική, σπούδασε αρχικά υπό την καθοδήγηση του ουμανιστή Φραντσέσκο ντ' Ουρμπίνο, αλλά το 1487 ξεκίνησε ως μαθητευόμενος στο εργαστήριο ζωγραφικής του Ντομένικο Γκιρλαντάγιο.
Παραμένοντας στην υπηρεσία των Μεδίκων, για τους οποίους έκανε σπουδαία έργα, μετά την άνοδο του μοναχού Τζιρόλαμο Σαβοναρόλα εγκατέλειψε τη Φλωρεντία και, αφού έμεινε για ένα διάστημα στη Βενετία, εγκαταστάθηκε στην Μπολόνια. Ο Μιχαήλ Άγγελος, σε αντίθεση με τον Λεονάρντο ντα Βίντσι, που θεωρούσε τον Σαβοναρόλα φανατικό, επηρεάστηκε από τα κηρύγματά του, τα οποία ενδεχομένως να συνέβαλαν στη θρησκευτική του συγκρότηση.
Το 1534, ο Μιχαήλ Άγγελος έφυγε από τη Φλωρεντία για τη Ρώμη. Δεν θα ξανάβλεπε την πατρίδα του. Ήταν 59 ετών και θα ζούσε τα επόμενα τριάντα χρόνια στη Ρώμη. Η κίνηση αυτή σηματοδότησε την αρχή ενός δραματικού νέου κεφαλαίου που θα διαμόρφωνε θεμελιωδώς τις εμπειρίες του ως καλλιτέχνη και ως άνδρα. Στη Ρώμη είχε κληθεί από τον Πάπα Κλήμη Ζ΄ για να ζωγραφίσει μια τοιχογραφία της «Τελευταίας Κρίσης» στην Καπέλα Σιστίνα – μια κίνηση που του έφερε νέες παραγγελίες και τον ένωσε ξανά με μερικούς από τους πιο στενούς του φίλους. Αυτά τα τριάντα χρόνια μιας αξιοσημείωτης ζωής και καλλιτεχνικής εξέλιξης εξετάζει η έκθεση του Βρετανικού Μουσείου, συνδέοντας τη θρησκευτικότητα των έργων του με την αντιμετώπιση του γήρατος και του θανάτου.
Ο Μιχαήλ Άγγελος ήταν ο πιο διάσημος καλλιτέχνης στην Ευρώπη, όταν έφτασε στη Ρώμη. Ο δάσκαλος της Αναγέννησης δεν ήταν ακόμη τριάντα ετών όταν ολοκλήρωσε το μνημειώδες γλυπτό του Δαβίδ (1504), φτιαγμένο θαυμαστά από ένα μόνο τετράγωνο μαρμάρου Καράρα, που θεωρούνταν ακατάλληλο. Ήταν μόλις τριάντα ετών όταν ολοκλήρωσε μόνος του την τεράστια νωπογραφία του στην οροφή της Καπέλα Σιστίνα του Βατικανού.
Αναζητώντας την πνευματικότητα, τη δέσμευση στη θρησκεία και τη χριστιανική πίστη, ελπίζοντας στη σωτηρία και στη μετά θάνατον ζωή, δημιούργησε στη Ρώμη στη διάρκεια αυτών των τριών τελευταίων δεκαετιών μερικά από τα πιο εντυπωσιακά έργα της καριέρας του.
Διασώζονται μέχρι σήμερα τα δυνατά προπαρασκευαστικά σχέδια για την «Τελευταία Κρίση» καθώς και τα πρόσφατα συντηρημένα «Επιφάνια» –ένα από τα δύο μόνο σωζόμενα έργα του Μιχαήλ Άγγελου σε χαρτόνι– που δείχνουν την ανανεωμένη του ενέργεια και την επιθυμία να αμφισβητήσει τον εαυτό του. Κατάφερε επίσης να ξαναφτιάξει την παπική Ρώμη με μια σειρά αρχιτεκτονικών έργων που εξακολουθούν να σημαδεύουν την πόλη.
Αυτά τα έργα παρουσιάζονται παράλληλα με μελέτες για τα αρχιτεκτονικά έργα του, καθώς και σχέδια, ποιήματα και προσωπικές επιστολές που αποκαλύπτουν τα προσωπικά του πάθη και αγωνίες. Πρωταγωνιστούν οι διαλογιστικοί σταυροί του, σχέδια που δείχνουν το βάθος της θρησκευτικότητας με την οποία περιβλήθηκε εκείνες τις δεκαετίες το έργο του. Αντί να δείχνει έναν καλλιτέχνη σε παρακμή, αυτή η έκθεση δείχνει τον εκπληκτικό δυναμισμό που έφερε ο Μιχαήλ Άγγελος στο έργο του τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του, καθώς εξερεύνησε το ζήτημα της σωτηρίας και αντιμετώπισε τη θνητότητά του.
Η έκθεση περιλαμβάνει ένα σώμα περίπου 50 σχεδίων του και περισσότερα από 50 έργα τέχνης και αντικείμενα τα οποία δημιουργούν ένα περιγραφικό ανάγλυφο της εσωτερικής αγωνίας του Μιχαήλ Άγγελου, που θα κορυφωθεί στα σχέδια που έκανε λίγο πριν από το τέλος της ζωής του για τη Σταύρωση, τα οποία εκφράζουν την εσωτερική του αγωνία.
Την έκθεση ανοίγει ένα πορτρέτο του καλλιτέχνη από τον συντοπίτη του από την Τοσκάνη, Daniele da Volterra. Είναι ένα ρεαλιστικό σχέδιο, ο μεγάλος δάσκαλος ποζάρει με τη διάσημη μύτη του λίγο στραβή, από τότε που την έσπασε σε έναν εφηβικό καυγά.
Η πρώτη ενότητα συγκεντρώνει τα προπαρασκευαστικά σχέδια και μια μεγάλη έγχρωμη προβολή της πλήρους τοιχογραφίας του έργου «Τελευταία Κρίση». Η μελέτη ενός αγγέλου και άλλων μορφών υποδηλώνει κάτι σεξουαλικό στις λεπτομερείς απεικονίσεις της ανδρικής ομορφιάς, αν και η επιμελήτρια της έκθεσης, Sarah Vowles, διαφωνεί λέγοντας ότι η τοιχογραφία, της οποίας τα πολυάριθμα ανδρικά γυμνά σκανδάλισαν τους κληρικούς του 16ου αιώνα, αντιμετωπίζει «το ανθρώπινο σώμα ως έργο του Θεού», όχι ως κάτι «ρητά φτιαγμένο για να διεγείρει την επιθυμία».
Η έκθεση εξετάζει επίσης την εμφατική προσκόλληση του Μιχαήλ Άγγελου στον Tommaso de' Cavalieri, τον όμορφο Ιταλό ευγενή που γνώρισε ο καλλιτέχνης στις αρχές της δεκαετίας του 1530. «Αν και αναμφισβήτητα ρομαντική, ακόμη και εμμονική, η αγάπη του Μιχαήλ Άγγελου γι' αυτόν ήταν πιθανώς ανολοκλήρωτη», λέει η Vowles. Ένα ολόκληρο τμήμα της έκθεσης οργανώθηκε γύρω από την πνευματική φιλία του Μιχαήλ Άγγελου με μια άλλη ευγενή προσωπικότητα, την Vittoria Colonna, μαρκησία της Πεσκάρα. Η Colonna υπήρξε μια γυναίκα μορφωμένη με σημαντικό πνευματικό κύκλο, ποιήτρια που η πρώιμη ποίησή της άρχισε να προσελκύει την προσοχή στα τέλη της δεκαετίας του 1510 και τελικά την καθιέρωσε ως μια από τις πιο δημοφιλείς ποιήτριες της Ιταλίας του 16ου αιώνα. Μετά τον πρόωρο θάνατο του συζύγου της, κατέφυγε σε ένα μοναστήρι στη Ρώμη. Δεν έγινε μοναχή, αλλά η ισχυρή πνευματική ανανέωση που της πρόσφερε η μονή την έκανε πιστά θρησκευόμενη για το υπόλοιπο της ζωής της. Ήταν μούσα και πνευματική συνομιλήτρια του Μικελάντζελο, που της απηύθυνε μερικά από τα ωραιότερα σονέτα του, τη σχεδίαζε και περνούσε πολλές ώρες μαζί της, μέχρι το τέλος της ζωής της σε ηλικία 56 ετών το 1547.
Στην έκθεση υπάρχει ένα αριστούργημα που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο, ο «Χριστός στον σταυρό» (1538-41), ένα υπέροχο λατρευτικό σχέδιο για την Colonna και τρία σχέδια του Μιχαήλ Άγγελου που αναπτύσσουν τη φιγούρα του Χριστού, ενώ μπορεί κανείς να δει το «The Cleansing of the Temple» του Marcello Venusti (περίπου 1550-55), που είναι βασισμένο σε μια σύνθεση του Μικελάντζελο.
Ένα μέρος της έκθεσης είναι αφιερωμένο στην αρχιτεκτονική του Μικελάντζελο. Οι όψιμες παραγγελίες «τον βάρυναν», λέει η Vowles. Λίγο καιρό μετά την επιστροφή του στη Ρώμη, αναδιαμόρφωσε το Palazzo Farnese, που αρχικά σχεδίασε ένας άλλος Τοσκανός, ο Antonio da Sangallo. Προσθέτοντας έναν επιπλέον όροφο και ένα διακριτικό γείσο, δημιούργησε αυτό που έγινε η πιο σημαντική όψη και δομή ενός παλατιού της Υψηλής Αναγέννησης. Το κτίριο υπάρχει στην έκθεση σε μια εξαιρετική μακέτα δανεισμένη από το Μουσείο Ashmolean της Οξφόρδης.
Εν τω μεταξύ, το έργο του Μιχαήλ Άγγελου για τη βασιλική του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό, το οποίο διήρκεσε δεκαετίες και ολοκληρώθηκε μόνο μετά τον θάνατό του, αναπαρίσταται με ένα άλλο σχέδιο που ονομάζεται «Μελέτες για τον τρούλο και το φανάρι του Αγίου Πέτρου».
Καθώς γερνούσε και γινόταν πιο αδύναμος, ο Μιχαήλ Άγγελος άρχισε να ελκύεται όλο και περισσότερο από την εικόνα του Χριστού στον σταυρό. Μερικά από τα πιο γνωστά, τα πιο θαυμαστά και ίσως τα λιγότερο κατανοητά σχέδιά του είναι αυτά τα έργα για τη σταύρωση, σε χαρτί, που φιλοτέχνησε τα τελευταία του χρόνια. Οι μελετητές ακόμα ασχολούνται με την ερμηνεία αυτών των έργων.
Η φίλη και συνομιλήτριά του Vittoria Colonna ήταν μέρος ενός κύκλου μεταρρυθμιστών χριστιανών, μερικοί από τους οποίους ανακρίθηκαν από την Ιερά Εξέταση. Ο Μικελάντζελο, γοητευμένος από το θέμα της σωτηρίας μέσω της χάριτος, κάνει αρκετούς μελετητές του να αναρωτιούνται αν υπάρχει μια χροιά προτεσταντισμού στις πεποιθήσεις του, που μπορούν να «διαβαστούν» στο σώμα αυτών των σχεδίων της σταύρωσης.
«Ο Μιχαήλ Άγγελος για μένα δεν ήταν προτεστάντης», λέει η Vowles. O καλλιτέχνης εργαζόταν για τον Πάπα και δεν θα μπορούσε να ακολουθήσει ή να επηρεαστεί από όσα πρέσβευαν οι νέοι προτεστάντες μεταρρυθμιστές.
Στα έργα της τελευταίας του δεκαετίας, όταν ασχολείται εντατικά με τη Σταύρωση, βλέπουμε έναν ηλικιωμένο καλλιτέχνη να στρέφεται στην πράξη του σχεδίου ως μέσο πνευματικού διαλογισμού, με παραλλαγές σε ένα μόνο θέμα, για να εξερευνήσει τα συναισθήματά του για τη θνητότητα, τη θυσία, την πίστη και την προοπτική της λύτρωσης.
Με στοιχεία από British Museum, the artnewspaper