Μακέτες δεν είδαμε, θα παρουσιαστούν στις 15 Φεβρουαρίου από τον πρωθυπουργό, με την παρουσία του διάσημου Βρετανού αρχιτέκτονα Ντέιβιντ Τσίπερφιλντ, που σε συνεργασία το γραφείο του Έλληνα αρχιτέκτονα Αλέξανδρου Τομπάζη προκρίθηκαν για την αναβάθμιση και επέκταση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, όταν θα μιλήσουν διεξοδικά για την παρουσίαση της ιδέας του μουσείου.
Ωστόσο η συνάντηση του Ανδρέα Κούρκουλου, προέδρου της επιτροπής αξιολόγησης, της υπουργού Πολιτισμού Λίνας Μενδώνη και του Γιάννη Βεντουράκη από την ομάδα που εκπροσωπεί τη δωρήτρια εταιρεία των προμελετών, με τους δημοσιογράφους ήταν διαφωτιστική, αν και πεδίο πολλών μελλοντικών αντιπαραθέσεων που δεν αφορούν μόνο τη συντεχνία των αρχιτεκτόνων.
Η υπουργός επέμεινε για άλλη μια φορά, υποστηρίζοντας ότι η διαδικασία προβλέπεται από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο.
Για να ξεκινήσουμε με τις ειδήσεις, και τα δέκα γραφεία που πήραν μέρος στον διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό πρότειναν να μην υπάρχει υπόγεια σύνδεση με το Ακροπόλ, κάτι που σημαίνει ότι θα περνάμε το φανάρι της Πατησίων, για την οποία υπάρχει σχέδιο αναμόρφωσης μετά την αποπεράτωση του έργου και συνδέεται με τις δηλώσεις της κ. Μενδώνη ότι «το έργο εικονοποιεί το όραμα, δημιουργεί ένα μοναδικό τοπόσημο στον αστικό ιστό, είναι ανθρωποκεντρική».
Τα δέκα γραφεία που πήραν μέρος πληρούσαν εννέα κριτήρια, με τα δυο σημαντικά να είναι η βράβευσή τους με ένα διεθνές βραβείο Πρίτσκερ ή Μις βαν ντερ Ρόε και να έχουν σχεδιάσει ένα μουσείο που να έχει αποσπάσει διεθνές βραβείο. Ως υποσημείωση, ελληνικά γραφεία δεν υπάρχουν που να πληρούν αυτούς τους δυο όρους. Τα έργα αυτών των γραφείων που είναι διεθνούς ακτινοβολίας θα εκτεθούν ή θα συγκεντρωθούν και θα δημοσιευθούν σε μια ειδική έκδοση.
Τα δέκα γραφεία που πήραν μέρος πληρούσαν εννέα κριτήρια, με τα δυο σημαντικά να είναι η βράβευσή τους με ένα διεθνές βραβείο Πρίτσκερ ή Μις βαν ντερ Ρόε και να έχουν σχεδιάσει ένα μουσείο που να έχει αποσπάσει διεθνές βραβείο.
Η επιτροπή είχε να επιλέξει ανάμεσα στα γραφεία που έπρεπε υποχρεωτικά να συμπράξουν με ελληνικά γραφεία αρχιτεκτονικής και είναι τα: David Chipperfield Architects και Γραφείο Μελετών Αλέξανδρου Ν. Τομπάζη Α.Ε., SANAA (KazuyoSejima + Ryue Nishizawa) και Buerger Katsota Architects, Herzog and de Meuron και ΑΕΤΕΡ Αρχιτέκτονες, Diller Scofidio + Renfro καιVAP Architects και NeiheiserArgyros, Adjaye Associates και Kizi Studio, OMA και Σακελλαρίδου/ Παπανικολάου Αρχιτέκτονες, Atelier Jean Nouvel και George Batzios Architects, Kengo Kuma and Associates και K-studio, Thomas Phifer και Tsolakis Architects και Καλλιόπη Κοντόζογλου, RCR Arquitectes και Παρμενίδης- Longuepee- Μάρη
Αυτήν τη στιγμή έχει ολοκληρωθεί η πρώτη φάση του έργου, η ιδέα και ο χρόνος μέχρι την κατάθεσή της διήρκεσε έξι μήνες. Το δημόσιο δεν επιβαρύνθηκε με έξοδα, που τα ανέλαβε όλα ο χορηγός και ανέρχονται σε 650.000 ευρώ. Η μελέτη υλοποιήθηκε βάσει του νόμου 4412 και θα χρηματοδοτηθεί στη συνέχεια από ενωσιακούς πόρους.
Σύμφωνα με τον Ανδρέα Κούρκουλα, που ήταν πρόεδρος της επιτροπής αξιολόγησης, δεν έγινε ανοιχτός διαγωνισμός, κάτι απολύτως νόμιμο, γιατί «θα προσείλκυε χίλια γραφεία και θα αποθάρρυνε τα μεγάλα γραφεία». Ωστόσο η συμμετοχή των γραφείων και ο ενθουσιασμός που επικράτησε κατέδειξε ότι μιλάμε για «το μουσείο των μουσείων της Δύσης», όπως είπε ο διακεκριμένος αρχιτέκτονας.
Η πρόταση που επιλέχθηκε συγκεντρώνει, όπως αναφέρει το ΥΠΠΟ, «τα στοιχεία της ευρηματικής σχέσης μεταξύ του παλαιού και του νέου κτιρίου, της ποιότητας της χωρικής εμπειρίας, της ευαισθησίας προς τις προγραμματικές και μουσειολογικές - μουσειογραφικές προκλήσεις, της πολεοδομικής ένταξης στον ιστό της πόλης και της πρωτοπόρας επίλυσης θεμάτων βιωσιμότητας και περιβαλλοντικού σχεδιασμού».
Στα κριτήρια που τέθηκαν από την επιτροπή περιλαμβάνεται και η πολεοδομική ένταξη όλου του συγκροτήματος στην πόλη, με σκοπό να γίνει ένα κέντρο συνάντησης των πολιτών, όπως επιτάσσουν οι μουσειογραφικές μελέτες παγκοσμίως.
Σε ό,τι αφορά το επιγραφικό μουσείο, αυτό ανήκει στο μπλοκ των κτιρίων του Αρχαιολογικού, το κτίριό του θα συμπεριληφθεί στην ανάπλαση και υπάρχει ενδεχόμενο να μεταφερθεί, όπως θα μεταφερθούν και οι θέσεις πολλών εκθεμάτων, είναι φυσικό άλλωστε μια και θα προκύψει νέα μουσειολογική και μουσειογραφική μελέτη.
Το νέα Αρχαιολογικό Μουσείο θα αποτελείται από δυο κτίρια, το υπάρχον που είναι κηρυγμένο μνημείο σύγχρονης πολιτιστικής κληρονομιάς και τη νέα πτέρυγα που θα λειτουργεί συμπληρωματικά για τις αυξημένες ανάγκες του μουσείου, σε αρμονία με το υπάρχον κτίριο και με λειτουργική ενότητα.
Θα επανεξεταστούν και θα μελετηθούν όλη η μουσειακή λειτουργία, εκθέματα, εργαστήρια συντήρησης και αποθήκες, στις οποίες σήμερα υπάρχουν 125.000 αρχαιότητες. Με τις νέες μελέτες κάποια από αυτά τα μέρη θα είναι ορατά στο κοινό, όπως οι αποθήκες που θα μπορούσαν να είναι επισκέψιμες, αναδεικνύοντας το κοινωνικό πρόσωπο του μουσείου.
Η προέκταση του μουσείου θα περιλαμβάνει εκθεσιακούς χώρους, χώρους κοινού και όπως αναφέρθηκε θα επηρεάσει τη γειτονιά και τον τόπο.
Το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο θα συνδεθεί με τα τρία κτίρια του Πολυτεχνείου που ανακαινίζονται από το ΕΜΠ. Σκοπός είναι η σύνδεση αυτών των δυο οικοδομικών τετραγώνων της Αθήνας ώστε να συνδιοργανώνονται δράσεις και εκθέσεις.
Οι χώροι εκθέσεων διπλασιάζονται από τα σημερινά 16.500 τ.μ. ενώ ο κήπος που θα δημιουργηθεί θα είναι 13.000 τ.μ. Το ΕΑΜ σήμερα καταλαμβάνει μεικτό χώρο 24.500 τ.μ.
Αμέσως επόμενο βήμα είναι η εξέλιξη του αρχιτεκτονικού προσχεδίου. Το κόστος του έργου, στο οποίο, όπως τονίστηκε, «περιλαμβάνονται τα πάντα» μέχρι την παράδοσή του, έχει εκτιμηθεί σε 300.000.000 ευρώ.
«Αν όλα πάνε καλά» είπε ο κ Κούρκουλας, «το μουσείο θα είναι έτοιμο σε πέντε χρόνια».