Ειδικοί χρησιμοποίησαν τεχνικές ψηφιακής απεικόνισης για να εντοπίσουν ίχνη χρωμάτων και τεχνικών γλυπτικής που χρησιμοποιήθηκαν στα Γλυπτά του Παρθενώνα τα οποία εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο.
Εδώ και καιρό υποτίθεται ότι τα Γλυπτά του Παρθενώνα είχαν μείνει άβαφα. Μια νέα εξέταση των Γλυπτών του Παρθενώνα όμως αποκάλυψε στοιχεία για έναν «πλούτο σωζόμενων χρωμάτων». Σύμφωνα με τους ερευνητές, η ζωγραφική των γλυπτών ήταν «ένα πιο περίπλοκο εγχείρημα από ό,τι είχε ποτέ φανταστεί κανείς», ενδεχομένως τόσο περίπλοκο και λεπτό όσο και η γλυπτική τους. Οι ερευνητές βρήκαν στοιχεία που υποδηλώνουν ότι ορισμένα από τα γλυπτά είχαν έντονα μοτίβα με σχέδια που περιλάμβαναν ανθρώπινες φιγούρες και φύλλα φοίνικα, ζωγραφισμένα ώστε να ταιριάζουν με τις υποκείμενες πτυχές και την υφή του μαρμάρου.
Συγκεκριμένα, οι ερευνητές χρησιμοποιώντας μία τεχνική που ονομάζεται φωταύγεια προκαλούμενη από το ορατό φως, κατάφεραν να εντοπίσουν μικροσκοπικά ίχνη μιας αιγυπτιακής μπλε χρωστικής ουσίας στα ενδύματα των Γλυπτών του Παρθενώνα. Το αιγυπτιακό μπλε είναι μια τεχνητή χρωστική ουσία που αποτελείται από ασβέστιο, χαλκό και πυρίτιο, η οποία χρησιμοποιούνταν ευρέως στην αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη, και μάλιστα ήδη από το 3.000 π.Χ. στην Αίγυπτο.
Σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Antiquity αναφέρεται πως «μικρά ίχνη λευκού και μωβ χρώματος εντοπίστηκαν στα Γλυπτά του Παρθενώνα. Η πορφυρή χρωστική ουσία ήταν πολύτιμη στην αρχαία Μεσόγειο και σύμφωνα με τις πρώτες πληροφορίες προέρχεται από τη χρήση οστρακοειδών. Ωστόσο, η ακριβής φύση της πορφύρας παραμένει ασαφής, ενώ τα κλασικά κείμενα αναφέρονται σε συνταγές για την παρασκευή της χωρίς να χρησιμοποιούνται οστρακοειδή».
Μια πιο προσεκτική ανάλυση αποκάλυψε ότι οι χρωστικές ουσίες χρησιμοποιήθηκαν και για τη δημιουργία περίτεχνων σχεδίων στα ενδύματα των μορφών που αποτυπώνονται στα Γλυπτά. Η ίδια ανάλυση υποδεικνύει πως οι γλύπτες απέδιδαν μεγάλη βαρύτητα στην πιστή απεικόνιση των μορφών και σε στοιχεία όπως το μαλλί και το δέρμα, χωρίς να ακολουθούν τεχνικές για την ενίσχυσή τους με χρώμα.
«Τα κομψά και περίτεχνα ενδύματα είχαν ενδεχομένως ως στόχο να αναπαραστήσουν τη δύναμη των θεών του Ολύμπου, καθώς και την εμβέλεια της Αθήνας και των Αθηναίων» ανέφερε ο δρ. Τζιοβάνι Βέρι από το Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγο. Πρόσθεσε πως «παρά τα αξιοσημείωτα νέα σχέδια χρωμάτων που αποκαλύφθηκαν, δεν ήταν δυνατή η λεπτομερής κατανόηση του τρόπου με τον οποίο τα χρησιμοποιούσαν οι γλύπτες».
Υπενθυμίζεται ότι τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι μια συλλογή διακοσμητικών μαρμάρινων γλυπτών που προέρχονται από το ναό του Παρθενώνα στην Ακρόπολη της Αθήνας. Κατασκευασμένα μεταξύ 447 π.Χ. και 432 π.Χ., ο Λόρδος Έλγιν (Βρετανός πρέσβης στην Οθωμανική Αυτοκρατορία), έλαβε άδεια (φιρμάνι) μεταξύ 1801 και 1805 για να αφαιρέσει περίπου τα μισά από τα εναπομείναντα Γλυπτά του Παρθενώνα για να τα μεταφέρει στη Βρετανία, μια κίνηση που σήμερα αμφισβητείται έντονα από τις ελληνικές αρχές, οι οποίες έχουν ζητήσει επίσημα την επιστροφή τους.
Με πληροφορίες από heritagedaily