Το γαλλικό θέατρο ετοιμάζεται να αποτίσει φόρο τιμής σε έναν από τους ιδρυτές του, τον Μολιέρο, τον θεατρικό συγγραφέα του δέκατου έβδομου αιώνα, του οποίου οι κωμωδίες αποτελούν ακόμα και σήμερα «ευαγγέλιο» για την πρώτη επαφή των Γάλλων μαθητών με το δράμα.
Τετρακόσια χρόνια μετά τη γέννησή του το 1622, φέτος είναι «έτος Μολιέρου» για την Comédie-Française που θα ανοίξει αυτή την επετειακή χρονιά με το έργο με το οποίο ο Μολιέρος προκάλεσε τον κλήρο και την εξουσία και λίγο έλειψε να σημάνει το τέλος της σταδιοδρομίας του, σε σκηνοθεσία Ίβο βαν Χόβε.
Ο Μολιέρος, ο μεγαλύτερος γιος ενός εμπόρου υφασμάτων στο Παρίσι, φοίτησε σε ένα ιησουιτικό κολέγιο και προοριζόταν να γίνει θαλαμηπόλος του βασιλιά. Αγάπησε ο θέατρο χάρη στον παππού του, σπούδασε Νομική, έγινε δικηγόρος στο Παρίσι, αλλά μια γυναίκα, η ηθοποιός Μαντλέν Μπεζάρ, ήταν η αιτία που εγκατέλειψε τη Νομική και ίδρυσε με τους αδελφούς της, που ήταν κωμικοί ηθοποιοί, έναν θίασο που δεν είχε καλή τύχη ή επιτυχία.
Το 1665 ξεκίνησε να γράφει τα δικά του έργα και λίγα χρόνια αργότερα άρχισε να γίνεται διάσημος. Με το «Σχολείο Γυναικών» κέρδισε την εύνοια του Βασιλιά Ήλιου, του Λουδοβίκου ΙΔ’, που έτσι τον ενίσχυε οικονομικά.
Ο «Ταρτούφος», ίσως το πιο διάσημο έργο του μέχρι τις μέρες μας, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά σε μια φαντασμαγορική γιορτή στους κήπους των Βερσαλλιών. Αν και η πρώτη εκδοχή του έλαβε την έγκριση του Λουδοβίκου ΙΔ’ το 1664, ο ίδιος ο βασιλιάς τον είχε προειδοποιήσει να μην τα βάλει με τους θρησκόληπτους. Ήδη, πριν από το ανέβασμα του έργου, είχαν αρχίσει οι αντιδράσεις εκ μέρους των ευγενών, που ασκούσαν δριμεία κριτική στο περιεχόμενο του έργου.
Ο «Ταρτούφος», ίσως το πιο διάσημο έργο του μέχρι τις μέρες μας, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά σε μια φαντασμαγορική γιορτή στους κήπους των Βερσαλλιών. Αν και η πρώτη εκδοχή του έλαβε την έγκριση του Λουδοβίκου ΙΔ’ το 1664, ο ίδιος ο βασιλιάς τον είχε προειδοποιήσει να μην τα βάλει με τους θρησκόληπτους. Ήδη, πριν από το ανέβασμα του έργου είχαν αρχίσει οι αντιδράσεις εκ μέρους των ευγενών, που ασκούσαν δριμεία κριτική στο περιεχόμενο του έργου.
Όταν έγραψε τον «Ταρτούφο» ο Μολιέρος ήταν σαράντα τριών ετών. Η ιστορία του είναι αυτή ενός ψευτοθρησκευόμενου επαρχιώτη που με την υποκριτική του ευσέβεια έχει γοητεύσει έναν πλούσιο Παριζιάνο αστό και έχει καταφέρει να εγκατασταθεί στο σπίτι του, χειραγωγώντας τον και κάνοντάς τον να του έχει τυφλή εμπιστοσύνη, τόσο ώστε να ετοιμάζεται ακόμα και να τον κάνει γαμπρό του.
Είναι ακόμα η ιστορία των τραγικών συνεπειών της αφέλειας και της εμπιστοσύνης που δείχνει μια αστική οικογένεια σε έναν φαινομενικά ευσεβή άνθρωπο, ο οποίος ουσιαστικά είναι ένας απατεώνας που οποίος επιδιώκει την εξουσία και το χρήμα.
Αυτό εξόργισε τις τάξεις των ευγενών, των αυλοκολάκων και των «πιστών», που έπεισαν τον Λουδοβίκο να απαγορεύσει επίσημα κάθε παρουσίαση του θεατρικού έργου. Ο κλήρος, που δεν άντεχε αυτή την τόσο αυστηρή σάτιρα, μέσω του Αρχιεπισκόπου των Παρισίων εξέδωσε διάταγμα με το οποίο απαγόρευσε ρητά στους πιστούς, με την απειλή του αφορισμού, «να διαβάσουν ή να ακούσουν να απαγγέλλεται η εν λόγω κωμωδία, είτε δημόσια είτε ιδιωτικά».
Η υπόθεση του «Ταρτούφου» γίνεται εμμονή για τον Μολιέρο, που, παρά το γεγονός ότι απολαμβάνει την εύνοια του βασιλιά επί πέντε χρόνια, προσπαθεί, με ματαιώσεις και απογοητεύσεις, να παρουσιάσει ξανά το έργο, κάνοντας περικοπές και αλλαγές ακόμα και στον τίτλο του. Τελικά, το 1669 το έργο παρουσιάζεται ξανά χωρίς περικοπές στο κοινό και γίνεται η μεγάλη επιτυχία του Γάλλου δραματουργού, αποσπώντας διθυραμβικές κριτικές.
Ο «Ταρτούφος» κληροδότησε στο παγκόσμιο θεατρικό ρεπερτόριο ένα μοναδικό έργο και στην κοινωνία μια λέξη, τον ταρτουφισμό, που σημαίνει την υποκριτική συμπεριφορά. Από τότε μέχρι σήμερα παίζεται σε όλα τα θέατρα του κόσμου και δεν λείπει από κανένα μεγάλο ρεπερτόριο.
Η Comédie-Française, αυτήν τη στιγμή, τιμώντας τον Μολιέρο με ένα πανόραμα έργων του, που θα παίζονται σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς, επιχειρεί να ανασυστήσει το πρώτο κείμενο του 1664, που δεν υπάρχει πια, και να δημιουργήσει ένα έργο όσο το δυνατόν πιο κοντινό στο πρωτότυπο, ανασυνθέτοντας την αρχική πλοκή του και διαγράφοντας μερικούς χαρακτήρες αλλά και τη δεύτερη και την πέμπτη πράξη, που προσδιορίστηκαν ως μεταγενέστερες προσθήκες.
Ο Ίβο βαν Χόβε σκηνοθετεί το «νέο» έργο του Μολιέρου στο θεατρικό του σπίτι, όπως αποκαλείται η Comédie-Française. Η βραδιά έναρξης θα μεταδοθεί ζωντανά σε κινηματογράφους επτά χωρών και σηματοδοτεί την έναρξη μιας ετήσιας γιορτής για τον γαλλικό θεατρικό οργανισμό που προέκυψε από τη συνένωση του θιάσου του Μολιέρου με έναν άλλο, το 1680.
Ο Ίβο βαν Χόβε σκέφτηκε να ασχοληθεί με τον «Ταρτούφο» πριν από μερικά χρόνια και αφού είχε ανεβάσει τον «Μισάνθρωπο», αλλά αποθαρρυνόταν από την τυπική πεντάπρακτη έκδοση που είχε διαμορφωθεί υπό την πίεση της Εκκλησίας και αποτελούσε την εκδοχή που έφτασε μέχρι τις μέρες μας.
Η τρίπρακτη εκδοχή του ιστορικού Georges Forestier, ο οποίος χρησιμοποίησε τη μέθοδο της «θεατρικής γενετικής», διευκρινίζει ότι ο «Ταρτούφος» που γνωρίζουμε λογοκρίθηκε από τον Λουδοβίκο ΙΔ, ο οποίος δεν μπορούσε αφενός να γίνει ο προάγγελος της καθολικής ορθοδοξίας και αφετέρου να επιτρέψει ο αγαπημένος του ηθοποιός-συγγραφέας να αναπαριστά μια τέτοια σάτιρα των πιστών στο παριζιάνικο θέατρό του. Το έργο που γνωρίζουμε από τότε με τον τίτλο «Ταρτούφος ή ο υποκριτής» είναι μια εκδοχή που τροποποιήθηκε το 1669.
Όπως τα περισσότερα έργα του, ο «Ταρτούφος» είναι ένα κοινωνικό δράμα. Ο Ίβο βαν Χόβε σε αυτή την παράσταση επανενώνεται με τον θίασο με τον οποίο δούλεψε την παράσταση που είδαμε στην Επίδαυρο το 2019, «Ηλέκτρα/Ορέστης», επιλέγοντας αυτή την ενεργητική έως και έξαλλη εκδοχή που δείχνει την κρίση την οποία δημιουργεί με την άφιξή του ο Μολιέρος και ένα αστικό σπίτι να σωριάζεται σε ερείπια.
Συγγραφέας που άφησε εποχή, μέχρι το τέλος ο Μολιέρος έδωσε χαρακτήρες κωμωδίας αθάνατους και έθιξε θέματα όπως η εκπαίδευση των γυναικών, η ελευθερία στον γάμο, ο φανατισμός και η μόδα.
Ενώ οι συντηρητικοί τον αποδοκίμασαν, ένα νεανικό κοινό και ο ίδιος ο Λουδοβίκος κατάλαβαν την αξία του. Ήταν ένας αληθινός άνθρωπος του θεάτρου που ήξερε να προκαλεί το ενδιαφέρον και να προσελκύει την προσοχή, και επιδίωκε με τα έργα του να φουντώσουν οι αψιμαχίες και ο δημόσιος διάλογος. Δεν είναι τυχαίο ότι ήταν ο πιο διάσημος, ένας αληθινός σταρ της εποχής του, συγγραφέας που κατάφερε ένα επίπεδο επιτυχίας πραγματικά ασυνήθιστο εκείνη την εποχή, εδραιώνοντας τον θρύλο του και μετά τον θάνατό του.
Τετρακόσια χρόνια μετά, η Comédie-Française, με ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει περισσότερα από εννέα έργα, από τα πιο διάσημα του συγγραφέα, όπως ο «Φιλάργυρος» σε σκηνοθεσία Λίλο Μπάουρ, ο «Αρχοντοχωριάτης» σε σκηνοθεσία Βαλερί Λεσόρ και Κριστιάν Χεκ, ο «Δον Ζουάν» σε σκηνοθεσία Εμανουέλ Ντομάς και ο «Κατά φαντασίαν ασθενής» σε δύο εκδοχές, από τον Κλεμάν Ερβιέ Λεζέ και τον Κλοντ Στρατζ.
Ο «Ταρτούφος ή ο υποκριτής» θα ανέβει στην Comédie-Française από τις 15 Ιανουαρίου έως τις 24 Απριλίου και θα προβληθεί από το Pathé Live σε επιλεγμένους ευρωπαϊκούς κινηματογράφους στις 15 Ιανουαρίου