Η σκηνή των μουσείων της Λισαβόνας ανθεί σήμερα και πολλοί θυμούνται πώς ήταν η πορτογαλική πρωτεύουσα πριν από σαράντα χρόνια.
Όταν άνοιξε τις πόρτες του στο κοινό το Centro de Arte Moderna (CAM) Gulbenkian για πρώτη φορά το 1983, «ήταν μοναδικό, δεν υπήρχε τίποτα παρόμοιο», λέει ο Benjamin Weil, διευθυντής του μουσείου.
Σαράντα χρόνια αργότερα, καθώς ανοίγει ξανά μετά από μια μεγάλη ανακαίνιση, έχει μια μεγάλη παρέα στη ζωντανή σκηνή σύγχρονης τέχνης της Λισαβόνας.
Το Ιούλιο του 2024, το πρόσφατα ανακαινισμένο Museu do Design (Mude) άνοιξε ξανά. Το Pavilhão Julião Sarmento, που στεγάζει τη συλλογή του Πορτογάλου καλλιτέχνη, έχει προγραμματιστεί να ανοίξει τον Φεβρουάριο του 2025 και ένα νέο ιδιωτικό μουσείο σύγχρονης τέχνης, το Museu de Arte Contemporânea Armando Martins (Macam), πρόκειται να εγκαινιαστεί την άνοιξη.
Όλα αυτά συμβαίνουν μόλις έξι χρόνια μετά τα εγκαίνια του δημοφιλούς Museu de Arte, Arquitetura e Tecnologia (Maat) και αν σε αυτό το μείγμα προσθέσει κανείς μια εμπορική καλλιτεχνική σκηνή που ωριμάζει γρήγορα, με εκδηλώσεις όπως το Σαββατοκύριακο Τέχνης της Λισαβόνας και την έκθεση τέχνης ArcoLisboa (που ξεκίνησε το 2016), εμφανίζεται η εικόνα ενός αναπτυσσόμενου, ακμάζοντος «οικοσυστήματος» τέχνης.
Μια πόλη αλλάζει
Το CNN περιέγραψε τη Λισαβόνα ως την «πιο κουλ πόλη στην Ευρώπη», με ό,τι σημαίνει αυτό για μια πρωτεύουσα που σημείωσε ρεκόρ 20 εκατομμυρίων διανυκτερεύσεων πέρυσι. Όχι μόνο έχει γίνει τουριστικό hotspot, η πόλη έχει επίσης προσελκύσει τεράστιο αριθμό μόνιμων κατοίκων από άλλες χώρες – πολλοί από τους οποίους τη βλέπουν «ως ένα ασφαλές καταφύγιο σε αυτόν τον παράξενο, χαοτικό κόσμο στον οποίο ζούμε», όπως λέει ο Benjamin Weil.
Η εισροή κατοίκων και επισκεπτών έχει δημιουργήσει τεράστια προβλήματα καθώς και ευκαιρίες: περίπου την εποχή της επαναλειτουργίας του CAM, τον Σεπτέμβριο, οι κάτοικοι διαδήλωσαν ζητώντας οικονομικά προσιτή στέγαση. «Η πλειονότητα των νέων κατασκευών προορίζεται για τους τομείς της πολυτελούς στέγασης ή του τουρισμού», λέει η οργάνωση Casa Para Viver («Ένα σπίτι για να ζεις»). «Οι τιμές και τα ενοίκια των κατοικιών συνεχίζουν να αυξάνονται. Ο συνωστισμός αυξάνεται, όπως και οι φτωχογειτονιές, οι άστεγοι και οι εξώσεις». Μια άλλη οργάνωση, η Movimento Referendo pela Habitação, έχει συγκεντρώσει περισσότερες από 9.000 υπογραφές, ζητώντας τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τα ενοίκια που απευθύνονται σε προσωρινούς κατοίκους ή αφορούν βραχυχρόνιες μισθώσεις διακοπών σε κτίρια κατοικιών.
Η αναπτυσσόμενη καλλιτεχνική σκηνή της Λισαβόνας εξαρτάται, εν μέρει, από την τουριστική έκρηξη. Το Macam, το οποίο πρόκειται να ανοίξει σε ένα πρώην παλάτι το πρώτο τρίμηνο του 2025, αντικατοπτρίζει αυτήν τη συμβίωση: θα στεγάσει ένα ξενοδοχείο πέντε αστέρων καθώς και τη συλλογή μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης του Armando Martins.
Εν τω μεταξύ, το Centro de Arte Moderna (CAM) Gulbenkian έχει δει τα αποτελέσματα αυτής της ανάπτυξης. Το 2019, ένα έτος πριν κλείσει, είχε 182.000 επισκέπτες. Από τις 21 Σεπτεμβρίου έως τις 7 Οκτωβρίου του τρέχοντος έτους είχε ήδη υποδεχτεί 59.000 επισκέπτες (με δωρεάν είσοδο). Η πολιτιστική σκηνή της πόλης το επισκέφτηκε για να δει την ανάπλασή του, ύψους 58 εκατομμυρίων ευρώ, παρόλο που οι εορτασμοί έναρξης χρειάστηκε να αναβληθούν μετά την κήρυξη εθνικής ημέρας πένθους για τα θύματα των καταστροφικών δασικών πυρκαγιών στη βόρεια Πορτογαλία.
Το πρόσφατα ανακαινισμένο CAM προσπαθεί να είναι «ένα μέρος για καλλιτέχνες και ένα μέρος για επισκέπτες», λέει ο Weil. «Θα πρέπει και οι δύο να νιώθουν σαν στο σπίτι τους». Η ανάπλασή του περιλάμβανε την ανακαίνιση του υπάρχοντος κτιρίου του 1983, που σχεδιάστηκε από τον Βρετανό αρχιτέκτονα Leslie Martin, και την επέκταση των δημόσιων χώρων του, που πραγματοποιήθηκε από τον Kengo Kuma.
Η πιο σημαντική προσθήκη είναι ένας χώρος εισόδου μήκους 100 μέτρων που βασίζεται στο ιαπωνικό engawa, μια παραδοσιακή οικιακή κατασκευή που παρέχει έναν χώρο μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού. Είναι ένας «μη λειτουργικός χώρος, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί για οποιαδήποτε εκδήλωση», λέει ο Ιάπωνας αρχιτέκτονας Kengo Kuma.
Είναι ντυμένος με σκούρες σανίδες με χειροποίητα λευκά πλακάκια στην κορυφή –η έμπνευση για αυτή την επιλογή ήρθε από τη χρήση πλακιδίων στους παραδοσιακούς πορτογαλικούς κήπους– και παρέχει «μια ήπια μετάβαση ανάμεσα σε αυτό που είναι φτιαγμένο από τη φύση και αυτό που είναι φτιαγμένο αρχιτεκτονικά», λένε οι συνεργάτες του Kuma.
Ο Αρμένιος μεγιστάνας του πετρελαίου Calouste Gulbenkian δημιούργησε το ίδρυμά του το 1956, αφού εγκαταστάθηκε στη Λισαβόνα. Δίνει επιχορηγήσεις σε οργανισμούς και άτομα στον τομέα των τεχνών και των επιστημών που έχουν δεσμούς με την Πορτογαλία, τις πορτογαλόφωνες χώρες και την Αρμενία.
Στον ίδιο χώρο στεγάζονται μια αίθουσα συναυλιών, υπαίθριο αμφιθέατρο, αρχεία, βιβλιοθήκη και το Μουσείο Gulbenkian, το οποίο φιλοξενεί τη συλλογή του ιδρυτή, που σήμερα έχει φτάσει τα 12.000 έργα τέχνης. Έξω από το CAM, στους νέους κήπους του –στους οποίους φυτεύτηκαν αποκλειστικά ιθαγενή είδη ώστε να είναι βιώσιμοι, σύμφωνα με τον αρχιτέκτονα τοπίου Vladimir Djurovic– η ηρεμία διαταράσσεται μόνο από τα αεροπλάνα που κατευθύνονται προς και από το κοντινό αεροδρόμιο της Λισαβόνας. Η ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια στέλνει θετικά μηνύματα στη σύγχρονη καλλιτεχνική σκηνή της Λισαβόνας, αλλά φέρνει τεράστιες προκλήσεις για την πόλη.
Με πληροφορίες από artnewspaper