We Are The Night. O φετινός δίσκος των Chemical Brothers, πέρα από τη δυναμική επαναφορά τους στη μουσική σκηνή, έγινε βίωμα. Γιατί η νύχτα διατηρεί μια ασυναγώνιστη γοητεία συγκρητικά με την ημέρα. Η πρωινή ένταση της δουλειάς έχει εκτονωθεί, η σκέψη σου αποδεσμεύεται από το άγχος του χρόνου και ξέρεις ότι το σκοτάδι μπορεί να λειτουργήσει ως προστατευτική ασπίδα για τα αδιάκριτα βλέμματα που συχνά περιορίζουν την αίσθηση ελευθερίας σου. Οι σχέσεις εξουσίας διαγράφονται, οι ρόλοι και το πρόγραμμα παραγκωνίζονται και μέσα στο άλλοτε φωτεινό και άλλοτε διακριτικό πέπλο της νύχτας μπορείς επιτέλους να γίνεις εσύ.
Τη φετινή χρονιά η νύχτα πήρε και πάλι τόσα πολλά πρόσωπα που είναι δύσκολο να τα καταγράψεις. Από κουτούκια-μεζεδοπωλεία-ρακομελάδικα που μας προσέφεραν μαραθώνιες γαστρονομικές απολαύσεις μέχρι «to know us better» μπαράκια ή και κουκουρούκου μέρη όπως υπόγειες διαβάσεις και ρώσικες ντισκοτέκ που φιλοξένησαν την ψαγμένη clubbing κοινότητα και όχι μόνο. Και ενώ τις περασμένες χρονιές παρακολουθούσαμε με έκπληξη τον υπερκορεσμό της περιοχής του Ψυρρή από παντός είδους νυχτερινά μαγαζιά, φέτος βιώσαμε μια μαζική αποκέντρωση.
Η οδόςΚολοκοτρώνη έγινε ο πρώτος βασικός άξονας της μπαρότσαρκας για όσους είχαν αρχίσει να παθαίνουν κρίσεις αγοραφοβίας με ένα πέρασμα από του Ψυρρή. Βοοze,Pop, Bartesera, 7 Jockers, Key Bar, Useαλλά και το προσφάτως ανακαινισμένοΧοροστάσιο αποτέλεσαν στάσεις σε ένα σχεδόν καθημερινό ταξίδι. Το καλοκαίρι το hype μεταφέρθηκε στο Γκάζι, μια περιοχή που όλοι ξέραμε ότι μόλις ανοίξει το μετρό δεν θα θυμίζει σε τίποτα τον παλιό της εαυτό. Γκαζοχώρι, Μάλαμας καιΔολύχι (Ικαριώτικο Ούζο) για την αρχή, πέρασμα από την κοσμοπλημμύρα του Hoxtonγια να πεις ένα γεια, βρε αδελφέ, και chill-out στην ταράτσα του Γκαζάκι. Στα υπόψη να τσεκάρουμε ένα νέο χώρο, τονK44. Συζητήσεις επί συζητήσεων για το μέλλον μιας περιοχής που ευελπιστούμε να μην ακολουθήσει την πορεία του Ψυρρή. Να μην καλύψουν τα τραπεζάκια όλη την πλατεία και οι ιδιοκτήτες μαγαζιών να μην αλλοιώσουν με κιτς υπερβολές το χαρακτήρα της περιοχής χρησιμοποιώντας το άλλοθι ενός παρερμηνευμένου ανταγωνισμού.
Εντούτοις, ο πρώτος μεγάλος κερδισμένος των εγκαινίων του νέου σταθμού στο Γκάζι ήταν το φετινό Synch Festival. Μια διοργάνωση που πλέον πρέπει να συγκαταλέγεται στις μεγάλες νίκες του Φεστιβάλ Αθηνών τουΓιώργου Λούκου. Μιλώντας μάλιστα με τον καλλιτεχνικό διευθυντή του καναδικού και διεθνώς αναγνωρισμένου ηλεκτρονικού φεστιβάλ Mutek, τον Alain Mongeau, φάνηκε και ο ίδιος εντυπωσιασμένος τόσο από το πολυσυλλεκτικό line-up όσο και από την προσέλευση του κόσμου. Ακόμη και με 42οC υπό σκιάν, οι Αθηναίοι έδωσαν το παρών και την ευκαιρία στους διοργανωτές Δημήτρη Παπαϊωάννου και Γιώργο Καρναβά να δουν το όραμά τους να γίνεται πραγματικότητα. Ένα από τα ελάχιστα καλοκαιρινά φεστιβάλ που απέφυγαν τις παρασπονδίες, αφού το αξιοζήλευτο ντου κουκουλοφόρων στο Ejekt, που έστειλε τον Rick Smith των Underworld στο νοσοκομείο, ακολούθησε ο ξυλοδαρμός ενός αστυνομικού στο Gagarin Open Air, με την επικράτηση ενός ανομολόγητου καθεστώτος τρομοκρατίας. Ακόμα γελάω με όσους χρησιμοποιούν τη λέξη «αναρχικός» υπονοώντας ότι ζούμε σε μια χώρα όπου επικρατεί η τάξη.
Πάλι καλά πάντως που μερικοί θεωρούν ένα μικρόφωνο ή μια κιθάρα πολύ πιο χρήσιμα εργαλεία από ένα ρόπαλο και τη δημιουργία ως μοναδική λογική επένδυση της εκρηκτικής ενέργειας που κρύβει η νεαρή ηλικία. Το 2007 σήμανε την ουσιαστική και αδιαμφισβήτητη αναγέννηση της εγχώριας μουσικής σκηνής. Κατά το Lily Allen & Arctic Monkeys παράδειγμα, γκρουπάκια και καλλιτέχνες από όλες τις γωνιές της Ελλάδας άρχισαν να επικοινωνούν μεταξύ τους, να ανεβάζουν τη μουσική τους στο διαδίκτυο και να την προωθούν σε ελληνικές και ξένες δισκογραφικές. Το Gagarin άρχισε να γεμίζει από νωρίς, αφού live acts όπως οι Prefabricated Quartet, οι Αbsent Minded και οι Dread Astaire απέκτησαν άμεσα το δικό τους κοινό. TαΥuria του Vinyl Microstore έγιναν πλέον θεσμός, με ένα line-up που περιλαμβάνει ό,τι πιο φρέσκο μπορεί να καυχιέται πως διαθέτει η εγχώρια σκηνή.
Φέτος ήταν και η χρονιά που η Αθήνα αποτίναξε, έστω και κατά περιπτώσεις, το κόμπλεξ του «με πέντε χρόνια διαφορά» και συγχρονίστηκε με τον παγκόσμιο μουσικό παλμό. Είδαμε επιτέλους τον Laurent Garnier να κάνει παπάδες, μειξάροντας τα πάντα με τα πάντα, τις λατίνες αλλά punk C.S.S., τους αυτοσαρκαστικότατους Art Brut, τον κινηματογραφικό Beirut, τους ξέφρενους Kaiser Chiefs, τους αποθεωτικούς Chk Chk Chk, τον Richie Hawtin και το Minus επιτελείο του να γεμίζει έναν ολόκληρο Fuzz και τον Ricardo Villalobos για άλλη μια φορά να μην μπορεί να αρνηθεί ένα privé after party κάπου στον Κεραμεικό.
Πραγματικά δεν μπορώ να καταλάβω πώς πέρασε ένας χρόνος. Οι εικόνες, η μουσική και οι χοροί φαίνεται να έχουν στριμωχτεί σε ένα μικροσκοπικό αλλά περιεκτικό διάστημα, προσπαθώντας να αφήσουν χώρο γι' αυτά που θα επακολουθήσουν. Και έχουμε να περιμένουμε πολλά. Κάποιοι μιλάνε για live των LCD Soundystem, για τη συναυλία των Of Montreal που είχε αναβληθεί, για επίσκεψη των The National και για ένα Synch που πλέον πατάει γερά στα πόδια του το καλοκαίρι. Ελπίζουμε να αυξηθούν τα guerrilla parties, το Motel και το Fetisch να συνεχίσουν να μας προσφέρουν up-to-date DJ sets και live. Nα σταματήσουν γκόμενες-λαμπατέρ να κάθονται επιδεικτικά μπροστά στο μπαρ την ώρα που πας να παραγγείλεις, όσοι κάνουν «πόρτα» σε club να περνάνε από συνέντευξη με ψυχολόγο, να εξαλειφθούν τα ποτά-μπόμπες, ο Αλέξανδρος να συνεχίζει να χορεύει πάνω στην μπάρα (με ή χωρίς καπέλο), το Circus να συνεχίσει να μυρίζει ποπκόρν, οι clubbers να χαλαρώσουν λιγάκι, να μπει πρόστιμο σε όσους αναφέρουν τις λέξεις emo και minimal πάνω από πέντε φορές την ήμερα, οι Έλληνες να αρχίσουν ν' ακούν και κάτι άλλο πέρα από Puressence, James και metal και να σταματήσουν να γκρινιάζουν τόσο πολύ. Κάνει ρυτίδες.
Kι αν γίνουν όλα αυτά, η νύχτα στην Αθήνα θα είναι πολύ διαφορετική. «From Here We Go Sublime» από The Field. Δικό σας!
σχόλια