Πληθαίνουν οι φεμινιστικές φωνές που συμφωνούν με τον Ράιαν Γκόσλινγκ ότι, δηλαδή, η ανδρική γερουσία της Ακαδημίας των Όσκαρ 2024 γύρισε επιδεικτικά την πλάτη στην Γκρέτα Γκέργουιγκ και την Μάργκο Ρόμπι.
Μόλις την Τρίτη, όταν δηλαδή ανακοινώθηκαν από την Ακαδημία των Όσκαρ οι υποψηφιότητες για τα χρυσά αγαλματίδια του 2024, ήταν προφανές ότι η ταινία με τα υψηλότερα έσοδα για το 2023 είχε μείνει «εκτός» από πολλές σημαντικές κατηγορίες: ο λόγος για την Barbie της Γκρέτα Γκέργουιγκ.
Η σκηνοθέτις της viral ταινίας, παρά τις αποθεωτικές –ως επί το πλείστον φεμινιστικές-, παρά το ξέφρενο box office και το απίστευτο μάρκετινγκ δεν αξιώθηκε να δει το όνομά της υποψήφιο στην κατηγορία Καλύτερης Σκηνοθεσίας. Ομοίως, η πρωταγωνίστριά της Μάργκο Ρόμπι δεν υπήρχε ούτε σαν σκέψη στο μυαλό των ανθρώπων της Ακαδημίας για την κατηγορία Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας. Αυτό παρά το γεγονός ότι κέρδισε υποψηφιότητες από τις Χρυσές Σφαίρες και τα βραβεία SAG.
Έλειπε κάτι άλλο από εδώ; Ε, ναι, εντάξει, η ταινία – ωδή στο κραγιόν και τα προϊόντα ομορφιάς απουσίαζε από την κατηγορία Μακιγιάζ (κι ας άλλαξε η Ρόμπι περί τις 30 αποχρώσεις κραγιόν και περί τις 48 περούκες)... Και ενώ η Ακαδημία προσπερνούσε με ταχύτητα τα ονόματά τους –της Γκέργουιγκ και της Ρόμπι-, ωστόσο αποφάσισε να «δει» το όνομα της Αμέρικα Φερέρα στην κατηγορία του Β’ Γυναικείου Ρόλου και φυσικά εκείνο του Ράϊαν Γκόσλινγκ στην κατηγορία του Α’ Ανδρικού.
Η Barbie και οι κατηγορίες στις οποίες δεν εμφανίστηκε
Παραδόξως, εκείνος που δεν έκρυψε τη δυσφορία του για το επιδεικτικό σνομπάρισμα των γυναικών της ταινίας, ήταν ο «Κεν» (Ράιαν Γκόσλινγκ) που αποφάσισε να τοποθετηθεί για την κατάφωρη αδικία, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Ή μάλλον με αποτέλεσμα να ανοίξει μία δεύτερη μεγάλη συζήτηση για την πιθανότητα η πατριαρχία να μη συγχώρεσε στην Barbie το ότι ύψωσε ανάστημα και άλλαξε ρητορική μετά από δεκαετίες προώθησης προβληματικών προτύπων προς τα νεαρά κορίτσια και τις γυναίκες ειδικότερα.
Ακόμα και το γεγονός ότι η ταινία είναι υποψήφια στην κατηγορία της Καλυτέρης Ταινίας (κάπως γενικόλογη υποψηφιότητα και για το θεαθήναι) και στην κατηγορία Καλύτερου Διασκευασμένου Σεναρίου (εδώ η Γκέργουιγκ είναι συνυποψήφια με τον σύζυγό της και επίσης σεναριογράφο, Νόα Μπάουμπαχ – έχει κι αυτό τη σημασία του), κάτι σημαίνει για μία τέτοιου είδους ταινία.
Όπως επισημαίνεται σε απανωτά δημοσιεύματα του ξένου Τύπου, η απόφαση της Ακαδημίας να κατατάξει το 𝘉𝘢𝘳𝘣𝘪𝘦 ως «διασκευασμένο σενάριο» και όχι ως «πρωτότυπο» δημιούργησε σοβαρά ερωτήματα σε πολλούς, μεταξύ των οποίων ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Judd Apatow, ο οποίος έγραψε χαρακτηριστικά στο Twitter: «Είναι προσβλητικό για τους σεναριογράφους να λένε ότι δούλευαν με βάση υπάρχον υλικό. Δεν υπήρχε κανένα υπάρχον υλικό ή ιστορία (σ.σ.: που μπορούσε να διασκευαστεί)». Και για τον Apatow αυτό εί ναι απολύτως ξεκάθαρο.
Στα social media πάλι, οι φαν της ταινίας δεν έκρυψαν την οργή τους, ούτε μάσησαν τα λόγια τους, κατηγορώντας την Ακαδημία για εκτός πραγματικότητας αποφάσεις και φοβερά προκατειλημμένη διάθεση. «Ανεξάρτητα από τα συναισθήματά σας απέναντι στην ταινία Barbie –για την ταινία ως ταινία- πώς είναι δυνατόν να μην αναγνωρίζετε καν τις γυναίκες που έκαναν πραγματικότητα αυτή την ταινία;», έγραψε στο Twitter ένας σχολιαστής και συνέχισε με το ότι «Ο Κεν παίρνει όλο και περισσότερο χώρο στα Όσκαρ».
Δεν είναι, όμως, μόνο η αντίδραση των απλών θεατών της ταινίας. Φαίνεται ότι εδώ και λίγο καιρό, και ειδικά στο αμερικανικό έδαφος, έχει ξεκινήσει μία ρητορική για το πώς το σκληρό πατριαρχικό κουκούλι της Μέκκας του Κινηματογράφου έχει τον τρόπο της να δείχνει τη θέση στην οποία κατατάσσει έτσι κι αλλιώς και παρά το κίνημα #MeToo, τις γυναίκες δημιουργούς, αλλά και τις ηθοποιούς που αναλαμβάνουν να εξυπηρετήσουν το όραμά τους.
Ο κόσμος αγάπησε την Barbie, όχι όμως και όλοι οι κριτικοί
Όπως γράφει η Emily Maddick στο Glamour «όλο αυτό που συνέβη αποδεικνύει ότι η Ακαδημία και το Χόλιγουντ έχει ακόμη πρόβλημα με τις γυναίκες δημιουργούς και φυσικά έχει πρόβλημα με ταινίες που δημιουργούνται από γυναίκες και απευθύνονται σε γυναίκες» και συνεχίζει:
«Το γεγονός ότι αυτή η γενναία και ρηξικέλευθη φεμινιστική ταινία με επίκεντρο τη γυναικεία ενδυνάμωση έφτασε σε δισεκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη είναι βαθύτατα σημαντικό για την πρόοδο των δικαιωμάτων των γυναικών. Ναι, πολλοί άνθρωποι αισθάνονται άσχημα για το γεγονός ότι χρηματοδοτήθηκε από την Mattel και θα μπορούσε, όπως υποστήριξαν ορισμένοι, να θεωρηθεί ως ένα πρωτοφανές χτύπημα μάρκετινγκ και εμπορικής ιδιοφυΐας εκ μέρους των κατασκευαστών παιχνιδιών, αλλά είναι κάτι πολύ περισσότερο από αυτό.
Τα μηνύματά της σχετικά με το τι σημαίνει να είσαι γυναίκα στη σημερινή κοινωνία, τι σήμαινε να είσαι γυναίκα σε όλη την ιστορία και οι απροκάλυπτες προσπάθειές της να ανατρέψει την πατριαρχία και να διαταράξει τα στερεότυπα των φύλων δεν έχουν ξαναγίνει ποτέ στην ιστορία του κινηματογράφου κύρια υπόθεση μιας mainstream, εισπρακτικά επιτυχημένης ταινίας».
Την ίδια στιγμή, ο δημοσιογράφους του Spectator, George Llewelyn, δεν συμφωνεί με όλη αυτή την κουβέντα. Δεν βρίσκει κανένα σεξιστικό ή πατριαρχικό πρόσημο στις αποφάσεις της Ακαδημίας. Και από το σχετικό άρθρο του δεν φαίνεται να βρίσκει καν τον λόγο για τον οποίο έχει ξεσπάσει όλη αυτή η αντίδραση. Γιατί όπως λέει «η ταινία ΔΕΝ είναι κλασική. Το σενάριο είναι άκομψο και όταν την παρακολουθείς, γνωρίζεις συνεχώς ότι όλα συμβαίνουν βάσει ενός σεναρίου. Οι χαρακτήρες μοιάζουν κολλημένοι σε έναν ιμάντα μεταφοράς που κινείται αμείλικτα προς ένα προκαθορισμένο συμπέρασμα με απίστευτα σταθερό ρυθμό. Τα σημεία της πλοκής και οι σκηνές δεν φαίνεται να προκύπτουν φυσικά. Αντιθέτως, έχετε την αίσθηση ότι η πλοκή είναι κάτι που συμβαίνει στους χαρακτήρες, αντί να καθοδηγείται από αυτούς.
Και φυσικά υπήρχαν και φεμινιστικές φωνές που δεν λάτρεψαν ακριβώς την Barbie
Ο τρόπος με τον οποίο η Barbie αντιμετωπίζει την κεντρική της φεμινιστική ιδέα είναι εξίσου αδέξιος. Οι χαρακτήρες μιλούν για την "πατριαρχία" σαν να διαβάζουν ατάκες που τους υπαγορεύονται από ένα σενάριο και όχι σαν να έχουν κάποιο εσωτερικό κίνητρο για να το κάνουν. Ακόμα και ο πολυδιαφημισμένος μονόλογος της America Ferrera για τις προκλήσεις του να είσαι γυναίκα λειτουργεί ενάντια στα συμφέροντα της ταινίας- μοιάζει επιβεβλημένος και αφύσικος, σαν όλα όσα συνέβησαν στο προηγούμενο μισάωρο να έχουν υπαγορευτεί για να φτάσουμε σε αυτή τη στιγμή.
Φυσικά, έχει γίνει, αλλά σε μια σπουδαία ταινία δεν πρέπει να αισθάνεσαι ότι το αντιλαμβάνεσαι. Δεν μπορείς παρά να φύγεις με την αίσθηση ότι η Gerwig, κάνοντας μια ταινία για τις γυναίκες και για τις γυναίκες, δεν τις εμπιστεύεται αρκετά ώστε να καταλάβουν τη σάτιρά της. Αυτό που προορίζεται να είναι ο συναισθηματικός πυρήνας της ταινίας, αντίθετα, με έκανε ξαφνικά να συνειδητοποιήσω βαθιά ότι καθόμουν σε έναν κινηματογράφο και παρακολουθούσα κάτι που έχει γραφτεί, κινηματογραφηθεί και μονταριστεί από ένα ολόκληρο συνεργείο ανθρώπων που απλώς δεν είναι τόσο καλό ώστε να κερδίσει ένα Όσκαρ».
Φυσικά, υπάρχουν και ένα μεγάλο κομμάτι του σύγχρονου φεμινισμού που απλώς δεν πείστηκε από τη φεμινίστρια Barbie. Που θεωρεί ότι η ταινία είχε καλές προθέσεις, αλλά ήταν επιφανειακή και δεν ξέφυγε από το συνολικό πατριαρχικό glossy της πιο διάσημης κούκλας του κόσμου. Που –ας το αναγνωρίσουμε- έκανε συνολική στροφή στην καριέρα της. Και αυτό είναι ΟΚ, αλλά δεν έχει ακριβώς σχέση με τα Όσκαρ...
Με στοιχεία από Diet Prada, New York Times, Spectator