Περίπου 2.000 θησαυροί εκτιμάται ότι έχουν κλαπεί από το Βρετανικό Μουσείο, αλλά κάποια από αυτά τα αντικείμενα έχουν ανακτηθεί, δήλωσε ο πρόεδρός του, Τζορτζ Όσμπορν. Ωστόσο, αίσθηση προκάλεσε η παραδοχή του ότι δεν είναι καταγεγραμμένα όλοι οι θησαυροί της συλλογής του μουσείου.
Ειδικοί καλούν το Βρετανικό Μουσείο να δώσει στη δημοσιότητα τη λίστα των αντικειμένων που εκλάπησαν. Παράλληλα, έντονες είναι οι επικρίσεις για το γεγονός ότι δεν υπήρχε πλήρης καταγραφή των θησαυρών, ενώ επισημαίνουν ότι είναι μακράν η μεγαλύτερη κλοπή που έχει γίνει σε μουσείο.
Ήδη, ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου, Χάρτγουικ Φίσερ, ανακοίνωσε την παραίτησή του και ο υποδιευθυντής, Τζόναθαν Γουίλιαμς, αποσύρεται από τα καθήκοντά του μέχρι να ολοκληρωθεί η ανεξάρτητη έρευνα για το σκάνδαλο της κλοπής.
Το Βρετανικό Μουσείο, που ιδρύθηκε το 1753, έχει μια συλλογή περίπου 8 εκατομμυρίων αντικειμένων, αλλά έως το 2019 μόνο περίπου 80.000 είχαν εκτεθεί και τα υπόλοιπα βρίσκονταν σε αποθήκες.
Ο Όσμπορν παραδέχθηκε ότι δεν είναι όλα τα αντικείμενα της συλλογής «σωστά καταγεγραμμένα». «Κάποιος που γνωρίζει τι δεν είναι καταγεγραμμένο έχει μεγάλο πλεονέκτημα για την αφαίρεσή τους», συμπλήρωσε. Το γεγονός ότι δεν υπήρχε πλήρης καταγραφή των αντικειμένων δεν είναι κάτι πρωτοφανές για ένα μεγάλο μουσείο, σημείωσε.
«Πιστεύουμε ότι υπήρξαμε θύματα κλοπών που συνέβησαν σε μια μακρά χρονική περίοδο και ειλικρινά θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερα για να τις αποτρέψουμε», δήλωσε στο BBC ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου, Τζορτζ Όσμπορν.
Παράλληλα, αναγνώρισε ότι θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερα, όταν το Βρετανικό Μουσείο έλαβε τις πρώτες πληροφορίες για πιθανές κλοπές, τον Φεβρουάριο του 2021. Όταν ρωτήθηκε γιατί δεν λήφθηκαν σοβαρά υπόψη αυτές οι καταγγελίες, ο Όσμπορν εξέφρασε την πεποίθηση ότι δεν υπήρξε «συγκάλυψη». Εκτίμησε πως είναι πιθανό ότι υψηλόβαθμα στελέχη του μουσείου «δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι υπήρχε εκ των έσω» κάποιος που έκλεβε θησαυρούς.
Βρετανικό Μουσείο: Έχουν ανακτηθεί αντικείμενα που εκλάπησαν
Στις δηλώσεις του, ο Τζορτζ Όσμπορν έκανε λόγο για ανάκτηση αντικειμένων από αυτά που εκλάπησαν.
Είναι «η θετική πλευρά σε ένα μαύρο σύννεφο», απάντησε όταν ρωτήθηκε σχετικά και σημείωσε ότι «μέλη της κοινότητας των μελετητών αρχαιοτήτων συνεργάζονται ενεργά μαζί μας». Ο Όσμπορν εμφανίστηκε βέβαιος πως «έντιμοι άνθρωποι» θα επιστρέψουν αντικείμενα που διαπιστώθηκε ότι εκλάπησαν, αλλά παραδέχθηκε ότι «άλλοι ίσως δεν το κάνουν».
Το μουσείο συνεργάζεται στενά με την αστυνομία και είναι σε εξέλιξη έρευνα για να διαπιστωθεί ακριβώς τι λείπει, συμπλήρωσε και τόνισε ότι πρέπει να βελτιωθεί η ασφάλεια. Η φήμη του Βρετανικού Μουσείου επλήγη, παραδέχθηκε, και ζήτησε συγγνώμη για αυτό, αλλά «είναι ένα χάλι που θα τακτοποιήσουμε», συμπλήρωσε.
«Μακράν η μεγαλύτερη κλοπή από μουσείο»
Μέχρι στιγμής, το Βρετανικό Μουσείο δεν έχει ανακοινώσει τον ακριβή αριθμό αντικειμένων που έχουν κάνει «φτερά». Αυτό, επισημαίνουν ειδικοί, δυσχεραίνει το έργο για την ανάκτησή τους.
«Είναι μακράν η μεγαλύτερη κλοπή που ξέρω από μουσείο, ιδιαίτερα αυτού του επιπέδου», δήλωσε στο BBC ο Χρήστος Τσιρογιάννης, αρχαιολόγος- ερευνητής και επικεφαλής επιτροπής της Unesco για το παράνομο εμπόριο αρχαιοτήτων. «Είναι κάτι πολύ σοβαρό για οποιοδήποτε μουσείο, αλλά το γεγονός ότι συμβαίνει στο Βρετανικό Μουσείο το κάνει ακόμη χειρότερο», πρόσθεσε.
Ο κ. Τσιρογιάννης κάλεσε το Βρετανικό Μουσείο να δημοσιοποιήσει τι λείπει, για να βοηθήσει τους ειδικούς να συνδράμουν στην έρευνα. «Δεν έχω καμία απόδειξη για να ξεκινήσω τον έλεγχο. Το γεγονός ότι δεν δημοσιεύουν μια λίστα με τα αντικείμενα που λείπουν, δένει τα χέρια των ειδικών που θα έπρεπε να βοηθούν. Θα ήθελα να βοηθήσω, αλλά δεν μπορώ», υπογράμμισε.
Η καταγραφή των αντικειμένων είναι η «βασική ευθύνη» ενός μουσείου, τόνισε ακόμη ο αρχαιολόγος ερευνητής, επικρίνοντας το Βρετανικό Μουσείο για το γεγονός ότι δεν είχε κάνει κάτι τέτοιο.