Το γραφείο του εισαγγελέα του Μανχάταν ανακοίνωσε την απόφασή του να επαναπατρίσει 200 αντικείμενα που κατασχέθηκαν από μεγάλα μουσεία και συλλογές και πολλά από αυτά είναι συνδεδεμένα με έναν έμπορο αρχαιοτήτων.
Ανάμεσα σε άλλα, το Μουσείο Ελληνικής, Ετρουσκικής και Ρωμαϊκής Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Fordham παρέδωσε περίπου εκατό αντικείμενα, από το μουσείο Γκετί στο Λος Άντζελες κατασχέθηκαν επτά αντικείμενα αξίας 2 εκατομμυρίων δολαρίων. Περισσότερες αρχαιότητες κατασχέθηκαν από μουσεία στο Σαν Αντόνιο και το Κλίβελαντ και από γκαλερί και σπίτια στη Νέα Υόρκη και το Λονγκ Άιλαντ.
Η αθόρυβη και συστηματική επιχείρηση της εισαγγελίας του Μανχάταν οδήγησε σε έναν άνδρα τον Edoardo Almagià, έναν 70χρονο έμπορο αρχαιοτήτων με έδρα τη Ρώμη, ο οποίος συνδέεται με μεγάλη διακίνηση λαθραίων αντικειμένων τα τελευταία τριάντα χρόνια.
Εκατόν πενήντα αντικείμενα που ανήκαν στον Almagià και άλλα πενήντα που συνδέονται με άλλους ύποπτους διακινητές, παραδόθηκαν στο ιταλικό προξενείο στη Νέα Υόρκη, και σύμφωνα με τους αξιωματούχους πρόκειται για τον μεγαλύτερο επαναπατρισμό αρχαιοτήτων από την Αμερική στην Ιταλία.
Περίτεχνα αγγεία, υδρίες, μαρμάρινες προτομές και κεραμικά ειδώλια που η αξία τους υπολογίζεται σε 10 εκατομμύρια δολάρια επί σειρά ετών παρουσιάζονταν σε περίοπτη θέση στις προθήκες των μουσείων και σε ιδιωτικές συλλογές σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες, παρόλο που η παρουσία τους ήταν απόδειξη εγκλημάτων πολιτιστικής κληρονομιάς.
Ο Almagià λόγω της παρέλευσης του χρόνου και της παραγραφής των εγκλημάτων του είχε δυσκολέψει τις ιταλικές αρχές να προχωρήσουν στη σύλληψή του αλλά όπως είπε ο Roberto Riccardi υπεύθυνος μιας ομάδας της αστυνομίας της Ιταλία που ασχολείται με την αρχαιοκαπηλία «αυτό που είναι πιο σημαντικό είναι ότι αυτά τα πολύ σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα επιστρέφουν και αποτελούν μέρος της πολιτισμικής μας ταυτότητας».
Οι ερευνητές είπαν ότι τα άτομα και τα ιδρύματα που κατείχαν τα αντικείμενα τα παρέδωσαν οικειοθελώς αφού ενημερώθηκαν για την εμπλοκή του Almagià. Οι περισσότεροι είχαν αγοράσει τα αντικείμενα από μεσάζοντες που τα είχαν προμηθευτεί από τον κ. Almagià, απόφοιτο του Πρίνστον που ζούσε στη Νέα Υόρκη, και πούλησαν έργα τέχνης εκεί, από το 1980 έως το 2006.
Μιλώντας για τις κατασχέσεις των αντικειμένων, ο Matthew Bogdanos, ο βοηθός εισαγγελέας που ηγείται της Μονάδας Εμπορίας Αρχαιοτήτων, είπε: «Προς τιμή τους, κάθε άτομο και οργανισμός με τον οποίο έχουμε ασχοληθεί μέχρι στιγμής σχετικά με τον Almagià συμφώνησε μαζί μας ότι τα αντικείμενα ήταν κλεμμένα περιουσιακά στοιχεία.»
Ο Almagià ερευνάται από τις αμερικανικές αρχές για παράνομη μεταφορά εκατοντάδων ιταλικών αντικειμένων στις Ηνωμένες Πολιτείες και κατάθεση πλαστών τελωνειακών εγγράφων. «Υπάρχουν χιλιάδες αντικείμενα που ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο χωρίς χαρτιά, τα οποία ζητούνται τώρα, ενώ στο παρελθόν δεν υπήρχαν τέτοιες απαιτήσεις» είπε ο Almagià, αναφερόμενος στο εμπόριο αρχαιοτήτων της ρωμαϊκής εποχής που ρυθμίζεται αυστηρά από την ιταλική νομοθεσία και από μακροχρόνιες συμφωνίες μεταξύ Ιταλίας και Ηνωμένων Πολιτειών.
Πριν λίγες εβδομάδες ο Almagià ερευνήθηκε επειδή ήταν αυτός που είχε πουλήσει στον δισεκατομμυριούχο Michael H. Steinhardt δέκα από τα 180 αντικείμενα που κατασχέθηκαν ως κλεμμένα από τις συλλογές του, ενώ παλιότερα είχε και άλλες περιπέτειες με τις δικαστικές και αστυνομικές αρχές. Το 2012 ένα ιταλικό δικαστήριο τον αθώωσε από την κατηγορία της λεηλασίας αρχαίων ρωμαϊκών και ετρουσκικών τάφων. Το δικαστήριο, ωστόσο, επικύρωσε την κατάσχεση όλων των αντικειμένων που είχε στην κατοχή του. Ο Almagià ομολόγησε ότι πούλησε αρχαία αντικείμενα από την Ιταλία σε μουσεία των ΗΠΑ που αναμφίβολα είχαν κλαπεί από ανασκαφές, αλλά ότι δεν ήταν αντικείμενα μεγαλύτερης σημασίας.
Η Νέα Υόρκη ήταν «ο τόπος συνωμοσίας», όπως δήλωσε ο Matthew Bogdanos, βοηθός εισαγγελέα της Νέας Υόρκης και τα ανικείμενα πρέπει να επιστραφούν στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους, ανεξάρτητα από το πότε και πού κλάπηκαν.
Και τα τέσσερα μουσεία που εμπλέκονται στην υπόθεση δήλωσαν ότι αφού εξέτασαν τα στοιχεία του εισαγγελέα, αποφάσισαν να δώσουν πίσω οικειοθελώς τα αντικείμενα που σχετίζονται με τον Almagià.
Το πανεπιστήμιο του Fordham, παρέδωσε σχεδόν εκατό από τα 260 αντικείμενα που δωρίστηκαν το 2007 από έναν απόφοιτο, τον William D. Walsh, ο οποίος πέθανε το 2013 και δεν γνώριζε την προέλευσή τους, είπαν οι ερευνητές. Η συλλογή του περιελάμβανε ελληνορωμαϊκά αντικείμενα που χρονολογούνται τουλάχιστον από το 700 π.Χ. και παραδείγματα παγκόσμιας κλάσης κεραμικής.
Η δωρεά του, επέτρεψε στο πανεπιστήμιο να ιδρύσει ένα δωρεάν μουσείο και ένα διδακτικό και ερευνητικό ίδρυμα αφιερωμένο στη μελέτη της αρχαίας μεσογειακής τέχνης. Ένα από τα κατασχεθέντα αντικείμενα, μια υδρία από τερακότα ύψους 19 ιντσών, που απεικονίζει τους άθλους του Ηρακλή, εμφανίστηκε στο εξώφυλλο του καταλόγου του μουσείου το 2012.
Το μουσείο Γκετί ανέφερε σε μια δήλωση: «Τα περισσότερα από τα αντικείμενα που παραχωρήθηκαν έγιναν δεκτά ως δώρα στο Getty πριν από 25 χρόνια. Κάθε φορά που έρχονται νέες πληροφορίες σχετικά με την προέλευση των αντικειμένων, διενεργούμε διεξοδική ανασκόπηση και επιστρέφουμε αντικείμενα εάν αυτό δικαιολογείται από αυτά τα νέα ευρήματα».
Το Μουσείο Τέχνης του Σαν Αντόνιο, το οποίο παρέδωσε πέντε ελληνορωμαϊκά βάζα και πιάτα και μια ομάδα θραυσμάτων κεραμικής, δήλωσε: «Είμαστε ικανοποιημένοι που ο Εισαγγελέας της Περιφέρειας ανακοίνωσε επίσημα ότι τα αντικείμενα θα επιστραφούν τώρα στην κυβέρνηση της Ιταλίας. Θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε ενεργά για την αντιμετώπιση τυχόν νόμιμων αξιώσεων ιδιοκτησίας για τις οποίες το μουσείο γνωρίζει». Το Μουσείο Τέχνης του Κλίβελαντ δήλωσε επίσης ότι αποδέχεται την εγκυρότητα της κατάσχεσης τριών αντικειμένων που αγοράστηκαν απευθείας από τον κ. Almagià στα μέσα της δεκαετίας του 1990.
Ο Matthew Bogdanos είπε ότι αναμένει περαιτέρω κατασχέσεις και δικαστικές διαδικασίες που συνδέονται με την υπόθεση του Almagià. Η έκδοσή του θα ήταν δύσκολη, αλλά πρόσθεσε ότι «υπάρχουν πολλά άλλα μουσεία με αντικείμενα που προέρχονται από συναλλαγές του σε όλη τη χώρα».