Τεράστια προβλήματα στον κρατικό μηχανισμό, έλλειμμα συνεργασίας και νομικά κενά, διαπιστώνει το πόρισμα της Ανεξάρτητης Επιτροπής για τη Διερεύνηση των Αιτίων των Πυρκαγιών στην Ελλάδα, εξίμισι μήνες μετά τη φονική πυρκαγιά της 23ης Ιουλίου με 100 νεκρούς στο Μάτι.
Στο πόρισμα γίνεται λόγος για έλλειψη συντονισμού και ανεπάρκειες αλλά και μεγάλη δυσαναλογία τωνν κονδυλίων που κατανέμονται στην καταστολή, αντί της πρόληψης.
Σύμφωνα με το πόρισμα, στην πρόληψη δασικών φωτιών συμμετέχουν 45 συναρμόδιοι φορείς χωρίς όμως να υπάρχει κεντρικός συντονισμός. Η Δασική Υπηρεσία που είναι τυπικά επιφορτισμένη με τον συντονιστικό ρόλο αδυνατεί να εκτελέσει πλήρως τα καθήκοντά της λόγω «νομικού κενού».
Η επιτροπή διαπιστώνει έλλειψη ενιαίου εθνικού σχεδίου προστασίας, που θα θέτει το πλαίσιο για την συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων.
Εκτός από την απουσία σχεδιασμού όμως οι εμπειρογνώμονες καταγράφουν και «έλλειψη κλίματος και πνεύματος συνεργασίας» ανάμεσα στις υπηρεσίες, ειδικά μεταξύ της Πυροσβεστικής και της Δασικής Υπηρεσίας.
Τα προβλήματα γίνονται ακόμα πιο περίπλοκα από την άναρχη δόμηση, την ανεπαρκή φροντίδα των δασικών εκτάσεων και την απουσία αντιπυρικών σχεδίων σε τοπικό επίπεδο
«Μετά την πολύ μεγάλη τραγωδία που συνέβη στη χώρα μας το καλοκαίρι στο Μάτι με τις φονικές πυρκαγιές, καθίσταται ακόμα πιο επείγον να ληφθούν νομοθετικές πρωτοβουλίες για την ενίσχυση του κρισιμότατου τομέα της Πολιτικής Προστασίας», δήλωσε ο κ. Νίκος Βούτσης, στον οποίο παραδόθηκε το πόρισμα.
Σημειώνεται πως η επιτροπή συγκροτήθηκε με απόφαση του Αλέξη Τσίπρα, τον Σεπτέμβριο του 2018.
Τα βαθύτερα προβλήματα
Το πόρισμα κάνει λόγο για «μια σειρά από περισσότερο ή λιγότερο προφανή αίτια για την κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η διαχείριση των πυρκαγιών δασών και υπαίθρου στην Ελλάδα», και αναφέρει δεκαέξι σημεία σαν βαθύτερα αίτια για το πρόβλημα, τα οποία είναι τα ακόλουθα:
1. Η απουσία ενός εθνικού επιστημονικού, συντονιστικού φορέα για τον σχεδιασμό πολιτικής και στρατηγικής για την προστασία των δασών από τις πυρκαγιές ο οποίος να συνδέεται με την επιχειρησιακή πράξη.
2. Η έλλειψη ενιαίου Εθνικού Σχεδίου Προστασίας από τις πυρκαγιές δασών και υπαίθρου το οποίο να ολοκληρώνει τις αρμοδιότητες και το ρόλο όλων των εμπλεκόμενων φορέων στα θέματα της διαχείρισης των πυρκαγιών.
3. Η διάσπαση του ολοκληρωμένου σχεδιασμού της διαχείρισης των πυρκαγιών σε απομονωμένες και ασύνδετες δράσεις είτε πρόληψης είτε καταστολής, δημιουργώντας συντεχνιακά και υπηρεσιακά σιλό.
4. Η έλλειψη κλίματος και πνεύματος συνεργασίας ανάμεσα στους εμπλεκόμενους φορείς και υπηρεσίες και
ιδιαίτερα μεταξύ Πυροσβεστικού Σώματος και Δασικής Υπηρεσίας.
5. Η καταφανής πριμοδότηση της καταστολής σε σχέση με την πρόληψη τόσο σε επίπεδο στρατηγικής όσο
και σε επίπεδο χρηματοδότησης.
6. Η εξαφάνιση της πρόληψης μέσω της υποχρηματοδότησης των έργων που την αφορούν και την αποδόμηση
της κάθετης οργάνωσης της Δασικής Υπηρεσίας η οποία θα υποστήριζε τον συντονισμό του έργου της πρόληψης των πυρκαγιών σε εθνικό επίπεδο.
7. Οι πολιτικές παρεμβάσεις που δεν συνδυάζονται με επιστημονική τεκμηρίωση των αντίστοιχων επιλογών
(όπως η μεταφορά της δασοπυρόσβεσης με το ν.2612/1998).
8. Η έλλειψη επαγγελματικής και πιστοποιημένης εκπαίδευσης του προσωπικού για την κάλυψη επιχειρησιακών ρόλων διοίκησης των επιχειρήσεων δασοπυρόσβεσης.
9. Το χαμηλό επίπεδο συντονισμού για την αντιπυρική προστασία των δασών και ειδικότερα στη φάση της καταστολής.
10. Η διαχρονική αύξηση (τελευταίες δεκαετίες) της συνέχειας και του φορτίου της δασικής καύσιμης ύλης σαν συνέπεια της εγκατάλειψης και της υποχρηματοδότησης της διαχείρισης των δασών.
11. Η υπερβολική εξάρτηση του συστήματος δασοπυρόσβεσης από τα εναέρια μέσα.
12. Η μεταφορά πρακτικών πυρόσβεσης αστικών πυρκαγιών στις πυρκαγιές δασών και υπαίθρου.
13. Η στρεβλή αντίληψη της υπερβολικής είτε προστασίας είτε καταστολής στη διαχείριση του προβλήματος
που οδηγεί στο παράδοξο των μεγάλων πυρκαγιών.
14. Το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης που αντιλαμβάνεται τον δασικό χώρο ως γεωτεμάχιο και όχι ως παραγωγικό πόρο.
15. Η έλλειψη αντίληψης του κινδύνου πυρκαγιάς στη ζώνη μείξης δασών-οικισμών και κυρίως
16. Ο αποκλεισμός της επιστημονικής γνώσης, της καινοτομίας και της τεχνολογίας από την επιχειρησιακή
πράξη της διαχείρισης των πυρκαγιών δασών και υπαίθρου.
Προτάσεις - Η δημιουργία του ΟΔΙΠΥ
«Οι πυρκαγιές δεν είναι δυνατό να εξαλειφθούν πλήρως στα μεσογειακά δασικά οικοσυστήματα καθώς,
στη φυσική τους συχνότητα, αποτελούν σημαντικό παράγοντα για τη λειτουργία τους», αναφέρουν οι επιστήμονες και καταλήγουν πως ο στόχος ενός σύγχρονου συστήματος διαχείρισης δεν είναι η εξάλειψη των πυρκαγιών αλλά η μείωση της επικινδυνότητάς τους και των καταστροφών που ενδέχεται να προκαλέσουν.
Σε άλλο σημείο αναφέρουν πως «η μείωση του κινδύνου έναρξης και εξάπλωσης δασικών πυρκαγιών αλλά και η επιτυχής καταστολή τους έχουν ως απαραίτητη προϋπόθεση τον ορθολογικό σχεδιασμό και την αποτελεσματική εφαρμογή του σχεδιασμού πρόληψης».
Παράλληλα σημειώνουν πως «ένα σύγχρονο σύστημα, το πρόβλημα των πυρκαγιών θα πρέπει να αντιμετωπίζεται από την πολιτεία ενιαία, μέσα από ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό πλαίσιο διαχείρισης των πυρκαγιών δασών και υπαίθρου,
και όχι με μεμονωμένες και ασύνδετες υπηρεσίες και δράσεις πρόληψης ή καταστολής».
Κεντρικό στοιχείο για το σχεδιασμό και την υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης δασικών πυρκαγιών είναι η δημιουργία ενός κεντρικού Οργανισμού (ή Φορέα) ο οποίος θα έχει αυτό το έργο ως βασικό του αντικείμενο.
«Ο Φορέας αυτός θα παρακολουθεί, θα επιβλέπει και συντονίζει τη δράση όλων των εμπλεκόμενων φορέων σε θέματα διαχείρισης των πυρκαγιών δασών και υπαίθρου», αναφέρεται στο πόρισμα, ονομάζοντας τον φορέα ατυόν Οργανισμός ΔΙαχείρισης ΠΥρκαγιών δασών και υπαίθρου (ΟΔΙΠΥ).
Σύμφωνα με το πόρισμα οι στόχοι του ΟΔΙΠΥ είναι ο ενιαίος και κοινός σχεδιασμό μέτρων και δράσεων διαχείρισης των πυρκαγιών σε εθνικό επίπεδο, η ισορροπημένη έμφαση και συμπληρωματική σχέση ανάμεσα στις πολιτικές για πρόληψη και καταστολή, η κοινή και πιστοποιημένη εκπαίδευση του προσωπικού όλων των εμπλεκόμενων φορέων, οι κοινές, διυπηρεσιακές ασκήσεις ετοιμότητας, το ενοποιημένο και κοινό σύστημα συνεργασίας όλων των εμπλεκόμενων φορέων στην καταστολή των πυρκαγιών δασών και υπαίθρου, και η ενημέρωση, ευαισθητοποίηση και αξιοποίηση της συμμετοχής των πολιτών στον κύκλο διαχείρισης των πυρκαγιών δασών και υπαίθρου.
«Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι καταθέτετε τις προτάσεις και τις απόψεις σας για ένα θέμα όπως η Πολιτική Προστασία, που δεν είναι μόνο της Ελλάδας ή της Ευρώπης, αλλά και διεθνές και σχετίζεται παράλληλα με κρίσιμα θέματα που άπτονται των επικίνδυνων κλιματικών αλλαγών», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βούτσης.
Παράλληλα πρόσθεσε πως το πόρισμα θα μελετηθεί από τις κοινοβουλευτικές επιτροπές και στη συνέχεια τα μέλη της επιτροπής που συνέταξε το πόρισμα θα κληθούν σε ακροάσεις με τη συμμετοχή αρμόδιων φορέων.
«Το πόρισμα αυτό είναι το αποτέλεσμα ενός πολύ εντατικού διαλόγου που διήρκεσε τέσσερις μήνες και στον οποίο συμμετείχαν Έλληνες επιστήμονες, ειδικοί, επαγγελματίες και εμπειρογνώμονες όλων των κλάδων», ανέφερε ο επικεφαλής της Ανεξάρτητης Επιτροπής για τη Διερεύνηση των Αιτίων των Πυρκαγιών στην Ελλάδα, Professor Dr. Johann Georg Goldammer προσθέτοντας πως τον Δεκέμβριο του 2018 συμμετείχαν όλες οι αρμόδιες υπηρεσίες σε κυβερνητικό επίπεδο.
Τον επικεφαλής της Επιτροπής, Professor Dr. Johann Georg Goldammer, συνόδευαν τα μέλη της, Δρ. Γαβριήλ Ξανθόπουλος, Αναπληρωτής Ερευνητής στον Ελληνικό Γεωργικό Οργανισμό «ΔΗΜΗΤΡΑ», Δρ. Γεώργιος Μαλλίνης, Επίκουρος Καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, κ. Αλέξανδρος Δημητρακόπουλος, Τακτικός Καθηγητής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Δρ. Ιωάννης Μητσόπουλος, Δασολόγος-Ειδικός Δασικών Πυρκαγιών στη Γενική Διεύθυνση Περιβαλλοντικής Πολιτικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
σχόλια