Η ακτιβιστική του εμπειρία τον έκανε, καθώς λέει, να κατανοήσει ότι ο αγώνας για τα ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να δίνεται ταυτόχρονα μέσα κι έξω από τους θεσμούς και ότι το κάλεσμα «να πάρουμε στα χέρια μας τα μέσα παραγωγής» αφορά και τα αποδεικτικά στοιχεία.
Αυτό τον οδήγησε το 2010 στη δημιουργία της πολυεθνικής ερευνητικής ομάδας Forensic Architecture (Δικανική Αρχιτεκτονική), η οποία εδρεύει στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Εκεί, στο Goldsmith, διδάσκει σήμερα και ο 51χρονος συνομιλητής μου, μέλος επίσης της Βρετανικής Ακαδημίας, του Τεχνικού Επιστημονικού Συμβουλίου του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου της Χάγης και του Κέντρου Ερευνητικής Δημοσιογραφίας (CIJ).
Στελεχωμένη από προγραμματιστές, νομικούς, αρχιτέκτονες, δημοσιογράφους, αρχαιολόγους και επιστήμονες, η Forensic Architecture (F.A.) έχει διερευνήσει ουκ ολίγες σκοτεινές υποθέσεις σε όλο τον πλανήτη, διασταυρώνοντας πολλές διαφορετικές μαρτυρίες και πηγές και χρησιμοποιώντας προηγμένες ψηφιακές τεχνικές, όπως η τηλεπισκόπηση και οι τρισδιάστατες ψηφιακές μακέτες.
Έχει πραγματοποιήσει έρευνες για τον ΟΗΕ, τη Διεθνή Αμνηστία, το Διεθνές Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τον Ερυθρό Σταυρό, τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και πολλές ακόμα μη κυβερνητικές οργανώσεις. Απέσπασε σημαντικά βραβεία και διακρίσεις, δουλειές της με εικαστικό ενδιαφέρον έχουν εκτεθεί σε Λονδίνο, Ν. Υόρκη, Βερολίνο, Βαρκελώνη, στην Πόλη του Μεξικού, ακόμα και στην Αθήνα (2019), περιλαμβάνονται μάλιστα στη μόνιμη συλλογή του Victoria & Albert Museum. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν συναντά αντιδράσεις και εμπόδια στο έργο της ‒ ο ίδιος ο ιδρυτής της δυσκολεύεται πια να ταξιδέψει στη μισή υφήλιο.
Όπως η δολοφονία του Παύλου, έτσι κι αυτή του Ζακ είναι μια υπόθεση-πρόκληση και για την ελληνική κοινωνία, και για την ελληνική Δικαιοσύνη αλλά και για τη δημοκρατία στη χώρα που καυχιέται ότι τη γέννησε
Κάποιες έρευνες της F.A. έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα ελληνικά δεδομένα: τα στοιχεία που επεξεργάστηκε για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, ανάμεσά τους απομαγνητοφωνήσεις εσωτερικών επικοινωνιών της αστυνομίας και του ΕΚΑΒ, κατατέθηκαν στη δίκη της Χρυσής Αυγής, ενισχύοντας το κατηγορητήριο, ενώ εκείνα για τον φόνο του Ζακ θα τεθούν υπόψη της έδρας στη δίκη για το αποτρόπαιο έγκλημα της οδού Γλάδστωνος που μόλις ξανάρχισε: «Όπως η δολοφονία του Παύλου, έτσι κι αυτή του Ζακ είναι μια υπόθεση-πρόκληση και για την ελληνική κοινωνία, και για την ελληνική Δικαιοσύνη αλλά και για τη δημοκρατία στη χώρα που καυχιέται ότι τη γέννησε», θα πει.
Εδώ να πούμε ότι χάρη στην προκαταρκτική έκθεση ανάλυσης οπτικοακουστικού υλικού που δημοσίευσε η F.A. ταυτοποιήθηκε εν τέλει ο μυστήριος «άνδρας με το κίτρινο μπλουζάκι» που εμπόδισε τον Ζακ να μπει στον Βενέτη και δεν συμμετείχε μεν στο λιντσάρισμα, αλλά το παρακολούθησε από πολύ κοντά και επιπλέον είχε μια περίεργη οικειότητα με τους αστυνομικούς.
Η F.A. έχει διερευνήσει επίσης καταγγελίες για επαναπροωθήσεις προσφύγων όπως και για τους δύο «ορφανούς» φόνους πέρσι στον Έβρο, όταν χιλιάδες πρόσφυγες επιχείρησαν να διασχίσουν τα σύνορα. Μάλιστα τότε της ασκήθηκε έντονη κριτική εδώ για «fake news» (οι ερευνητές συμπέραναν ότι οι σφαίρες προήλθαν από το ελληνικό έδαφος), κριτική που ο Εγιάλ Βάιτσμαν απορρίπτει κατηγορηματικά.
Μιλά ήρεμα, με ευφράδεια αλλά και πάθος. Το συμμερίζεται, το πονάει το αντικείμενό του, δίχως όμως αυτό να επηρεάζει την κρίση του, όπως υποστηρίζει. Στην ομάδα του δεν υπάρχουν αυθεντίες, τονίζει, ούτε διεκδικούν κάποιο μονοπώλιο της αλήθειας, τη θέτουν πάντοτε στη βάσανο της κριτικής επαλήθευσης: «Η αλήθεια που παρουσιάζεται ως απόλυτη και αναμφισβήτητη παραπέμπει περισσότερο σε θρησκευτικό δόγμα.
Η επαλήθευση, πάλι, είναι μια διαδικασία συλλογική και διαρκώς ανοιχτή σε νέες μαρτυρίες, στοιχεία και ντοκουμέντα, μια διαδικασία που επιδιώκει την κριτική σκέψη αντί να τη φοβάται. Στόχος μας, μέσα από αυτή την αναζήτηση, είναι να γίνει η αλήθεια δημόσιο αγαθό. Η εξεύρεση της αλήθειας γίνεται έτσι ένα συλλογικό πρότζεκτ στο οποίο συμμετέχουν ακτιβιστές, εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών, εξειδικευμένοι ερευνητές και απλοί πολίτες».
— Η ερευνητική ομάδα F.A. κλείνει φέτος έντεκα χρόνια ερευνητικής δράσης. Πώς συλλάβατε την ιδέα της δημιουργίας της;
Γεννήθηκα στη Χάιφα, μια πόλη που είναι παλαιστινιακή όσο και εβραϊκή και ήδη από νεαρή ηλικία συμμετείχα στο αντιαποικιακό κίνημα κατά της ισραηλινής κατοχής. Διαπίστωσα τότε ότι αναφορικά με τους Παλαιστίνιους ο νόμος χρησιμοποιούνταν ουσιαστικά ως εργαλείο καταπίεσης. Ούτε βρισκόταν υπεράνω της διαμάχης ούτε προστάτευε από τις αυθαιρεσίες της αποικιακής κυριαρχίας ‒ πώς θα μπορούσε, αφού οι ίδιοι οι κυρίαρχοι τον θέσπισαν. Αντί να ελέγχει τον ισχυρό και να προστατεύει τον αδύναμο, χρησιμοποιείται από την εξουσία για να συγκαλύψει τη «mainstream» βία του κράτους και όσων σχετίζονται με αυτό, ένα γενικότερο γνώρισμα αυταρχικών, ανελεύθερων και αποικιακών καθεστώτων.
Σκέφτηκα, λοιπόν, ότι, πέρα από τον ακτιβισμό του δρόμου, χρειαζόμαστε εναλλακτικές πρακτικές εξεύρεσης και πιστοποίησης της αλήθειας. Πρακτικές και πρωτοβουλίες που αφενός να στέκονται κριτικά απέναντι σε τέτοιους νόμους, αποδομώντας το επίσημο αφήγημα, αφετέρου να συμβάλλουν στη διαλεύκανση σκοτεινών υποθέσεων και μέσα στο πλαίσιο των θεσμών, όπως τα εθνικά και τα διεθνή δικαστήρια και οργανισμοί.
Η αναζήτηση της αλήθειας γίνεται έτσι ένα πολυεπίπεδο, συλλογικό πρότζεκτ στο οποίο συμμετέχουν ακτιβιστές, εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών, εξειδικευμένοι ερευνητές και απλοί πολίτες. Διότι δεν μπορούμε να περιμένουμε να γίνει αυτό ουρανοκατέβατα ή να περιμένουμε ότι η εξουσία θα στραφεί εναντίον του εαυτού της.
— Στην εισαγωγή του τελευταίου σας βιβλίου αναφέρεστε επίσης στη «σκοτεινή επιστημολογία» και τη «μετα-αλήθεια».
Η μετα-αλήθεια είναι μια μορφή άρνησης της πραγματικότητας που δεν σχετίζεται ακριβώς με το ψέμα αλλά με τη λεγόμενη σκοτεινή επιστημολογία, η οποία σκοπό δεν έχει να πείσει ή να μεταδώσει κάτι, απλώς να συσκοτίσει την αντίληψη τόσο, ώστε να βλέπουμε την αλήθεια, αλλά να μην την αναγνωρίζουμε. Αμφισβητεί κι εκείνη τους θεσμούς, όχι όμως για να τους αλλάξει προς το καλύτερο αλλά για να υπονομεύσει τις δημοκρατικές κατακτήσεις.
Αυτή η ψευδεπίγραφη, λαϊκίστικη, φασιστικού τύπου επιστημολογία, δυστυχώς, έχει μεγάλη πέραση σήμερα τόσο στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στην ανατολική Ευρώπη, σε χώρες όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία, οι κυβερνήσεις των οποίων διαβουλεύονται με την ελληνική προκειμένου να αυστηροποιηθεί η ευρωπαϊκή και διεθνής νομοθεσία στο μεταναστευτικό-προσφυγικό, για παράδειγμα.
Όποιος ενδιαφέρεται για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη διερεύνηση κρατικών εγκλημάτων οφείλει να αντιστρατεύεται αυτές τις ναζιστικές τεχνικές διαστρέβλωσης της πραγματικότητας και χειραγώγησης της κοινής γνώμης.
— Νομίζω ότι στοιχεία των παραπάνω βρίσκουμε και στο κίνημα των αρνητών της πανδημίας, όπου επίσης πρωτοστατούν ακροδεξιά στοιχεία.
Καθόλου περίεργο. Όταν, ως εξουσία, συνηθίζεις να υιοθετείς και να χρησιμοποιείς πολιτικά τις επιθέσεις στην αλήθεια, δίνοντας εσύ πρώτος το κακό παράδειγμα, επόμενο είναι να διαταραχθεί γενικότερα και χωρίς διάκριση η εμπιστοσύνη του κόσμου στους θεσμούς, στην πολιτική, στην επιστήμη, παντού.
— Προτιμάτε, πάντως, να μιλάτε περισσότερο για επαλήθευση παρά για αλήθεια.
Ναι, διότι η αλήθεια που παρουσιάζεται ως απόλυτη και αναμφισβήτητη παραπέμπει περισσότερο σε θρησκευτικό δόγμα. Η επαλήθευση, πάλι, είναι μια διαδικασία συλλογική και διαρκώς ανοιχτή σε νέες μαρτυρίες, στοιχεία και ντοκουμέντα, μια διαδικασία που επιδιώκει την κριτική σκέψη, αντί να τη φοβάται. Στόχος μας μέσα από αυτή την αναζήτηση είναι να γίνει η αλήθεια δημόσιο αγαθό, όχι θέσφατο κάποιας αυθεντίας που αποφασίζει τι πρέπει να παρουσιαστεί ως αλήθεια και τι όχι.
— Αλλά πόσο εύκολο είναι να εξακριβώσει, να πιστοποιήσει, να επαληθεύσει κανείς γεγονότα και καταστάσεις, όταν κατακλύζεται καθημερινά από έναν ωκεανό πληροφοριών, πολλές από τις οποίες είναι αμφίβολης προέλευσης και αξιοπιστίας;
Αυτή ακριβώς είναι η φύση της δουλειάς μας, να ελέγχουμε, να αξιολογούμε και να διασταυρώνουμε τη διαρκώς συσσωρευόμενη πληροφορία, ξεχωρίζοντας την ήρα από το σιτάρι. Και ναι, σαφώς και είμαστε πρόθυμοι να αναθεωρήσουμε κάποιο συμπέρασμα εάν νέες μαρτυρίες και στοιχεία κλονίσουν την αξιοπιστία των προηγούμενων. Δεν το παίζουμε παντογνώστες, ούτε επιθεωρητές Κλουζό, εργαζόμαστε συλλογικά, πολυεπίπεδα και πολυδιάστατα.
Για το ζήτημα των παράνομων επαναπροωθήσεων στην Ελλάδα, για παράδειγμα, συγκεντρώσαμε πλήθος μαρτυρίες, φωτογραφίες και βίντεο από ακτιβιστές πρόσφυγες, δημοσιογράφους, νομικούς κ.λπ., τις επεξεργαστήκαμε και τις συγκρίναμε. Στο F.A. λειτουργούμε ως τμήμα ενός «νέφους» επαλήθευσης, αμφισβητώντας τις επίσημες θεσμικές εκδοχές μιας προκατασκευασμένης αλήθειας που δεν αντέχει στην ανοιχτή κριτική.
Είναι, επομένως, πολύ σημαντικό για μια υπόθεση να έρχονται στο φως όσο περισσότερες πληροφορίες γίνεται από πολλές διαφορετικές πηγές, κάτι που προϋποθέτει την ευαισθητοποίηση κάθε πιθανού αυτόπτη ή αυτήκοου μάρτυρα. Η τεχνική που χρησιμοποιούμε δεν είναι απλώς ένα εργαλείο που προωθεί τη δημοκρατία, σχετίζεται με την ίδια την ουσία της.
Η διαδικασία της επαλήθευσης, τώρα, είναι μια ιδιαίτερα κοπιαστική εργασία που μπορεί να κρατήσει αρκετούς μήνες και που οι ερευνητές οφείλουμε να την κάνουμε όχι διεκπεραιωτικά αλλά με υπομονή, επιμονή, προσοχή και φροντίδα.
— Πόσο πιθανό είναι τα ιδεολογικά πιστεύω ενός ή περισσότερων ερευνητών του F.A. να επηρεάσουν τις έρευνες που διεξάγει;
Καθόλου, σας διαβεβαιώ. Ανεξάρτητα από την όποια κοσμοθεωρία μας, οφείλουμε να θέτουμε κάθε μαρτυρία στη βάσανο της κριτικής επαλήθευσης, είτε το συμπέρασμα συμφωνεί με τις πεποιθήσεις μας είτε όχι. Διαφορετικά, θα αποδεικνυόμασταν υποκριτές και αναξιόπιστοι.
— Η δουλειά σας στην Ελλάδα έγινε ευρέως γνωστή χάρη στη συμβολή σας στη διαλεύκανση των υποθέσεων τόσο του Παύλου Φύσσα όσο και του Ζακ Κωστόπουλου. Η μνήμη του Παύλου εν μέρει δικαιώθηκε, η ηγεσία της Χ.Α. καταδικάστηκε και φυλακίστηκε, οι κατηγορούμενοι για τη δολοφονία του Ζακ, όμως, τρία χρόνια μετά παραμένουν ελεύθεροι και η δίκη τους ουσιαστικά τώρα αρχίζει.
Μια δίκη είναι μια φύσει διαφιλονικούμενη διαδικασία, όπου η αλήθεια οφείλει να εκβιαστεί, τρόπον τινά. Σίγουρα χαρήκαμε που βάλαμε κι εμείς ένα λιθαράκι στην καταδίκη των δολοφόνων του Παύλου Φύσσα.
Κάτι πολύ σημαντικό σε αυτή την υπόθεση ήταν, ξέρετε, η προσπάθεια του Παύλου, αφότου δέχτηκε την επίθεση, να μετακινηθεί προς το σημείο που φώτιζαν οι προβολείς γειτονικού καταστήματος. Αν παρέμενε στο σκοτάδι, δεν θα είχαμε εικόνα από τις κάμερες που βρίσκονταν στην περιοχή. Μάλιστα, η μητέρα του, η κ. Μάγδα, μας είπε ότι πιστεύει πως το έπραξε συνειδητά αυτό. Συχνά, ξέρετε, εργαζόμαστε στο μεταίχμιο της ορατότητας, ήταν λοιπόν συμβολική η απόφασή του εκείνη όσον αφορά τα μέσα που χρησιμοποιούμε για να αντισταθούμε στη βαρβαρότητα.
Αναφορικά με τον Ζακ Κωστόπουλο, αφότου ζητήθηκε η συνδρομή μας στη διερεύνηση και της δικής του δολοφονίας, κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε, παρότι το διαθέσιμο οπτικοακουστικό υλικό ήταν ελλιπές. Όταν μια υπόθεση έχει πολλά ανοιχτά ερωτηματικά, προσπαθείς να την ανασυνθέσεις, διαφωτίζοντας όσα δεν γνωρίζεις μέσω αυτών που γνωρίζεις.
Το γεγονός ότι η δολοφονική επίθεση εναντίον του ανθρώπου αυτού ήταν απρόκλητη, ότι συνέβη στο κέντρο της πόλης, στο φως της μέρας, σε κοινή θέα, με κάμερες ασφαλείας ένα γύρω και μπροστά σε δεκάδες αυτόπτες μάρτυρες, από τους οποίους κανείς σχεδόν δεν παρενέβη, μας συγκλόνισε ακόμα περισσότερο. Το ίδιο και η συκοφάντηση του θύματος και η προσπάθεια συγκάλυψης στην οποία επιδόθηκαν Αρχές και media.
Δεν υποκαθιστούμε τους δικαστές, ελπίζω όμως ότι οι φονιάδες του Ζακ θα υποστούν τις συνέπειες της πράξης τους. Γνωρίζω ότι αρκετοί άνθρωποι στην Ελλάδα παραμένουν έξαλλοι και για τις δύο αυτές δολοφονίες.
Όπως η δολοφονία του Παύλου, έτσι κι εκείνη του Ζακ είναι μια πρόκληση για την ελληνική κοινωνία, για την ελληνική Δικαιοσύνη αλλά και για τη δημοκρατία στη χώρα που καυχιέται ότι τη γέννησε. Αλλά η δημοκρατία δεν είναι κάτι που προσφέρεται δωρεάν και απλόχερα από κάποιον αγαθό θεό, οφείλει κανείς να τη διεκδικεί και να αγωνίζεται γι’ αυτή καθημερινά.
Στον αγώνα αυτό, η κοινωνία των πολιτών οφείλει να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή. Οι πολίτες που διατηρούν κοινωνική συνείδηση είναι αυτοί που προσκομίζουν τις μαρτυρίες, βοηθώντας στην επαλήθευση των γεγονότων. Δεν μπορούμε να επαφιόμαστε μόνο στις ανακριτικές αρχές ή στην αστυνομία σε τέτοιες υποθέσεις, ειδικά όταν εμπλέκεται και η ίδια σε αυτές.
Αν οι μισοί απ’ όσους παρακολουθούσαν απαθείς τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου, βιντεοσκοπώντας με τα κινητά τους, είχαν δημοσιοποιήσει και καταθέσει το υλικό αυτό, σήμερα θα είχαμε μια πολύ πληρέστερη εικόνα.
Οι πολίτες οφείλουν να ευαισθητοποιηθούν περισσότερο απέναντι σε ζητήματα δημοκρατίας, είτε αφορούν τη δράση ακροδεξιών ομάδων, είτε την παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την αστυνομική αυθαιρεσία, είτε τα φαινόμενα κοινωνικού εκφασισμού, είτε την ξενοφοβία και τις πρακτικές των επαναπροωθήσεων στα σύνορα. Η συμπεριφορά ενός λαού απέναντι στους κατατρεγμένους είναι ένα στοίχημα δημοκρατίας και πολιτισμού.
Η ομάδα μας, ξέρετε, αποτελείται από τριάντα άτομα, πέντε από τα οποία είναι ελληνικής καταγωγής. Πρόκειται για νέους ανθρώπους, προερχόμενους από μια γενιά που σε ένα μεγάλο κομμάτι της είναι συνειδητοποιημένη και μαχητική, που ξέρει να αγωνίζεται και στους δρόμους και στα δικαστήρια και στα φωτογραφικά στούντιο και στα ερευνητικά εργαστήρια και όπου αλλού χρειάζεται.
Είναι αισιόδοξο αυτό και ταυτόχρονα ένα είδος καλού παραδείγματος, γιατί η Ελλάδα είναι το ακραίο σύνορο της Ευρώπης, ένας τόπος που δέχτηκε, επιπλέον, πολύ μεγάλες πιέσεις τα τελευταία χρόνια, οικονομικές, πολιτικές και άλλες, σήκωσε επίσης ένα μεγάλο βάρος του μεταναστευτικού-προσφυγικού. Γι’ αυτό και το ενδιαφέρον μας για την Ελλάδα είναι αυξημένο.
— Το F.A. έχει διερευνήσει επίσης φονικές επιθέσεις του ισραηλινού στρατού κατά Παλαιστίνιων αμάχων. Εσείς ο ίδιος, παρότι εβραϊκής καταγωγής, ασκείτε αυστηρή κριτική στο Ισραήλ για το παλαιστινιακό. Κάποιοι θα ρωτούσαν γιατί δεν ασχολείστε και με την άλλη πλευρά.
Καταρχάς, είναι λογικό να έχω μια ιδιαίτερη ευαισθησία στο παλαιστινιακό ζήτημα, εφόσον γνωρίζω καλά όλη αυτή την κατάσταση από πρώτο χέρι. Και επειδή ακριβώς αγαπώ και την πατρίδα μου και τη δημοκρατία, θεωρώ καθήκον μου να στηλιτεύω αυτές τις πολιτικές. Ακόμα και η αστική αρχιτεκτονική στο Ισραήλ επιστρατεύεται για την καταπίεση και τον «εξοστρακισμό» των Παλαιστινίων. Δεν έπαψα ποτέ να παλεύω για την ειρηνική συνύπαρξη και τη δημιουργική συνεργασία των δύο λαών, οπότε βρίσκω εντελώς γελοία την παραπάνω ένσταση.
Όσον αφορά την «άλλη πλευρά», υπάρχουν οι μυστικές υπηρεσίες, η αστυνομία και ο στρατός του Ισραήλ που παρακολουθούν διαρκώς τις κινήσεις της με τα πιο εξελιγμένα μέσα, ξοδεύουν μάλιστα πολλά εκατομμύρια δολάρια σχετικά, δεν νομίζω λοιπόν ότι χρειάζονται τη συνδρομή μας. Έπειτα, δεν μπορούμε να συγκρίνουμε ανόμοια μεγέθη, δεν μπαίνουν στο ίδιο ζύγι ο καταπιεστής και ο καταπιεσμένος, ούτε ο ρόλος μας στη F.A. είναι να υποδυόμαστε τους κυανόκρανους!
— Άλλες έρευνές σας με ελληνικό ενδιαφέρον αφορούν επαναπροωθήσεις προσφύγων αλλά και τον θάνατο δύο εξ αυτών, του 42χρονου Πακιστανού Μοχάμεντ Γκουλζάρ και του 22χρονου Σύριου Μοχάμεντ Αλ-Άραμπ στον Έβρο από «τυφλά» πυρά κατά τις ταραχές που ξέσπασαν στην ελληνοτουρκική μεθόριο τέλη Φεβρουαρίου-αρχές Μαρτίου του ’20. Η διαπίστωσή σας ότι οι σφαίρες προήλθαν από το ελληνικό έδαφος είχε κατηγορηθεί τότε ως αβάντα προς την τουρκική κυβέρνηση, η οποία επιχειρούσε να εργαλειοποιήσει το προσφυγικό δράμα.
Το ότι γίνονται συστηματικά επαναπροωθήσεις στα ελληνικά σύνορα είναι, δυστυχώς, μια πραγματικότητα που επιβεβαιώνουν μια σειρά έρευνες και ρεπορτάζ. Αναφορικά τώρα με τις δολοφονίες εκείνων των ανθρώπων, δεν είχαμε κανέναν απολύτως λόγο ή συμφέρον να προβάλουμε ή να υιοθετήσουμε την επιχειρηματολογία είτε της τουρκικής είτε της ελληνικής κυβέρνησης.
Όπως πράττουμε σε κάθε ανάλογη περίσταση, διερευνήσαμε εξαντλητικά τα υπάρχοντα στοιχεία επί αρκετούς μήνες προτού συμπεράνουμε ότι πράγματι οι σφαίρες εκείνες «έφυγαν» από ελληνικό έδαφος, προκειμένου να εκφοβιστούν οι πρόσφυγες. Τότε δεχτήκαμε πράγματι πολλές επιθέσεις και στο διαδίκτυο και από ελληνικά μέσα αλλά και από κυβερνητικά στελέχη στην Ελλάδα, ότι δήθεν κατασκευάσαμε ή παραποιήσαμε στοιχεία.
Πρόκειται για συκοφαντίες απαράδεκτες και ντροπιαστικές, δίχως καμία βάση. Εκείνοι που τις εκτοξεύουν θα ήταν καλύτερα να κάνουν την αυτοκριτική τους για το γεγονός ότι η χώρα τους αλλά και η Ευρώπη ολόκληρη –και το λέω αυτό όντας επίσης Ευρωπαίος πολίτης– αντιμετώπισαν τότε τους ξεριζωμένους αυτούς ανθρώπους ως επικίνδυνους εισβολείς, αντί να τους προσφέρουν ασφάλεια και προστασία, όπως επιβάλλει ο δικαιωματικός και νομικός μας πολιτισμός.
— Υπήρξαν περιπτώσεις που οι Αρχές κάποιων χωρών επιχείρησαν να παρεμποδίσουν το έργο σας, διάβασα μάλιστα ότι είχατε προβλήματα με τη βίζα σας όταν θελήσατε να επισκεφθείτε τις ΗΠ φέτος τον Ιανουάριο Α.
Όταν εργάζεσαι σε ένα πεδίο «ενοχλητικό» για κάποιες κυβερνήσεις, είναι αναμενόμενο αυτές να αντεπιτεθούν. Το ίδιο μπορεί να κάνουν και εταιρείες που θεωρούν ότι θίγονται από τις έρευνές μας. Είναι ένα ρίσκο που παίρνουμε εν γνώσει μας, προσπαθούμε μάλιστα να προστατεύουμε τους συνεργάτες μας από κυβερνοεπιθέσεις ή άλλες απειλές, ειδικά όταν πρόκειται για αυτόπτες μάρτυρες και άτομα ευάλωτα. Δεν θέλω κανείς από την ομάδα μας και τις επαφές της να κινδυνεύσει στο παραμικρό κι αυτό είναι το πρώτο μου μέλημα.
Αν, τώρα, δεν μου επιτρέπουν την είσοδο στις ΗΠΑ, κανένα πρόβλημα, μη σώσουν να το κάνουν ‒ δεν συγκρίνεται καν η δική μου περίπτωση με τα τείχη που βρίσκουν μπροστά τους εκατομμύρια πρόσφυγες και μετανάστες σε όλο τον πλανήτη, με την κακομεταχείριση, το ξύλο, τις φυλακές ή ακόμα και τις σφαίρες που δέχονται όσους επιχειρούν να τα υπερβούν.
Πάντως, εξαιτίας όλων αυτών των ενασχολήσεών μου, έχω «κατορθώσει» να είμαι ανεπιθύμητος σε διάφορα μέρη! Δεν μπορώ να πάω πλέον στη Ρωσία, γιατί θα ήταν πολύ επικίνδυνο, ούτε και στην Κίνα, με δέχονται ακόμα στο Ισραήλ, όπου άλλωστε ζει η οικογένειά μου, δεν μου επιτρέπεται ωστόσο να μεταβώ στα παλαιστινιακά εδάφη, μια απαγόρευση που όμως παραβαίνω.
— Κάποιες σημαντικές υποθέσεις που διερευνάτε στο F.A. τον τελευταίο καιρό;
Καταρχάς μας απασχολεί πολύ η ηλεκτρονική παρακολούθηση γιατί πιστεύουμε ότι μελλοντικά θα έχουμε πολλή δουλειά πάνω σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο ψηφιακό πεδίο, όπου θα εμπλέκονται και οι εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης.
Συνεργαζόμαστε με την Επιτροπή Αλήθειας της Κολομβίας, η οποία εξετάζει περιστατικά μαζικών δολοφονιών αμάχων από τις κυβερνητικές δυνάμεις κατά τον πόλεμο με τους αντάρτες του FARC, διερευνούμε τις ρατσιστικές δολοφονίες μαύρων από αστυνομικούς στις ΗΠΑ αλλά και εδώ, στη Βρετανία, τις καταγγελίες ότι πολυεθνική εταιρεία ευθύνεται για τους εμπρησμούς που κατακαίνε τροπικά δάση στην Ινδονησία. Είναι πολλές οι υποθέσεις και όλες έχουν τη σημασία τους.
— Τι σας ανησυχεί περισσότερο και τι σας κρατά αισιόδοξο στα δύσκολα;
Όπως είπα και νωρίτερα, καταρχάς με ανησυχεί η άνοδος της λαϊκίστικης ακροδεξιάς που μπορεί να οδηγήσει σε πολιτικές ανωμαλίες και πισωγυρίσματα σε θέματα δικαιωμάτων και ατομικών ελευθεριών. Και η ακροδεξιά αυτή, η οποία μάλιστα προσπαθεί να προσεταιριστεί ιδέες και μεθόδους από την αριστερά, μπορεί να αποκτήσει μεγαλύτερη απήχηση από «καθαρόαιμες» ναζιστικές οργανώσεις όπως η Χ.Α., μπορεί να γίνει μέχρι και κυβέρνηση.
Έπειτα, λυπάμαι που το λέω, αλλά μπορεί η Χ.Α. να «τελείωσε», όμως η μισαλλόδοξη ιδεολογία της παραμένει ζωντανή στην Ελλάδα και διαχέεται σε ευρύτερα ακροατήρια, επηρεάζοντας και κεντρικές πολιτικές, π.χ. η σκλήρυνση που διαπιστώνεται στο μεταναστευτικό - προσφυγικό.
Βλέπω, ταυτόχρονα, τον ακροδεξιό εξτρεμισμό να αναζωπυρώνεται. Δεν έχετε τελειώσει καθόλου με την ακροδεξιά στη χώρα σας και χρειάζεται να το προσέξετε αυτό. Η βία που ασκείται συστηματικά στα σύνορα δεν μένει εκεί, επιστρέφει, απλώνεται και φτάνει μέχρι το κέντρο της Αθήνας, στοχεύοντας άλλοτε πρόσφυγες, άλλοτε αντιφασίστες, όπως ο Παύλος Φύσσας, άλλοτε πάλι κοινωνικά ευάλωτα άτομα όπως ο Ζακ Κωστόπουλος – είναι συγκοινωνούντα δοχεία αυτά.
Με γεμίζουν αισιοδοξία οι νεότερες γενιές και στην Ελλάδα και αλλού, που δείχνουν πιο ενεργές, πιο συνειδητοποιημένες, που υπερασπίζονται τις δημοκρατικές κατακτήσεις και τις κοινωνίες με τους ανοιχτούς ορίζοντες, αφιερώνοντας στον αγώνα αυτό πολύ από τον χρόνο, την ενέργεια, τα ταλέντα και τις δεξιότητές τους. Αν τέτοιοι άνθρωποι βρεθούν στα πράγματα σε μια-δύο δεκαετίες, ο κόσμος μας σίγουρα θα καλυτερεύσει.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.