Ο Πάνος Καζάκος είναι ομότιμος καθηγητής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες στην Ελλάδα και οικονομικά στην τότε Δυτική Γερμανία αφού το 1963 είχε βρεθεί εκεί ως «φιλοξενούμενος εργάτης» (Gastarbeiter).
Μέχρι προσφάτως ήταν μέλος της επιστημονικής επιτροπής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή των Ελλήνων ενώ μεταξύ άλλων έχει διατελέσει εμπειρογνώμων του Υπουργείου Εξωτερικών και διευθυντής ερευνών του Ελληνικού Κέντρου Ευρωπαϊκών Μελετών. Στο ενεργητικό του συμπεριλαμβάνονται πάμπολλες δημοσιεύσεις, συχνή παρεμβατική αρθρογραφία και φυσικά ένας σημαντικός αριθμός βιβλίων πολιτικοκοινωνικού προβληματισμού.
Συναντηθήκαμε ένα ηλιόλουστο πρωινό στο βιβλιοπωλείο του Ιανού. Με την ιδιότητα του οικονομολόγου αποτελεί τον κατάλληλο άνθρωπο για να μας εξηγήσει τι πήγε λάθος στα χρόνια της κρίσης, πού βρισκόμαστε και τι προμηνύει το μέλλον.
Σ' όλη τη διάρκεια της συζήτησης μας παρατηρώ τη διεισδυτική του ματιά απέναντι στα γεγονότα αλλά και την ψύχραιμη στάση του ως προς την ανάλυση των ιστορικών εξελίξεων. Έχει βρεθεί κατά καιρούς σε κομβικές θέσεις και γνωρίζει από πρώτο χέρι τις οικονομικές δυνατότητες της χώρας.
Στη συνέντευξη που ακολουθεί μιλά για την εποχή μας, τους νέους, την Χρυσή Αυγή, σχολιάζει τις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, θίγει τις συντεχνιακές δομές του ελληνικού κράτους και απαντά στο ερώτημα για τις αιτίες της κακοδαιμονίας στον χώρο της παιδείας.
Ο μέσος Έλληνας, ο νοικοκυραίος, επιθυμεί την αριστεία, θέλει να είναι περήφανος για τα πανεπιστήμια, την ιστορία και τις παραδόσεις του. Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, εστίασε σε μια αντιεθνικιστική άποψη, κληρονομιά του προλεταριακού διεθνισμού. Ουσιαστικά, όμως, ήταν ένας αντιεθνικισμός άνευ περιεχομένου.
— Ζούμε σε περίοδο ακμής ή παρακμής;
Ας πούμε ότι ζούμε σε μια περίοδο στασιμότητας με απρόσμενες μικροαναταράξεις. Το εκκρεμές της χώρας μεταξύ εκσυγχρονισμού, δηλαδή της προσαρμογής νοοτροπιών, θεσμών, συμπεριφορών, οικονομικών δομών ώστε να τα βγάλουμε πέρα σ' ένα γρήγορα μεταβαλλόμενο διεθνές και ευρωπαϊκό περιβάλλον από τη μια πλευρά και, από την άλλη, της οπισθοδρόμησης, έχει ακινητοποιηθεί κάπου στη μέση, στο μηδέν. Αλλά η στασιμότητα, σπάνια, είναι μια διατηρήσιμη κατάσταση. Επομένως, μακροπρόθεσμα ελλοχεύει ο κίνδυνος της παρακμής.
— Τα αποτελέσματα των ευρωπαϊκών εκλογών πώς τα αξιολογείτε;
Στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες το κύριο χαρακτηριστικό αυτών των ευρωεκλογών ήταν η φθίνουσα πορεία του παλιού δικομματισμού ο οποίος έχασε τη δυναμική του παρελθόντος, τείνοντας ακόμη και προς εξαφάνιση, όπως, για παράδειγμα, συνέβη στη Γαλλία. Το νέο σκηνικό του ευρωκοινοβουλίου διαμορφώθηκε ως απόρροια του κατακερματισμού του πολιτικού τοπίου με την αξιοπρόσεκτη ανακατανομή δυνάμεων και την εμφανή συμπίεση των παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων. Οι εκλογές ευνόησαν μικρότερους σχηματισμούς καθώς και σχηματισμούς που πρόσκεινται ιδεολογικά στον σκληρό ευρωσκεπτικισμό. Επικράτησε, δηλαδή, ένα πολυκομματικό νέο Ευρωκοινοβούλιο στο οποίο και θα οικοδομηθούν νέες συμμαχίες.
Όσον αφορά τη χώρα μας, οι συνθήκες διακρίνονται από ένα εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο αφού είδαμε την ανάδειξη του νέου δικομματισμού. Από τη μια πλευρά, η νίκη της Νέας Δημοκρατίας, η οποία οφείλεται στο γεγονός ότι επεκτάθηκε σε νέες κοινωνικές ομάδες πέρα από τα όρια της παραδοσιακής και λαϊκής δεξιάς, κατακτώντας ξανά τον μεσαίο χώρο. Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται πως διατηρεί μια δυναμική. Συγκροτεί, δηλαδή, έναν ισχυρό δεύτερο πόλο και γι' αυτό αποτελεί τον βασικό κίνδυνο για ό,τι έχει απομείνει ακόμη στο ΚΙΝ.ΑΛ.
— Την «έξοδο» του Ευάγγελου Βενιζέλου από το Κίνημα Αλλαγής πώς την κρίνετε;
Υπάρχουν πολλά αξιόλογα στελέχη στο Κίνημα Αλλαγής τα οποία δεν έχουν καμία σχέση με την κυρία Φώφη Γεννηματά. Πρόκειται για ένα τεράστιο λάθος. Η αρχηγός του Κινήματος θεωρεί ότι κατ' αυτό τον τρόπο θα προσελκύσει τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, στηριζόμενη στο γεγονός ότι δεν υπάρχει, πλέον, το εμπόδιο «Βενιζέλος». Αυτό, όμως, δεν μπορεί να καταγραφεί ως ορθολογική πολιτική. Συγκρούστηκε με μία από τις πιο ισχυρές πολιτικές προσωπικότητες του αστικού χώρου στην Ελλάδα.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος είναι ένας πολιτικός που άντεξε την περίοδο των μνημονίων, αντιλήφθηκε αμέσως την κατάσταση που επικρατούσε στην Ευρώπη και ο ρόλος του κρίνεται ως ιστορικός, ειδικά όσον αφορά την παραμονή μας στη ζώνη του Ευρώ. Και, κυρίως, αυτό οφείλεται στην ταχύτητα που επέδειξε όταν αντιλήφθηκε τη διαρκή αλλαγή συσχετισμών στο ευρωπαϊκό έδαφος. Πάντως, πιστεύω ότι ο τελικός απολογισμός για την κυρία Γεννηματά θα είναι αρνητικός αφού θα χάσει έδαφος στο κέντρο και δεν θα κερδίσει από τον αριστερό χώρο από τον οποίο ευελπιστούσε ότι θα αποκομίσει πολιτικά οφέλη.
— Γράφτηκε ότι ο «θίασος της κρίσης» οδεύει προς το τέλος του; Συμφωνείτε;
Ξεκάθαρα, κατά τη διάρκεια της οικονομικής λιτότητας, δημιουργήθηκαν κόμματα που εξέφρασαν τον θυμό του Έλληνα ψηφοφόρου. Παρατηρήθηκαν σημαντικές ανακατατάξεις στο κομματικό σκηνικό και μεγάλο ποσοστό των πολιτών επέρριψε ευθύνες στα κόμματα που κυβέρνησαν, τα οποία και τιμώρησε με την ψήφο του. Έτσι, αναδείχθηκαν νέα πολιτικά σχήματα και μπήκαν στη Βουλή κόμματα όπως οι ΑΝΕΛ του Πάνου Καμμένου.
Όμως, τώρα είδαμε ότι έστειλαν στην Ευρωβουλή την Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου. Επομένως, η οργή εξακολουθεί να υπάρχει. Αυτό που άλλαξε εν μέρει είναι ο τρόπος έκφρασης. Πάντως, συνολικά, από τον θυμό ωφελήθηκε το 2014-2015 ο ΣΥΡΙΖΑ σε συνδυασμό με τη μεταπήδησή του από τον αριστερό ριζοσπαστισμό στον λαϊκισμό. Όμως, όπως συμβαίνει συχνά, οι λαϊκιστικές υποσχέσεις προσκρούουν στην πραγματικότητα και απογοητεύουν όσους τις πίστεψαν.
— Ποιες είναι οι αιτίες της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ;
Ο ΣΥΡΙΖΑ άντεξε παρόλο που μειώθηκε το εκλογικό του ποσοστό. Διατηρεί ακόμη μια ευρύτερη βάση, ικανή να του δώσει την ισχύ ενός δεύτερου ιδεολογικού - πολιτικού πόλου. Παράλληλα, σε αρκετά μεγάλο ποσοστό της κοινωνίας μας εξακολουθούν να κυριαρχούν τα λεγόμενα «αντιδεξιά» σύνδρομα. Επίσης, είναι ακόμη νωπό το ζήτημα της ευθύνης των κομματικών σχηματισμών της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ για την κρίση.
Ωστόσο, ας μην ξεχνάμε ότι ήταν τα κόμματα που μας κράτησαν στην Ευρώπη. Ειδικά, η διετία 2012 -2014 είναι εμφανώς υποτιμημένη αλλά χάρη στη διακυβέρνηση εκείνης της περιόδου καταφέραμε να παραμείνουμε στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η συγκυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη δημοσιονομική προσαρμογή προχωρώντας σε αρκετές μεταρρυθμίσεις.
Στις αιτίες της ήττας συμπεριλαμβάνω και τη διάψευση προσδοκιών που είχε καλλιεργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Το πέρασμα του από τον ριζοσπαστικό αριστερισμό στην περίοδο της κανονικότητας, την οποία ακόμη και σήμερα αμφισβητεί, είναι σίγουρο ότι του κόστισε. Ωστόσο, δεν θεωρώ ότι επηρέασε σημαντικά τους ψηφοφόρους το ύφος της εξουσίας, πιθανολογώ ότι πρόκειται περισσότερο για μια δημοσιογραφική ερμηνεία. Αναμφίβολα, η υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης λειτούργησε αρνητικά. Οι έκτακτες παροχές αδυνατούν να πείσουν το ευρύ εκλογικό σώμα. Πρόκειται για λαϊκιστικές υποσχέσεις που καταλήγουν να εξυπηρετούν ένα αντιπαραγωγικό αλισβερίσι.
— Η Συμφωνία των Πρεσπών θεωρείτε ότι επηρέασε;
Φυσικά. Η ψήφιση της συγκεκριμένης Συμφωνίας ήρθε να συμπληρώσει μια σειρά από αλλεπάλληλα γεγονότα στα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ αμφισβήτησε τους καταστατικούς μύθους της χώρας. Ο μέσος Έλληνας, ο νοικοκυραίος, επιθυμεί την αριστεία, θέλει να είναι περήφανος για τα πανεπιστήμια, την ιστορία και τις παραδόσεις του. Ο ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, εστίασε σε μια αντιεθνικιστική άποψη, κληρονομιά του προλεταριακού διεθνισμού. Ουσιαστικά, όμως, ήταν ένας αντιεθνικισμός άνευ περιεχομένου. Προφανώς και υπάρχει μια έντονη μυθολογία γύρω από το έθνος αλλά μη λησμονούμε ότι αυτοί οι μύθοι δημιουργούνται ως συνεκτικά υλικά μιας χώρας.
— Σήμερα έχουν νόημα οι ιδεολογίες;
Προφανώς. Τα ιδεολογικά σχήματα διαδίδονται ακόμη μέσα από τους κόλπους της ελληνικής οικογένειας. Ο θεσμός αυτός είναι πολύ σημαντικός ως προς την αναπαραγωγή τους. Η αποδοχή, το μίσος ή το πάθος, έχουν ως κύρια πηγή προέλευσης την οικογένεια. Στη συνέχεια ακολουθούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα οποία κι αυτά διαμορφώνουν τάσεις, όπως είδαμε στο δημοψήφισμα. Κατά τη γνώμη μου η περίοδος του Ιουλίου του 2015 καθώς και η ψήφιση του τρίτου μνημονίου από τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν η αρχή του τέλους των ψευδαισθήσεων. Μια διαδρομή που βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη αφού προσπαθούμε όλοι μας, με βραδύτητα, να επεξεργαστούμε το κενό που αφήνει αυτό το τέλος.
— Συνεχώς ακούμε για τις περικοπές των δαπανών του δημοσίου και κανείς δεν τις εφαρμόζει. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Γιατί οι κομματικοί στρατοί χτίζονται εντός του κράτους. Το κράτος είναι η λύση για όλα. Τα κόμματα ενδιαφέρονται να διορίσουν τους δικούς τους. Μάλιστα, ο ΣΥΡΙΖΑ κατεδάφισε κάθε περιορισμό ανταποκρινόμενος πλήρως στην κρατικιστική του ιδεολογία. Επομένως, ανάμεσα στην επιλογή «φόροι ή νοικοκύρεμα του κράτους», επιλέγουν την πρώτη λύση- Μονιμοποιήσεις, εξαιρέσεις, αναδρομικά σε κατηγορίες του Δημοσίου, τακτοποιήσεις ημετέρων, προστασία αυθαιρέτων, απευθείας αναθέσεις έργων σε ημέτερους και φορολογική αφαίμαξη- θέτοντας σε προτεραιότητα τα μικροπολιτικά τους κριτήρια.
— Μετά από δέκα χρόνια κρίσης δεν μάθαμε τίποτα;
Η μάθηση απαιτεί χρόνο, προσπάθεια και κόπο. Επίσης, έχει κόστος. Είναι φανερό ότι δεν έχουμε καν ξεκινήσει τη συζήτηση για το τι έφταιξε. Και την αποφεύγουμε συστηματικά.
— Τι έφταιξε;
Θα θυμηθώ τον Βάρναλη: «Φταίει το ζαβό το ριζικό μας - Φταίει το κεφάλι το κακό μας...» - κάπως έτσι. Αναντίρρητα, η εξήγηση δεν είναι απλή. Σίγουρα μια βασική συνιστώσα της κρίσης ήταν εξωτερική - η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Βέβαια, εμείς πορευόμασταν τότε με την ψευδαίσθηση της «θωρακισμένης οικονομίας». Η επερχόμενη ύφεση αντιμετωπίστηκε με κακή επεκτατική πολιτική.
Επομένως, οι εσωτερικές αιτίες δεν πρέπει να υποτιμηθούν. Καταρχάς, το πολιτικό μας σύστημα εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να είναι προσανατολισμένο στη βραχεία περίοδο. Η χώρα μας έχει μακρά παράδοση μακροοικονομικού λαϊκισμού και μια στενή σύνδεση του πολιτικού μας συστήματος με τις πελατειακές πρακτικές.
Κατά κύριο λόγο προτιμά το βραχυπρόθεσμό ή άμεσο πολιτικό κέρδος και παραβλέπει το μακροπρόθεσμο κόστος για το σύνολο της κοινωνίας. Είναι αυτό που ονομάζουμε «γνωσιακή ασυνέπεια». Συναφώς, αναβάλλονται αποφάσεις για το μέλλον. Τι κάνεις; Μεταθέτεις κομβικές αποφάσεις για να επωφεληθείς προσωρινά λειτουργώντας εντελώς ψηφοθηρικά και φορτώνοντας νέα βάρη στις νεότερες γενιές. Έπειτα, στην κοινωνία μας καθοριστικό ρόλο διαδραματίζουν τα οργανωμένα συμφέροντα, τα οποία συχνά κινούν τα νήματα και έχουν συχνά το πάνω χέρι στην εφαρμογή της πολιτικής.
Το «βόλεμα» μέσω της ανταποδοτικής διαδικασίας: Σου προσφέρω πολιτική στήριξη και μου το ανταποδίδεις με πάσης φύσης εύνοιες, προστασία κλπ. Σ' όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης αυξήθηκαν οι συντεχνίες οι οποίες ως μόνο τους μέλημα είχαν το δικό τους συμφέρον, όπως το όριζαν. Κατά συνέπεια, η πολιτική συμβιβαζόταν με μια αλυσίδα αντιφατικών συμφερόντων. Και τέλος, η διαπλοκή. Οι άτυπες συμπαιγνίες στελεχών σε Τράπεζες, κατασκευαστικές εταιρείες, ΜΜΕ κλπ, που αποβαίνουν σε βάρος των γενικών συμφερόντων της χώρας.
— Μπορεί να αλλάξουν αυτές οι νοοτροπίες;
Όλα είναι θέμα παιδείας. Ο τρόπος της εκπαιδευτικής λειτουργίας της χώρα μας χαρακτηρίζεται από την πλήρη απουσία κατανόησης του διεθνούς περιβάλλοντος και των συσχετισμών του. Συνεπώς, χρειαζόμαστε ένα παραγωγικό αναπτυξιακό μοντέλο που να δίνει κίνητρα και όχι αντικίνητρα είτε ως προς τη δημιουργικότητα και την καινοτομία είτε ως προς το ρίσκο και την επιχειρηματικότητα. Είναι αναγκαίο να καλλιεργήσουμε το έδαφος της ανταγωνιστικότητας, για παράδειγμα, αξιολογώντας τις δημόσιες υπηρεσίες. Δεν μπορεί στην εποχή μας τα αντικίνητρα να είναι περισσότερα από τα κίνητρα για παραγωγική εργασία. Δείτε τα συνδικαλιστικά όργανα των ταξί που προσπαθούν να εμποδίσουν κάθε είδους καινοτομία.
Πείτε μου, επίσης, γιατί να έρθει στη χώρα μας κάποιος επιχειρηματίας και να επενδύσει; Έχει να αντιμετωπίσει μια σειρά από γραφειοκρατικές διαδικασίες και, όταν, μετά από μακρά επώδυνη ταλαιπωρία, τις ολοκληρώσει, θα βρεθεί αντιμέτωπος με την αστάθεια. Δεν είναι δυνατόν το κράτος να λειτουργεί κατά τρόπο που εντείνει και ενισχύει διαρκώς την αβεβαιότητα. Είναι μια κατάσταση που καθίσταται εντελώς αποτρεπτική για τις επενδύσεις. Και φυσικά, μην ξεχνάμε, ότι σε αυτό βοηθά και η δυσλειτουργία της δικαιοσύνης. Το παράδειγμα της Cosco είναι άκρως ενδεικτικό.
— Τόσα χρόνια στα πανεπιστημιακά έδρανα ποια είναι η αιτία της κακοδαιμονίας της παιδείας;
Το βασικό πρόβλημα ήταν και παραμένει ο άκρατος κομματισμός. Διαφωνούσα πάντοτε με τους συναδέλφους μου που επέρριπταν τις ευθύνες στους φοιτητές. Διότι ήταν οι ίδιοι άνθρωποι που διαπραγματεύονταν αλλά και συνδιαλέγονταν μαζί τους και με τα κόμματα που αντιπροσώπευαν. Αν δεν συνέβαινε αυτό δεν θα είχαμε πρυτάνεις όπως ο Πελεγρίνης ή ο Μαρκάτος. Επίσης, είναι επιτακτική η κατάργηση του ασύλου.
Προσωπικά, η πρωταρχική πολιτική πράξη του Κυριάκου Μητσοτάκη πρέπει να αφορά το άσυλο. Μετέπειτα, να αναζητηθούν οι τρόποι εξυγίανσης στο νεφελώδες τοπίο της ανωτάτης παιδείας στο οποίο έχουν ενταχθεί «τμήματα της πλάκας». Πρέπει να σταματήσουμε να αυξάνουμε τις στρατιές των νέων ανέργων. Είναι απορίας άξιο ότι στην εποχή της τεχνολογικής εξέλιξης εμείς παράγουμε ειδικότητες προσκολλημένες στο παρελθόν.
— Όταν διαβάζετε ότι οι νέοι ηλικίας 17 – 24 ψήφισαν σε μεγάλο ποσοστό την Χρυσή Αυγή πώς το σχολιάζετε;
Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης πάντοτε διαμορφώνονταν υποκουλτούρες. Μια απ' αυτές τη συναντάμε στο πεδίο πέριξ του ακροδεξιού μορφώματος. Άτομα που πορεύονται όχι διακρινόμενα για το πνεύμα τους αλλά για την επίδειξη του μπράτσου τους. Πάντως, αυτό το αποτέλεσμα έρχεται να μας υπενθυμίσει γι' άλλη μια φορά πόσο αποτυχημένο είναι το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Δεν λείπουν οι εκπαιδευτικοί που αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση ή τροφοδοτούν τη σκέψη, αλλά δεν βοηθούν οι δομές και το ευρύτερο περιβάλλον. Δεν λείπουν και οι παθολογίες: Πώς, λοιπόν, οι νέοι θα εμπιστευτούν έναν καθηγητή που προτιμά να μεταδίδει τη γνώση στο φροντιστήριο και όχι στο σχολείο; Μόνες κερδισμένες αυτής της συμπεριφοράς είναι οι ακραίες ομάδες.
Το βασικό πρόβλημα ήταν και παραμένει ο άκρατος κομματισμός. Διαφωνούσα πάντοτε με τους συναδέλφους μου που επέρριπταν τις ευθύνες στους φοιτητές. Διότι ήταν οι ίδιοι άνθρωποι που διαπραγματεύονταν αλλά και συνδιαλέγονταν μαζί τους και με τα κόμματα που αντιπροσώπευαν. Αν δεν συνέβαινε αυτό δεν θα είχαμε πρυτάνεις όπως ο Πελεγρίνης ή ο Μαρκάτος.
— Το υψηλό ποσοστό της αποχής και της αδιαφορίας των πολιτών πώς το εξηγείτε;
Στους βασικότερους λόγους συγκαταλέγεται η απογοήτευση του εκλογικού σώματος η οποία αναπόφευκτα προκαλείται από τις υπερβολές του πολιτικού συστήματος οι οποίες αργότερα διαψεύδονται. Ενδεικτικά, θυμηθείτε τη πορεία της χώρας και την εκάστοτε συνθηματολογία από το 1981 και μετά: «Σοσιαλισμός στις 17», «εκσυγχρονισμός» το 1996, «επανίδρυση του κράτους» το 2004, «πράσινη ανάπτυξη» το 2009 και «θα σκίσουμε τα μνημόνια με ένα νόμο και ένα άρθρο» το 2015. Πολιτικές πρακτικές και ένας ατελείωτος λαϊκιστικός λόγος που υπηρετούσε το στόχο της ικανοποίησης όλων των απαιτήσεων, των αιτημάτων και των προσδοκιών των κοινωνικών και συντεχνιακών ομάδων.
— Μετά τα μνημόνια τι;
Στα μνημόνια οδηγηθήκαμε εξαιτίας πεπαλαιωμένων οικονομικών αντιλήψεων, ασθενών θεσμών και «συλλογικών αυταπατών» του πολιτικού μας προσωπικού. Νομίζω ότι είναι δύο τα επικρατέστερα σενάρια για την επόμενη μέρα της ελληνικής οικονομίας. Το πρώτο αφορά την εκλογή μιας νέας κυβέρνησης, πιθανόν της Νέας Δημοκρατίας, η οποία θα πρέπει να εφαρμόσει ένα στοιχειώδες σχέδιο μεταρρυθμίσεων μακριά από αγκυλώσεις του παρελθόντος. Να προχωρήσει, δηλαδή, σε μια σειρά αναγκαίων θεσμικών και διαρθρωτικών αλλαγών πέρα από τις πελατειακές ψευδαισθήσεις του χθες οι οποίες θα αποβούν και πάλι καταστροφικές. Έτσι, με αυτό τον τρόπο η οικονομία θα ανασάνει, θα ανακάμψει, θα εξυγιανθούν οι θεσμοί και θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ώστε να ανοίξει ο χώρος για νέες επενδύσεις. Στο δεύτερο σενάριο θα μπορούσαμε να δώσουμε τον τίτλο: «Σερνόμαστε». Βασικό περιεχόμενο θα έχει το μοίρασμα χρημάτων και επιδομάτων με αποτέλεσμα να συνεχίζουμε να καθηλωνόμαστε σε μια στασιμότητα, ικανή να μας οδηγήσει σε μια νέα κρίση, σε εκτροχιασμό της οικονομίας και σε ένα νέο επικίνδυνο πισωγύρισμα.
— Πώς θα χαρακτηρίζατε την ελληνική κοινωνία;
Ως μια κοινωνία χαμηλής εμπιστοσύνης η οποία διακρίνεται από τη δυσκολία συνεργασίας με άτομα που βρίσκονται εκτός της οικογένειας. Το ίδιο παρατηρούμε να συμβαίνει και στη σχέση με το κράτος το οποίο εμπιστεύεσαι μόνο όταν σου ικανοποιεί το προσωπικό σου συμφέρον.
— Γιατί γοητευόμαστε από τη συνωμοσιολογία και τους ψεκασμούς;
Για να κατανοήσουμε τα προβλήματά μας χρειάζεται να αγκαλιάσουμε την κουλτούρα της πολυπλοκότητας. Όσο πιο πολύπλοκος είναι ο κόσμος τόσο λιγότερο κατανοητός γίνεται από το ευρύ κοινό. Παλαιότερα, με μια φράση του τύπου «θέλημα Θεού», ξεμπέρδευες. Επίσης, η ύπαρξη του Ψυχρού Πολέμου, ευνοούσε την προσωπική τοποθέτηση και την εξεύρεση απαντήσεων ανάμεσα στα μανιχαϊστικά διλήμματα. Σήμερα, τα άτομα αισθάνονται ανασφαλή και δεν μπορούν να αντιληφθούν τι ακριβώς συμβαίνει γύρω τους, ούτε τα βοηθά η παιδεία ή τα ΜΜΕ. Έτσι, βρίσκει ευεπίφορο έδαφος η συνωμοσιολογία.
— Τι θεωρείτε επαναστατικό σήμερα;
Μια γενναία ολιστική μεταρρύθμιση η οποία, μεταξύ άλλων, θα αντιμετωπίσει τις αντιστάσεις του παλαιοκομματισμού και των ομάδων συμφερόντων.
σχόλια