Τον «κώδωνα του κινδύνου» κρούει η Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία αναφέροντας σε επιστολή πως υπάρχουν σοβαρά ζητήματα που αφορούν στα ζητήματα ασφάλειας των πλοίων, των επιβατών και του πληρώματος.
«Το όλο θέμα των μειωμένων και ειδικών συνδέσεων έχει φτάσει στο απροχώρητο και είναι ανεπίτρεπτη και κυρίως επικίνδυνη η συνέχισή της.
Πρέπει επιτέλους να τερματιστεί αυτή η απαράδεκτη, από κάθε άποψη, κατάσταση, πριν φτάσουμε στο σημείο να θρηνήσουμε νέα θύματα», αναφέρει το συνδικαλιστικό σωματείο των ναυτικών, ζητώντας την κατάργηση ή τροποποίηση του Ν. 4150/2013.
Οι ναυτικοί ζητούν επανεξέταση των μειωμένων συνθέσεων στην ακτοπλοΐα, αναφέροντας πως στους συνεχείς κοινούς ελέγχους που πραγματοποιεί η Ομοσπονδία σε πλοία της ακτοπλοΐας διαπιστώνονται, κατά το πλείστον, συνεχείς παραβάσεις του μέγιστου ορίου απασχόλησης των πληρωμάτων, με προεξάρχουσα θέση στις ειδικότητες των θαλαμηπόλων, των μαγείρων και των οικονομικών αξιωματικών.
«Έχουμε τονίσει επανειλημμένως και πάλι το υπογραμμίζουμε ότι η ασφάλεια των πλοίων, των δρομολογίων και των επιβατών και του πληρώματος είναι και πρέπει να είναι υπεράνω κάθε πνεύματος επιχειρηματικής κερδοσκοπίας και δεν πρέπει για κανένα λόγο να θυσιάζεται στο βωμό της οποιασδήποτε σκοπιμότητας», αναφέρει η ΠΝΟ.
«Δεν είναι τυχαίο ότι έχουν θεσμοθετηθεί παγκοσμίως πλείστες όσες αυξημένης ισχύος διατάξεις στις οποίες και τονίζεται ότι σε καμία περίπτωση δεν είναι επιτρεπτό να παραβιάζονται τα καθοριζόμενα από τις διατάξεις αυτές όρια απασχόλησης, αφού με τις παραβιάσεις αυτές θίγονται μαθηματικά και άμεσα τα επίπεδα ασφαλείας με όλες τις δυσμενείς συνέπειες», τονίζει η Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία.
Η ομοσπονδία στην επιστολή της καταγγέλλει δημόσια και απαιτεί την άμεση επανεξέταση του θέματος των μειωμένων συνθέσεων και τον επαναπροσδιορισμό των οργανικών συνθέσεων των πλοίων όλων των κατηγοριών, σύμφωνα με τις πραγματικές τους ανάγκες και την πλήρη διασφάλιση της ασφάλειας των θαλάσσιων συγκοινωνιών και την προστασία της ανθρώπινης ζωής στα θάλασσα», αναφέρει κλείνοντας η ανακοίνωση.
Η επιστολή εστάλη στον υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Γιάννη Πλακιωτάκη, στον αρχηγό του Λιμενικού Σώματος αντιναύαρχο Γεώργιο Αλεξανδράκη και στη Διεύθυνση Ναυτικής Εργασίας.