Το απολυτήριο Δημοτικού που κρατά στο ένα της χέρι έχει ημερομηνία 23 Ιουνίου 1967, βαθμό «άριστα», ενώ το απολυτήριο Λυκείου στο άλλο της χέρι, με βαθμό 19,8 (άριστα) και διαγωγή «εξαιρετική», έχει ημερομηνία 24 Ιουνίου 2021.
Πενήντα τέσσερα χρόνια μετά την αποφοίτησή της από το Δημοτικό, η Σουλτάνα Παρτάλη έχει κάθε λόγο να χαμογελά πλατιά αφού κατάφερε να κάνει ένα παιδικό της όνειρο πραγματικότητα, αποδεικνύοντας περίτρανα πως όταν θέλεις κάτι πολύ, ποτέ δεν είναι αργά για να το πετύχεις.
Η 76χρονη πήρε φέτος το απολυτήριο Λυκείου που ήθελε από μικρό παιδί, και μπήκε μάλιστα στη διαδικασία να συμμετάσχει και στις Πανελλαδικές Εξετάσεις. «Έδωσα πανελλαδικές και η καθηγήτριά μου, μού είπε πως τα πήγα καλά και να μην ανησυχώ. Θα μού συμπληρώσει αυτή το μηχανογραφικό, όταν έρθει η ώρα», εξηγεί στο Αθηναϊκό -Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η κ. Παρτάλη, που μπορεί να κάθισε στα θρανία για να ...πάρει μαθήματα στα αρχαία, την ιστορία ή την κοινωνιολογία αλλά η ίδια είναι αυτή που τελικά παρέδωσε μαθήματα ζωής!
«Αποφοίτησα φέτος. Ήταν οι δυο χρονιές δύσκολες με τον κορωνοϊό αλλά τα κατάφερα», λέει κι αρχίζει να αφηγείται τους λόγους που την κράτησαν όλα αυτά τα χρόνια μακριά από τα θρανία.
Ένα απολυτήριο σε αναμονή πεντέμισι δεκαετίες
Γεννημένη και μεγαλωμένη στη Νέα Χαλκηδόνα Θεσσαλονίκης, η Σουλτάνα Παρτάλη, κόρη του Αναστασίου Παπακωνσταντίνου από τα Γιαννιτσά και της Μαρίκας Τσερέλη, τελείωσε το Δημοτικό, κάνοντας όνειρα πως θα συνεχίσει το σχολείο αφού η δίψα της για μάθηση ήταν μεγάλη. Όνειρα που έμελλε όμως να μείνουν ανεκπλήρωτα επί σειρά δεκαετιών αφού «τα χρόνια ήταν δύσκολα, διαφορετικά», όπως εξηγεί η ίδια στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Τελείωσα το Δημοτικό, από την αρχή μέχρι το τέλος με άριστα. Δεν συνέχισα όμως γιατί έπρεπε να πάω στο διπλανό χωριό, στα Κουφάλια, και χρειαζόμουν εισιτήρια. Εκτός από εισιτήρια ήθελα και βιβλία για να μπορώ να διαβάζω. Τότε τα βιβλία τα αγοράζαμε, δεν έδινε τίποτα το κράτος. Ο πατέρας ήταν εργάτης, η μαμά μου δεν εργαζόταν, ήμασταν και τρία παιδιά. Καταλαβαίνετε...», λέει ανατρέχοντας στα χρόνια εκείνα.
«Οι γονείς μου δεν είχαν τη δυνατότητα να με στείλουν σχολείο και τότε δεν υπήρχε κι ενδιαφέρον από τους φορείς του χωριού να βοηθήσουν ένα παιδί με δυνατότητες. Τι ήταν πέντε δραχμές να πάω και να γυρίσω; Δεν με έστειλαν όμως... Προσπάθησα την επόμενη χρονιά να συνεχίσω το σχολείο αλλά πάλι δεν έγινε», σημειώνει. Θυμάται, μάλιστα, πόσο είχε θυμώσει τότε που δεν μπορούσε να κάνει αυτό που σήμερα θεωρείται αυτονόητο: να συνεχίσει το σχολείο.
Η νεαρή τότε Σουλτάνα δεν κάθισε με σταυρωμένα χέρια. Έμαθε τέχνες -«και μοδίστρα και κομμώτρια και πολλά άλλα έμαθα», λέει- δούλεψε στα χωράφια, σ' ένα φυτώριο αλλά και στα καμίνια που έφτιαχναν τούβλα, ενώ παράλληλα έριχνε ...κλεφτές ματιές στα βιβλία των παιδιών της γειτόνισσας.
Στα 20 της χρόνια παντρεύτηκε τον μέχρι σήμερα συνοδοιπόρο της στη ζωή, Σάββα Παρτάλη, και μπήκε, όπως λέει, «σε μια οικογένεια ευχάριστη, με χαρούμενους ανθρώπους». Ήταν τέτοιο δε, το μεράκι της για τα γράμματα αλλά και το σαράκι που την κατάτρωγε επειδή δεν μπόρεσε να τελειώσει το σχολείο, που όταν ο μικρός της κουνιάδος έπρεπε να πάει στην Ιταλία για έναν χρόνο προτού συνεχίσει εδώ τις σπουδές του στην οδοντιατρική, έκανε ό,τι μπορούσε μαζί με τον σύζυγό της για να τον στηρίξουν.
Τα χρόνια κυλούσαν, δημιούργησαν με τον σύζυγό της μια όμορφη οικογένεια με δυο παιδιά, τον Παναγιώτη και τον Τάσο, και αργότερα άλλαξαν επαγγελματικό προσανατολισμό και ασχολήθηκαν με την εμπορία ποτών στη Θεσσαλονίκη. «Μέχρι να πάρω σύνταξη είχαμε κάβα με τον σύζυγο. Πήρα σύνταξη ως επαγγελματίας», λέει, περήφανη για όσα κατάφερε στη ζωή της επαγγελματικά. «Ό,τι έπιανα στο χέρι μου, το έκανα με μεγάλη υπευθυνότητα και ήθελα να το βγάζω εις πέρας άριστα. Αφοσιωνόμουν στην εργασία μου», υπογραμμίζει.
Η επιστροφή στα θρανία
Την ίδια αφοσίωση που είχε στα επαγγελματικά της επέδειξε και στο σχολείο, όταν μερικά χρόνια πριν, αποφάσισε να ξανακαθίσει στα θρανία. Μια οικογενειακή υπόθεση έφερε την ίδια και τον σύζυγό της στη Δράμα κι εκεί, η Σουλτάνα Παρτάλη, άνθρωπος κοινωνικός και με ανήσυχο πνεύμα, γνώρισε πολλούς ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και μία τραπεζικό, που την ώθησε να γραφτεί στο σχολείο δεύτερης ευκαιρίας. «Μού είπε η φίλη αυτή για το σχολείο και είχα κατά τύχη μαζί μου και το απολυτήριο από το δημοτικό. Έτσι γράφτηκα, έκανα δύο χρόνια στο γυμνάσιο της δεύτερης ευκαιρίας και μετά πήγα στο εσπερινό ΓΕΛ Δράμας. Αφοσιώθηκα στα γράμματά μου, ήμουν εξαιρετική μαθήτρια», αφηγείται η 76χρονη, που δεν σταμάτησε στιγμή να διαβάζει ώσπου να κρατήσει στα χέρια της το πολυπόθητο απολυτήριο.
«Συνέχεια είχα τα βιβλία στο τραπέζι και όταν είχα χρόνο διάβαζα. Πάντα ήθελα να πηγαίνω διαβασμένη στο σχολείο και άκουγα πολύ και τους καθηγητές μου. Δεν αισθανόμουν ότι είμαι μεγάλη και πρέπει να με σέβονται. Αισθανόμουν ότι είμαι όπως οι υπόλοιποι μαθητές και πρέπει ν' ακούω προσεκτικά και να είμαι άψογη», τονίζει κι ευχαριστεί τόσο τον διευθυντή όσο και τους καθηγητές της που καθ' όλη τη διάρκεια των σπουδών της, «με πρόσεξαν πολύ, με πήραν από το χέρι και μ' έβαλαν στον δρόμο της γνώσης».
«Προσευχόμουν να είμαι γερή να μπορέσω να ολοκληρώσω αυτό το έργο που ξεκίνησα. Πάντα το είχα στην άκρη του μυαλού μου και πάντα το είχα μεγάλο παράπονο», εξομολογείται η κ. Παρτάλη, η οποία ζει σήμερα στο Λάκκωμα μαζί με τον σύζυγό της, τον πολυτιμότερο συνοδοιπόρο της, όπως λέει, σ' αυτό το διαφορετικό ταξίδι ζωής. «Με ενθάρρυναν και τα παιδιά μου, αλλά ειδικά αν δεν ήταν ο σύζυγός μου δεν θα μπορούσα να το κάνω. Με πήγαινε και μ' έφερνε από το σχολείο», εξηγεί, μιλώντας με λόγια αγάπης και σεβασμού για τον άνθρωπο που πάντα στέκει στο πλευρό της. Μάλιστα, δηλώνει σίγουρη πως θα τη στηρίξει ακόμη κι αν τελικά καταφέρει να διαβεί την πόρτα του πανεπιστημίου.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ