Ποια ήταν η ιδέα στην οποία βασίστηκε το φεστιβάλ;
Προβολές ταινιών μεγάλου μήκους και μικρού μήκους και βιντεοκλίπ ελληνικής παραγωγής των τελευταίων 2 χρόνων. Οι περισσότερες ταινίες προβάλλονταν για πρώτη φορά. Η ιδέα ήταν απλώς να συνευρεθεί όσος κόσμος ενδιαφέρεται και να δει κάτι καινούργιο.
Ως curator του φεστιβάλ, με ποια κριτήρια επέλεξες τις ταινίες και τα βιντεοκλίπ που προβλήθηκαν;
Το πρόγραμμα των βιντεοκλίπ περιελάμβανε 19 διαφορετικές δουλειές. Επέλεξα αυτά που με ενδιέφεραν περισσότερο σε κινηματογραφικό επίπεδο. Επίσης, προσπάθησα να διαλέξω βίντεο από τελείως διαφορετικές κινηματογραφικές κουλτούρες, έτσι ωστε να βγει και η πολυμορφία που υπάρχει στον συγκεκριμένο χώρο. Όσον αφορά τις ταινίες, την πρώτη μέρα παίχτηκαν δύο μικρού μήκους τη Ευαγγελίας Χρηστάκου στις οποίες, ως performance artist που είναι, πρωταγωνιστεί. Το Sharp είναι ένα 8 λεπτο πειραματικό φίλμ πάνω σ’ ένα μουσικό θέμα του Μπαχ και το Rebound on fire είναι κάποιες σκέψεις τις Ευαγγελίας πάνω στο «Twin Peaks» και τον χαρακτήρα της Λόρα Πάλμερ. Μισή ταινία, μισή βιντεοσκοπημένη περφόρμανς.
Επίσης, την πρώτη μέρα παίχτηκε η μεγάλου μήκους Rocco vs Cleopatra του Αντώνη Σπίνουλα, μια ταινία που ακροβατεί μεταξύ πορνογραφίας και μελό, και είναι η δεύτερη του Αντώνη πάνω στο θέμα των «αλχημικών» γάμων.
Τη δεύτερη μέρα παίχτηκαν δύο μικρού μήκους της Ελίνα Πάνικ. Η Απόγνωση της Μίμης, που αφηγείται την ερωτική ιστορία δυο γυναικών στην Αθήνα των αρχών του 20ού αιώνα, παρουσιασμένη σαν ταινία του βωβού κινηματογράφου. Η δεύτερη, που γυρίστηκε στη Γερμανία, ήταν Ο καθρέφτης του λόρδου Πατσόνγκ, μια ταινία πολύ πιο κοντά στο ψυχαναλυτικό σινεμα για έναν νεαρό που ζει, κοιτώντας μόνο μέσα απο καθρέφτες. Μετά παίχτηκε το Χαμένο Κορίτσι του Νίκου Πάστρα, μια ταινία μέσα στον ψυχισμό μιας σεξουαλικά κακοποιημένης κοπέλας. Τέλος, παίχτηκε η δική μου ταινία Χιγκίτα, που είναι επιστημονικής φαντασίας και αναφέρεται σε μια ομάδα ανθρώπων που αυτοεξορίζεται στο Μακρύ Νησί μετά από μία υποθετική καταστροφή.
Το φεστιβάλ τελείωσε με ένα μουσικό σετ του Felizol,στο οποίο μίξαρε τις μουσικές του με ηχητικά αποσπάσματα από παρεξηγημένες ελληνικές ταινίες της δεκαετίας του ‘70 και του ‘80.
Παρατηρείτε κάποια έξαρση του ανεξάρτητου DIY σινεμά στην Ελλάδα;
Νομίζω ότι ούτε οι δημιουργοί άλλα ούτε και οι θεατές αναζητούν κάτι τέτοιο στον κινηματογράφο. Για τους δημιουργούς αυτό θα σήμαινε έναν πολύ πιο δύσκολο δρόμο οικονομικά κι επαγγελματικά και για τους θεατές ότι θα έπρεπε να ψάξουν λίγο παραπάνω απ’ το να κλικάρουν απλώς ό,τι ποστάρει κάποιος φίλος τους στο facebook. Προσωπικά, απολαμβάνω από το σινεμά του Χόλιγουντ μέχρι την πιο προσωπική ταινία που φτιάχτηκε για να την βλέπουν 3 άτομα. Αν αναζητούσα κάτι διαφορετικό, αυτό θα ήταν να υπήρχε ουσιαστικός χώρος για την κάθε ταινία προκειμένου να λειτουργήσει και αν ονειρεύομαι κάτι, θα ήταν να υπάρξει ξανά μια γενιά ανθρώπων που θα έπαιρναν τους δρόμους για να δουν κινηματογράφο, όπως γινότανε τη δεκαετία του ‘90.
σχόλια