Το μόνο βέβαιο, πριν ακόμα δει κανείς κάποιο από τα επεισόδια της νέας «Ζώνης του Λυκόφωτος» ήταν ότι ανεξαρτήτως της ποιότητας και του επιπέδου και της ισχύος αυτού του φρέσκου "reboot" που επιμελήθηκε και παρουσιάζει ο Τζόρνταν Πιλ, δημιουργός του περσινού «Τρέξε!» και του φετινού «Εμείς» (υποδειγμάτων σύγχρονου τρόμου), η σκιά της αυθεντικής ασπρόμαυρης σειράς εξακολουθεί να πέφτει εξήντα χρόνια μετά, βαριά και καταπιεστική σε κάθε «ανανεωμένη» εκδοχή της.
Είναι σα να κατοικεί η σειρά μυστηρίου και φαντασίας που έγραφε και παρουσίαζε τότε ο Ροντ Σέρλινγκ γαλουχώντας γενιές και γενιές θεατών, σε κάποιο παράλληλο (και αυστηρά μονοχρωματικό) σύμπαν εκτός χρόνου, συγκυρίας και επικαιρότητας.
Ασχέτως αν η «κλασσική» περίοδος της σειράς συμβάδισε με τους αυστηρούς κώδικες της πρώιμης τηλεοπτικής περιόδου, αναγκάζοντας τον Σέρλινγκ να τυλίγει τις μεγάλες ιδέες που εξερευνούσε –για το φάσμα του ολοκληρωτισμού, την ψυχροπολεμική παράνοια, τον φόβο μιας επικείμενης Αποκάλυψης, την υστερία του όχλου, τις προκαταλήψεις, τις θεωρίες συνωμοσίας, τη μισαλλοδοξία, τον φυλετισμό– με τον μανδύα της αλληγορίας και της διαχρονικής παραβολής.
Ακόμα πιο προβληματικό όμως μοιάζει το γεγονός ότι – κρίνοντας τουλάχιστον από τα δύο πρώτα επεισόδια – δεν φαίνεται να έχουν αποφασίσει οι ιθύνοντες της σειράς τι θέλουν να πουν και πού θέλουν να το πάνε καθώς επιχειρούν να εκμεταλλευτούν (πολύ διστακτικά) σύγχρονους φόβους για να ανανεώσουν μια παλιά αλλά τόσο πανίσχυρη συνταγή.
Ήταν θέμα χρόνου σε μια εποχή σαν τη δική μας που κυριαρχεί στην παραγωγή μυθοπλασίας μια αφήγηση περί δυστοπίας και τεχνοφοβικής ανασφάλειας, πότε θα γινόταν ένα νέο "reboot" και "rebrand" της απείρως εμβληματικής σειράς. Και ο Τζόρνταν Πιλ έμοιαζε με τον ιδανικό σύγχρονο μεταπράτη των ιδεών και των θεμάτων της αυθεντικής σειράς.
Στα δύο πρώτα επεισόδια όμως της νέας «Ζώνης του Λυκόφωτος» που είδα, φαίνεται να απουσιάζουν όλα αυτά τα στοιχεία που κάνουν τις ταινίες του τόσο καίρια ατμοσφαιρικές και τρομακτικές, παρά το γεγονός ότι εμπεριέχονται σ' αυτά αρκετά (άλλα μάλλον σκόρπια) στοιχεία ενός τρέχοντος ηθικού πανικού και σύγχρονων "politics".
Το πρώτο επεισόδιο ξεκινά πάντως με πιο πολύ ενδιαφέρουσα «υπόθεση εργασίας», τυπική για το πεδίο θεματικών ενασχολήσεων της σειράς.
Ένας αποτυχημένος κωμικός κάνει μια συμφωνία με τον «διάβολο» (έναν «χαμένο» θρύλο της κωμωδίας), σύμφωνα με την οποία, θα αποκτήσει δόξα, φήμη, χρήμα και καταξίωση αν εγκαταλείψει το βαρετό «πολιτικό» ρεπερτόριο του και μιλάει στη σκηνή μόνο για πρόσωπα και πράγματα που γνωρίζει από πρώτο χέρι: «Το κοινό δεν ενδιαφέρεται για τις ιδεολογικές σου απόψεις. Ενδιαφέρεται μόνο για τη ζωή σου».
Υπάρχει φυσικά όπως πάντα μια προϋπόθεση, ένα δίκοπο μαχαίρι. Το κοινό θα ανταποκρίνεται ενθέρμως στα «προσωπικά» αστεία, όμως κάθε πρόσωπο στο οποίο θα αναφέρεται, θα εξαφανίζεται αυτομάτως από προσώπου γης και θα είναι σα να μην υπήρξε ποτέ.
Το πεδίο διερεύνησης σύγχρονων αντιλήψεων περί δημοσιότητας, απληστίας και ορίων δημόσιας έκφρασης στο οποίο ανοίγεται η υπόθεση του επεισοδίου μοιάζει βαθύ και πλούσιο, εν τέλει όμως καταλήγει σε μια μάλλον απλοϊκή και αμήχανη επίλυση.
Το δεύτερο, που είναι ακόμα πιο μέτριο, αποτελεί τη νέα εκδοχή του («υποχρεωτικού» σε κάθε νέο reboot –τηλεοπτικό ή κινηματογραφικό– της σειράς) κλασικού επεισοδίου «Εφιάλτης στα 30.000 πόδια» όπου ένας επιβάτης μιας πτήσης παρανοεί (ή μήπως όχι;) στον αέρα υπονομεύοντας την ασφαλή πορεία του αεροπλάνου καθώς αυτό εισέρχεται σε καταιγίδα.
Τουλάχιστον είναι λίγο πιο σύντομο σε διάρκεια από το πρώτο, το οποίο ξεπερνά τα πενήντα λεπτά, αδυνατώντας να δικαιολογήσει το ξεχείλωμα της ιστορίας.
Με εξαίρεση μια συγκεκριμένη σεζόν το 1963 όπου είχε δοκιμαστεί (για να εγκαταλειφθεί άμεσα ως αποτυχημένη ιδέα) η επιμήκυνση της διάρκειας των επεισοδίων, οι αυθεντικές ασπρόμαυρες ιστορίες διαρκούσαν γύρω στο εικοσάλεπτο. Έφτανες απολύτως συντονισμένος με την πλοκή μέχρι την τελική ανατροπή χωρίς αντιπερισπασμούς και φλυαρίες.
Ακόμα πιο προβληματικό όμως μοιάζει το γεγονός ότι –κρίνοντας τουλάχιστον από τα δύο πρώτα επεισόδια– δεν φαίνεται να έχουν αποφασίσει οι ιθύνοντες της σειράς τι θέλουν να πουν και πού θέλουν να το πάνε καθώς επιχειρούν να εκμεταλλευτούν (πολύ διστακτικά) σύγχρονους φόβους για να ανανεώσουν μια παλιά αλλά τόσο πανίσχυρη συνταγή.
Τέτοιου είδους τηλεοπτικές ανθολογίες όμως πάντα ήταν άνισες οπότε θα πρέπει να περιμένουμε να διαλέξει ο καθένας το δικό του αγαπημένο επεισόδιο, δηλαδή τον δικό του τρομακτικά οικείο «δαίμονα».
Δείτε το τρέιλερ της σειράς