Ευρέως η έκρηξη του αντιδραστήρα στο Τσερνόμπιλ θεωρείται ως το χειρότερο πυρηνικό ατύχημα που συνέβη ποτέ, εξαπλώνοντας τεράστια μόλυνση με ραδιενεργή βροχή σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης, αλλά σήμερα το ίδιο το ατύχημα ίσως σηματοδοτεί κάτι πολύ διαφορετικό για την φύση.
Τα τελευταία χρόνια το Τσερνόμπιλ βρίσκεται ξανά στο προσκήνιο και τα δημοσιεύματα για τα ζώα και την φύση στην περιοχή υποδεικνύουν πως υπάρχουν μη αναμενόμενα ευρήματα. Αν και η ίδια η έκρηξη σκότωσε λιγότερα από 100 άτομα την στιγμή που συνέβη, ο ΟΗΕ και ο ΠΟΥ ανέφεραν το 2005 ότι υπήρχαν 4.000 θάνατοι που σχετίζονται άμεσα με το Τσερνόμπιλ ενώ άλλες ομάδες υποστηρίζουν ότι οι απώλειες σε όλη την Ευρώπη είναι στην πραγματικότητα 16.000. Περίπου 117.000 άνθρωποι εκκενώθηκαν από την περιοχή, κυρίως από το Πριπιάτ , μια πόλη που χτίστηκε για να εξυπηρετήσει το εργοστάσιο παραγωγής ενέργειας. Στο σημείο ορίστηκε μια ζώνη αποκλεισμού, με σύνορα που δημιουργήθηκαν γύρω από μια ακτίνα 30 χιλιομέτρων από τα ερείπια του εργοστασίου. Τμήματα της Λευκορωσίας σφραγίστηκαν ως απαγορευμένα για πρόσβαση από ανθρώπους, αφού δέχθηκαν το μεγαλύτερο μέρος της ραδιενεργού βροχής.
Αυτή η ζώνη αποκλεισμού καλύπτει τώρα μια έκταση περίπου 2.800 τετραγωνικών χιλιομέτρων και είναι μια από τις πιο ραδιενεργά μολυσμένες περιοχές στον κόσμο. Πάνω από 400 εκτάρια πεύκων καταστράφηκαν αμέσως μετά την έκρηξη και η γύρω χλωρίδα και πανίδα - καθώς και όλες οι γειτονικές πηγές νερού - μολύνθηκαν επίσης πολύ. Αλλά τώρα, σχεδόν 35 χρόνια μετά το περιστατικό, η ζώνη αποκλεισμού δείχνει να έχει υποστεί μια αναγεννητική μεταμόρφωση. Αυτή η περιοχή είναι τώρα το τρίτο μεγαλύτερο φυσικό καταφύγιο στην ηπειρωτική Ευρώπη και τυχαία έγινε ένα εμβληματικό πείραμα αναδόμησης, αναφέρει ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών στην ιστοσελίδα του.
Παρά την εκτεταμένη, άμεση ζημιά στο οικοσύστημα της ζώνης αποκλεισμού, η βιοποικιλότητα της περιοχής έχει αυξηθεί ραγδαία τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Σπάνια είδη όπως ο λύγκας και ο ευάλωτος ευρωπαϊκός βίσωνας έχουν αναβιώσει. Στο τμήμα της ζώνης αποκλεισμού της Λευκορωσίας, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι πληθυσμοί των αγριόχοιρων, των αλκών και των ελαφιών αυξήθηκαν μέσα σε δέκα χρόνια από την καταστροφή. Οι λύκοι παρατηρήθηκε επίσης ότι είχαν αυξηθεί κατά επτά φορές από τον αρχικό τους πληθυσμό.
«Ο αριθμός των λύκων είναι επτά φορές υψηλότερος, πιθανότατα λόγω πολύ χαμηλότερης πίεσης κυνήγιού στη Ζώνη Αποκλεισμού του Τσερνόμπιλ», λέει ο Τζέιμς Σμιθ από το Πανεπιστήμιο του Πόρτσμουθ, ο οποίος έχει πραγματοποιήσει έρευνα για την άγρια φύση στην περιοχή, μαζί με τον Νικ Μπέρεσφορντ από το Ηνωμένο Βασίλειο.
«Οι έρευνες μας στην Ουκρανία έχουν ανακαλύψει στην περιοχή τον ευρασιατικό λύγκα, την καφέ αρκούδα, τους μαύρους πελαργούς και τον ευρωπαϊκό βίσωνα. Ουκρανοί και Λευκορώσοι ερευνητές έχουν καταγράψει εκατοντάδες είδη φυτών και ζώων στη ζώνη, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 60 σπάνιων ειδών», εξηγεί ο Μπέρεσφορντ. Είδη όπως το άλογο του Przewalski, ένα σπάνιο και απειλούμενο άλογο που προέρχεται από την κεντρική περιοχή, έχουν επίσης ελευθερωθεί σκόπιμα στην περιοχή ως μέρος των προσπαθειών διατήρησης.
Καταφύγιο κατά λάθος
Αν και πληθυσμιακά η πανίδα ανακάμπτει, είναι ακόμη άγνωστο το πόσο υγιή είναι αυτά τα ζώα, με πολλούς επιστήμονες να ανησυχούν ότι αυτά τα είδη θα εξακολουθούν να υποφέρουν από τις επιπτώσεις της έκθεσης σε ακτινοβολία. Η δυνατότητα συλλογής επαρκών δεδομένων για παρακολούθηση αυτής της παραμέτρου είναι ουσιαστικά αδύνατη προς το παρόν.
Ωστόσο, οι ερευνητές που εξετάζουν την επίδραση της καταστροφής του Τσερνόμπιλ στα φυτά ανέφεραν αυτήν την εβδομάδα ότι το σιτάρι, η σίκαλη, η βρώμη και το κριθάρι που καλλιεργούνται κοντά στην περιοχή εξακολουθούν να εμφανίζουν ίχνη μόλυνσης. Σχεδόν τα μισά από όλα τα δείγματα που εξέτασαν επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Έξετερ και το Ουκρανικό Ινστιτούτο Αγροτικής Ακτινολογίας περιείχαν αυξημένα επίπεδα ραδιενεργών ισοτόπων.
Αλλά, η πληθυσμιακή άνοδος των θηλαστικών, ιδίως στην περιοχή, εξακολουθεί να θεωρείται καλό σημάδι. Παρά τη μαζική μόλυνση, ο Μπέρεσφορντ, μαζί με άλλους ερευνητές, πιστεύει ότι «η συνολική επίδραση ήταν θετική» για την άγρια φύση στη ζώνη αποκλεισμού. «Το βάρος που προκαλείται από την ακτινοβολία στο Τσερνομπίλ είναι λιγότερο σοβαρό από τα οφέλη που αποκομίζει ο άνθρωπος από την περιοχή», εξηγεί ο ειδικός βιοχημείας φυτών Στιούαρτ Τόμσον, ο οποίος προσθέτει ότι η ζώνη «υποστηρίζει περισσότερη ζωή από πριν»
Η περιοχή φαίνεται πως τελικά έγινε τυχαία ένα από τα μεγαλύτερα καταφύγια άγριας ζωής της Ευρώπης, χρησιμεύοντας ως σαφής απόδειξη για τις επιζήμιες επιπτώσεις των ανθρώπων στην άγρια φύση. Υπάρχουν διάφορα επιχειρήματα σχετικά με το εάν η Ζώνη Αποκλεισμού θα είναι ποτέ κατοικήσιμη για τους ανθρώπους ξανά. Οι κρατικές αρχές της Ουκρανίας δήλωσαν το 2011 ότι η περιοχή θα μπορούσε να ξαναγίνει κατοικήσιμη εντός 320 ετών, ενώ η Greenpeace και άλλοι φορείς εκτιμούν πως κάτι τέτοιο αργεί πολύ και πιθανότατα θα ήταν εφικτό μετά από 20.000 χρόνια.
«Η ανθεκτικότητα της φύσης μπορεί να αποθαρρύνει τις ανθρώπινες κοινωνίες από μελλοντικές καταστροφές», λέει ο Τιμ Κριστόφερσεν επικεφαλής του τμήματος «Φύση για το κλίμα» των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα. «Καθώς οδεύουμε προς την δεκαετία που ο ΟΗΕ θα ρίξει το βάρος στην αποκατάσταση του οικοσυστήματος, και ειδικά μετά την πανδημία COVID-19, πρέπει να θυμόμαστε ότι τα φυσικά οικοσυστήματα είναι απαραίτητα για την ανθρώπινη υγεία και ευεξία».
Ο Γιόχαν Ρόμπινσον, επικεφαλής της Μονάδας Βιοποικιλότητας του UNEP, προσθέτει: «Η COVID-19 μάς έχει διδάξει ότι η ζωή στη Γη είναι αλληλένδετη. Ως κυρίαρχο είδος στον ιστό της αλληλεπίδρασης, οι άνθρωποι έχουν τεράστια ευθύνη να κάνουν το σωστό. Στη ζώνη αποκλεισμού, αυτό περιλαμβάνει την διατήρηση της βιοποικιλότητας και της βιώσιμης διαχείρισης της γης», συμποληρώνει.
Το μέλλον του Τσερνόμπιλ
Ωστόσο υπάρχουν 187 άτομα - γνωστά ως Samosely- που έχουν εγκατασταθεί στη ζώνη των 30 χιλιομέτρων. Αυτό είναι τεχνικά ακόμη παράνομο, αν και το 2012 η τοπική αυτοδιοίκηση έδωσε ανεπίσημη άδεια για να παραμείνει μόνο ένας ηλικιωμένος. Σε αυτούς τους κατοίκους παρέχεται κοινωνική υποστήριξη από την κυβέρνηση, αλλά η παραμονή τους στη ζώνη αποκλεισμού δεν έχει νομιμοποιηθεί.
Η μακροπρόθεσμη επιτυχία της οικολογικής ανάκαμψης της περιοχής δεν θα γίνει πλήρως αντιληπτή για πολλά ακόμη χρόνια, αλλά υπάρχουν ήδη σαφή δείγματα. Την ίδια όμως ώρα, η ζώνη αποκλεισμού ανοίγει όλο και περισσότερο για τους τουρίστες και μετά την πανδημία, θα μπορεί να δει κανείς αυτό που συμβαίνει εκεί από κοντά. Μάλιστα η Ουκρανία φέρεται να αποζητά να συμπεριληφθεί η περιοχή στη λίστα των μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco.
«Η ζώνη του Τσερνομπιλ είναι ήδη ένα παγκοσμίως διάσημο τοπόσημο», εκτιμούν αξιωματούχοι που ελπίζουν ότι η αναγνώριση από τον πολιτιστικό οργανισμό του ΟΗΕ θα την αναδείξει ως τουριστικό αξιοθέατο. Η πρόταση της ένταξης της ζώνης αποκλεισμού στην Unesco διατυπώθηκε και στηρίζεται από τον νέο υπουργό Πολιτισμού της Ουκρανίας, Oleksandre Tkatchenko.
Mε πληροφορίες από Euronews.com/ Live Science/ unenvironment.org