Εκτενή αναφορά στην οπαδική βία κάνει και στη σημερινή ανασκόπησή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης, φαινόμενο που χαρακτηρίζει «γάγγραινα» για τον αθλητισμό, ενώ απευθύνεται και στους φιλάθλους που έχουν αγοράσει εισιτήρια διαρκείας, οι οποίοι δεν θα μπορούν να παρακολουθήσουν από κοντά τους αγώνες της ομάδας τους έως τον Φεβρουάριο.
Αναφερόμενος στα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για την οπαδική βία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπογραμμίζει πως στόχος είναι «να απαλλάξουμε τον ελληνικό αθλητισμό από αυτή τη γάγγραινα, από τη δολοφονική συμπεριφορά εγκληματικών οργανώσεων και τη θλιβερή ανοχή μιας ελάχιστης οπαδικής μειοψηφίας».
Στη συνέχεια αναγνωρίζει πως ίσως να αμφιβάλλουν για αυτά τα μέτρα οι φίλαθλοι που έχουν αγοράσει εισιτήρια διαρκείας. «Θέλω να ξέρετε ότι κατανοώ τον θυμό και τη δυσπιστία σας. Αλλά θέλω και να σας διαβεβαιώσω ότι όσο δύσκολο κι αν φαίνεται το εγχείρημα, εμείς θα συνεχίσουμε τον αγώνα για να μπει τέλος στο απαράδεκτο φαινόμενο χιλιάδες φίλαθλοι να πληρώνουν την εγκληματική συμπεριφορά νοσηρών μειοψηφιών που άλλοτε στοχοποιούν πολίτες και άλλοτε αστυνομικούς», γράφει ο πρωθυπουργός.
«Ο κόμπος έφτασε στο χτένι», αναφέρει χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι δίνεται μεγάλη έμφαση στην ποινική αναβάθμιση της έρευνας από τη δικαιοσύνη για όλες τις υποθέσεις αθλητικής βίας και διαφθοράς «με σκοπό την αναζήτηση φυσικών και ηθικών αυτουργών όλων των εγκλημάτων που έχουν τελεστεί και την αναζήτηση ύπαρξης τυχόν εγκληματικών οργανώσεων στον χώρο αυτό».
Κυριάκος Μητσοτάκης: Ο προϋπολογισμός μειώνει τις ανισότητες
Στην ανάρτησή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρεται και στον προϋπολογισμό 2024, ο οποίος ψηφίζεται απόψε στη Βουλή, όπου θα μιλήσει το απόγευμα ο πρωθυπουργός.
Ο νέος προϋπολογισμός «ενισχύει πραγματικά το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών, τονώνει την κοινωνική συνοχή, μειώνει τις ανισότητες και βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας», αναφέρει σχετικά ο πρωθυπουργός, που στη συνέχεια κάνει μια συνοπτική αναφορά στα όσα προβλέπει ο προϋπολογισμός, επισημαίνοντας ότι «είναι αναπτυξιακός, διαπνέεται από κοινωνική ευαισθησία, χωρίς να ξεφεύγει από τις ράγες της δημοσιονομικής συνέπειας».