Το ντόντο, το πτηνό από την Μαυριτανία, του οποίου τα ίχνη έχουν χαθεί από τον 17ο αιώνα, θα επιστρέψει σε κάποια μορφή ζωής, εάν επιτύχουν οι προσπάθειες εταιρεία γενετικής.
Οι τεχνικές γενετικής που υπάρχουν πλέον, επιτρέπουν στους επιστήμονες να αποσπάσουν από το γονιδίωμα του ντόντο τα βασικά χαρακτηριστικά, τα οποία θεωρούν ότι μπορούν στη συνέχεια να «συναρμολογηθούν» εκ νέου και αποτελεσματικά στο σώμα ενός ζωντανού συγγενή του.
Οι πιο κοντινοί συγγενείς των ντόντο είναι τα περιστέρια, σύμφωνα με την αλληλουχία του γονιδιώματος του πτηνού που έχει εξαφανιστεί.
Οι επιστήμονες ισχυρίζονται ότι η εργασία τους, πέρα από το γεγονός ότι θα παράσχει μία νέα αντίληψη για την εξαφάνιση των ντόντο, θα συμβάλλει στην συζήτηση για τα σπάνια είδη, που δεν έχουν εξαφανιστεί ακόμα.
Ωστόσο, υπάρχει μία έντονη διαμάχη μεταξύ των βιολόγων για το αν θα πρέπει να προχωρήσει μία τέτοιου είδους έρευνα.
Η Colossal Biosciences, η εταιρεία γενετικής, που σχεδιάζει την αναβίωση των ντόντο, ήδη έχει ανακοινώσει projects για την αναβίωση των μαμούθ και του τελευταίου τίγρη της Τασμανίας, γνωστή ως θυλακίνη.
Ωστόσο, η περίπτωση του ντόντο θα είναι η πρώτη για πτηνό. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό καθώς σημαίνει την αλλαγή της τεχνικής του γονιδιώματος, στην οποία θα εμπλέκεται αυγό.
Αυτό μπορεί να προκαλέσει νέα ηθικά διλήμματα για τους επιστήμονες. Με είδη όπως είναι η περίπτωση των μαμούθ, η τεχνική απαιτεί την εμφύτευση υλικού γονιδιακής επεξεργασίας στο αναπαραγωγικό σύστημα ενός υπάρχοντος συγγενή του είδους. Σε αυτή την περίπτωση ενός ελέφαντα.
Αυτό ενδεχομένως να χρειαζόταν πολλαπλές εγκυμοσύνες στην πράξη προκειμένου να δημιουργήσουν βιώσιμους απογόνους από αυτή τη μέθοδο.
Η εφαρμογή της ίδια τεχνικής σε ένα πτηνό θα είναι λιγότερο στρεσογόνος διαδικασία για τον δότη.
Οι ερευνητές θα μπορέσουν να εργαστούν με τα αυγά των περιστεριών και να χρησιμοποιήσουν γενετικό υλικό από τα περιστέρια, ώστε να μπορεί να τροποποιηθεί για να αντικατοπτρίζει τα βασικά χαρακτηριστικά του ντόντο.
Μεταξύ αυτών και η αδυναμία του ντόντο να πετά. Αλλά και αυτό θα είναι μία πρόκληση τεχνικά καθώς κανείς έως τώρα δεν έχει καταφέρει να χρησιμοποιήσει γονιδιακή επεξεργασία για πτηνά με αυτόν τον τρόπο.
Η Beth Shapiro, επικεφαλής παλαιοντολόγος της Colossal, είπε στον Guardian ότι η περίπτωση των ντόντο την εξιτάρει για περισσότερο από δύο δεκαετίες, από τη στιγμή που πήρε το πτυχίο της το 1999 από την Οξφόρδη. Τότε είχε δει ένα ντόντο ως έκθεμα μουσείου και προσπάθησε να πείσει το μουσείο να της επιτρέψει να αποσπάσει το DNA του.
Είπε ότι σε όλον τον κόσμο υπάρχουν χιλιάδες συλλογές με ντόντο και αυτό σημαίνει ότι είναι δυνατή μία αλληλουχία στο γονιδίωμα του πτηνού.
Ωστόσο, προειδοποίησε ότι η αναβίωση του ντόντο δεν θα ήταν μία πλήρης αντικατάσταση του ίδιου είδους που είχε εξαφανιστεί.
«Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να απομονώσουμε τα γονιδιώματα που ξεχωρίζουν τα ντόντο. Θα ήταν τρελό να σκεφτούμε ότι η λύση στην κρίση της βιοποικιλότητας στον πλανήτη θα ήταν να επαναφέρουμε στη ζωή έναν αντικαταστάτη».
Ο Ben Lamm, συνιδρυτής και επικεφαλής της Colossal, είπε ότι η εταιρεία, της οποίας οι προσπάθειες δεν έχουν δημιουργήσει ακόμα κάποιο νέο μαμούθ ή θυλικήνη, έλαβε χορηγία επιπλέον 150 εκατ. δολ. από χορηγούς προκειμένου να προχωρήσουν με την έρευνα για το ντόντο.
Είπε ότι η ανανεωμένη εκδοχή του πτηνού θα μπορούσε να επανευδοκιμήσει στον Μαυρίκιο, εκεί όπου ζούσαν τα ντόντο μέχρι και την τελευταία επαφή που υπήρξε τον 17ο αιώνα, πριν εξαφανιστεί το είδος»
Είπε ότι η έρευνα θα μπορούσε να συμβάλλει στις απόπειρες διατήρησης για πολλά υπό απειλή είδη σε ολόκληρο τον κόσμο, καθώς θα αναπτυχθούν τεχνικές που θα επιτρέπουν στους ερευνητές να διακρίνουν και να διατηρήσουν τα βασικά χαρακτηριστικά σε αυτά τα εξαφανισμένα είδη, τα οποία θα μπορούσαν να συμβάλλουν σημαντικά στην κλιματική αλλαγή.
Ο καθηγητής Ewan Birney, αναπληρωτής διευθυντής του Ευρωπαϊκού Μοριακού Εργαστηρίου Βιολογίας, χαρακτήρισε το εγχείρημα μεγάλη πρόκληση σε τεχνικό επίπεδο.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για ένα εμβληματικό πτηνό» είπε ενώ εξέφρασε τις αμφιβολίες του για τον σκοπό που εξυπηρετεί αυτή η αναβίωση, μεταξύ άλλων. «Θα πρέπει να σώζουμε τα είδη που ήδη έχουμε, πριν εξαφανιστούν» σημείωσε.
Με πληροφορίες του Guardian