Ο αυξανόμενος αριθμός νέων ανθρώπων με καρκίνο προβληματίζει τους επιστήμονες. Τα νούμερα είναι τόσο ανησυχητικά που αρκετοί επιστήμονες θεωρούν ότι πρέπει να αποκαλείται επιδημία.
Ο Πάντι Σκοτ το 2017 άρχισε να έχει ενοχλήσεις στο στομάχι, αλλά δεν σκέφτηκε το ενδεχόμενο να έχει καρκίνο, καθώς ήταν μόλις 34 ετών και με καλή φυσική κατάσταση. Η κολονοσκόπηση, όμως, έδειξε προχωρημένο καρκίνο στο έντερο, ο οποίος έκανε μετάσταση στο συκώτι, σύμφωνα με το εκτενές ρεπορτάζ των Financial Times.
Αν και μέχρι σήμερα, θεωρείται ασυνήθιστο φαινόμενο ένας millennial να νοσεί με καρκίνο, τα τελευταία 30 χρόνια παρατηρείται έξαρση των περιστατικών καρκίνου στις ηλικίες κάτω των 50 ετών. Η αύξηση είναι τόσο μεγάλη που κορυφαίοι επιδημιολόγοι πρότειναν να χαρακτηριστεί «επιδημία».
Η ανάλυση στοιχείων από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον δείχνει πως τα ποσοστά καρκίνου στις ηλικίες κάτω των 35 ετών αυξήθηκαν στο υψηλότερο σημείο των τελευταίων τριάντα ετών στις οικονομίες της G20. Σύμφωνα με την έρευνα των FT, μεταξύ των ατόμων ηλικίας 15 έως 39 ετών οι περιπτώσεις καρκίνου του παχέος εντέρου αυξήθηκαν κατά 70% στις χώρες της G20 από το 1990 έως το 2019. Οι ερευνητές δεν έχουν σαφή εξήγηση γιατί οι νεότεροι άνθρωποι είναι πιο ευάλωτοι στη νόσο σε σχέση με τις προηγούμενες γενιές.
Ακόμη, ανάλυση που εκπονήθηκε από την Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία έδειξε ότι, το τρέχον έτος, το 13% των περιπτώσεων καρκίνου του παχέος εντέρου και το 7% των θανάτων αφορούσε άτομα κάτω των 50 ετών.
Η Μισέλ Μίτσελ, διευθύνουσα σύμβουλος του Cancer Research UK, τονίζει, ωστόσο, ότι περίπου το 90% όλων των καρκίνων προσβάλλει άτομα άνω των 50 ετών και το 50% άτομα άνω των 75 ετών. Παρ’ όλα αυτά, η αύξηση στις νεότερες ηλικιακές ομάδες είναι «μια σημαντική αλλαγή. Πρέπει να την κατανοήσουμε», λέει.
Ο ρόλος της διατροφής και του μικροβιώματος για την εμφάνιση καρκίνου στους νέους
«Η διατροφή και ο τρόπος ζωής των παιδιών είναι πιθανοί παράγοντες», σημειώνει ο Δρ. Φρανκ Σίνκροπ, ογκολόγος και γαστρεντερολόγος στην Κλινική Mayo στις ΗΠΑ, προσθέτοντας και την παιδική παχυσαρκία. Ο καρκίνος του παχέος εντέρου έχει αυξηθεί σημαντικά στους ανθρώπους που γεννήθηκαν τη δεκαετία του 1960 και μετά.
Παράλληλα, οι ερευνητές εστιάζουν στο μικροβίωμα – τα τρισεκατομμύρια μικρόβια που ζουν κυρίως στο έντερό μας. Το μικροβίωμα θεωρείται πως παίζει βασικό ρόλο στην υγεία ολόκληρου του οργανισμού, ενώ επηρεάζει την πέψη, τη ρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος, καθώς και την προστασία από τα βακτήρια που προκαλούν ασθένειες.
Η κατανάλωση τροφίμων με περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά και ζάχαρη πιστεύεται ότι μεταβάλλει αρνητικά τη σύνθεση του μικροβιώματος.
Ακόμη, το γεγονός ότι οι περισσότερες περιπτώσεις σε νεότερους ανθρώπους αφορούν καρκίνους όπως του παχέος εντέρου, του οισοφάγου, του στομάχου, του παγκρέατος, του χοληδόχου πόρου, του ήπατος και της χοληδόχου κύστης ενισχύει την υπόθεση της σύνδεσης με τη διατροφή.
Τέλος, ορισμένοι άλλοι τύποι καρκίνου που εμφανίζονται όλο και συχνότερα σε νεότερους, όπως ο καρκίνος του μαστού, των νεφρών, του ενδομητρίου, καθώς και του αίματος μπορεί να επηρεάζονται τόσο από την παχυσαρκία όσο και από την κατάσταση του μικροβιώματος, παρόλο που δεν έχουν προφανή σύνδεση με το πεπτικό σύστημα.
Καρκίνος στους νέους: Μία πρόκληση για τα υγειονομικά συστήματα και μία εξίσωση που δεν θέλουν να λύσουν οι οικονομίες
Η αύξηση των περιπτώσεων του καρκίνου σε νεότερες ηλικίες δεν αποτελεί πρόκληση μόνο για τα συστήματα υγείας, αλλά και για τις οικονομίες. Όσοι επιβιώνουν, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο υπογονιμότητας, καρδιαγγειακών παθήσεων και δευτερογενών καρκίνων, λένε οι ερευνητές, γνωρίζοντας ότι αυτό αποτελεί τεράστια πρόκληση για τους τεχνοκράτες των οικονομιών. Το ζήτημα του καρκίνου μάλιστα είναι εκείνο που δοκιμάζει κυβερνήσεις και πολιτικές που καλούνται να αφήσουν πίσω τους τον κυνισμό των αριθμών και να επικεντρωθούν σε βιώσιμες, αποτελεσματικές λύσεις για τους ασθενείς και για ηθικές πολιτικές.
Αναλυτικά, το εκτιμώμενο παγκόσμιο κόστος του καρκίνου από το 2020 έως το 2050 θα ανέλθει σε 25,2 τρισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με την ερευνητική μονάδα για τα οικονομικά της υγείας στο Ινστιτούτο Παγκόσμιας Υγείας της Χαϊδελβέργης.
Το φαινόμενο είναι τόσο ορατό πια, που κλινικοί γιατροί ζητούν μείωση της ηλικιακής επιλεξιμότητας για τα προγράμματα προσυμπτωματικού ελέγχου.
Την ίδια ώρα, πολλοί γιατροί επισημαίνουν την ανάγκη για εγρήγορση ακόμα και στους νέους ηλικίας 20 έως 30 ετών, αναγνωρίζοντας ότι ο καρκίνος δεν μπορεί πλέον να θεωρείται «εξωπραγματική» πιθανότητα.
«Νεότεροι άνθρωποι μπορεί να έχουν εξεταστεί από πέντε ή έξι κλινικούς γιατρούς πριν παραπεμφθούν για εξειδικευμένες εξετάσεις, για διάγνωση και για θεραπεία. Τα ίδια συμπτώματα σε κάποιον κατά 30 χρόνια μεγαλύτερό του θα είχαν πιθανώς χτυπήσει αμέσως το «καμπανάκι» του κινδύνου. Οι καθυστερημένες διαγνώσεις μπορεί να αντικατοπτρίζουν επίσης την έλλειψη ενημέρωσης των νεότερων ατόμων για τα συμπτώματα που πρέπει να προσέχουν» επισημαίνει στους Financial Times ένας γιατρός από το Royal Marsden.
«Εχω ακούσει και έχω δει πολλές περιπτώσεις με νεότερους ανθρώπους που, μέχρι να έρθουν στο νοσοκομείο, η νόσος τους είχε προχωρήσει αρκετά», αναφέρει ο ίδιος.
Με αφορμή τα παραπάνω, ο 40χρονος πλέον Πάντι Σκοτ θυμάται ότι, αφού η γενική γιατρός του τον παρέπεμψε σε κεντρικό νοσοκομείο του Λονδίνου για εξετάσεις, της είπαν: «Δεν είναι επείγον, είναι 34 ετών, σαφώς είναι πολύ καλά στην υγεία του. Εκείνη πίεζε και πίεζε μέχρι που τελικά κατάφερε να με βάλουν μέσα».