Τα διαστημόπλοια Voyager 1 και 2 εκτοξεύθηκαν το 1977 για να εξερευνήσουν τους πλανήτες Δία, Κρόνο, Ουρανό και Ποσειδώνα και, όχι μόνο εκπλήρωσαν την αποστολή τους μέχρι το 1989, αλλά το Voyager 1 και πρόσφατα το Voyager 2, ξεπέρασαν τα σύνορα του ηλιακού μας συστήματος με τον Γαλαξία και έγιναν τα πρώτα ανθρώπινα κατασκευάσματα που εξήλθαν από την ατμόσφαιρα του Ήλιου.
Ο ομότιμος διευθυντής Διαστημικών Προγραμμάτων του πανεπιστημίου Johns Hopkins, Σταμάτης Κριμιζής, θα δώσει την Τρίτη μια ομιλία μέσα από την πλατφόρμα της Ακαδημίας Αθηνών, για την «σύγχρονη Οδύσσεια» των δύο διαστημικών σκαφών.
Σήμερα το Voyager 1 βρίσκεται στην «φανταστική» απόσταση των 22,8 δισεκατομμυρίων χιλιομέτρων από τη Γη (21 ώρες 6 λεπτά φωτός), το Voyager 2 σε 19 δισεκατομμύρια χλμ., και συνεχίζουν να στέλνουν πληροφορίες καθημερινώς.
Ο διαπρεπής ακαδημαϊκός είναι επικεφαλής ερευνητής σε ένα από τα τέσσερα πειράματα που εκτελούν τις μετρήσεις τα τελευταία 43 χρόνια και θα περιγράψει τις ανακαλύψεις αυτού του σπουδαίου, ταξιδιού της διαστημικής εποχής.
Οι δύο διαστημικοί ανιχνευτές κατασκευάστηκαν στο Jet Propulsion Laboratory στη Νότια Καλιφόρνια, και χρηματοδοτήθηκαν από την Εθνική Υπηρεσία Αεροναυτικής και Διαστήματος (NASA).
Τα δύο Voyager εκτοξεύτηκαν το 1977 από το ακρωτήριο Κανάβερλ, για να επωφεληθούν από την ευνοϊκή θέση των πλανητών κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970. Παρόλο που είχαν οριστεί επισήμως για να μελετήσουν μόνο τα πλανητικά συστήματα του Δία και του Κρόνου, οι διαστημικοί ανιχνευτές ήταν σε θέση να συνεχίσουν την αποστολή τους.
Στις 25 Αυγούστου του 2012 το Voyager 1 έγινε το πρώτο αντικείμενο κατασκευασμένο από τον άνθρωπο που εισήλθε στην ανεξερεύνητη περιοχή του διαστήματος γνωστή ως διαστρικό διάστημα, ταξιδεύοντας «περισσότερο από οποιονδήποτε, ή οτιδήποτε, στην ιστορία».
Tο 2013, το Voyager 1 κινούνταν με σχετική ταχύτητα ως προς τον Ήλιο με 17 χιλιόμετρα ανά δευτερόλεπτο. Η διαθέσιμη ισχύς του διαστημόπλοιου έχει μειωθεί με την πάροδο του χρόνου, και δεν θα είναι πλέον σε θέση να τροφοδοτήσει οποιαδήποτε συσκευή μέχρι το 2025.
Και οι δύο αποστολές Voyager στο εξώτερο διάστημα έχουν συγκεντρώσει μεγάλες ποσότητες δεδομένων για τους αέριους γίγαντες του ηλιακού συστήματος, και τους δορυφόρους τους, για τους οποίους ελάχιστα ήταν προηγουμένως γνωστά. Οι τροχιές των δύο διαστημικών σκαφών έχουν χρησιμοποιηθεί για να τεθούν όρια για την ύπαρξη τυχόν υποθετικών υπερ-Ποσειδώνιων πλανητών.
Τα στοιχεία και οι φωτογραφίες που συλλέγονται από τις φωτογραφικές μηχανές, τα μαγνητόμετρα, και άλλα όργανα των Voyager, αποκάλυψαν άγνωστες λεπτομέρειες για κάθε ένα από τους γιγάντιους πλανήτες και τους δορυφόρους τους. Κοντινές εικόνες από το διαστημικό σκάφος χαρτογράφησαν τις πολύπλοκες μορφές σύννεφων του Δία, ανέμους και θύελλες, και ανακάλυψαν ηφαιστειακή δραστηριότητα στο φεγγάρι Ιώ.
Οι Δακτύλιοι του Κρόνου βρέθηκαν να έχουν αινιγματικές προεξοχές, τσακίσματα, και ακτίνες και να συνοδεύεται από μυριάδες «κόμβους». Στο Ουρανό το Voyager 2 ανακάλυψε ένα σημαντικό μαγνητικό πεδίο γύρω από τον πλανήτη και δέκα επιπλέον δορυφόρους. Η προσέγγιση στον Ποσειδώνα αποκάλυψε τρεις πλήρεις δακτυλίους και έξι άγνωστα μέχρι τότε φεγγάρια καθώς και ένα πλανητικό μαγνητικό πεδίο και περίπλοκα, ευρέως διανεμημένα σέλαα.
Η ομιλία θα είναι διαθέσιμη στην σελίδα της Ακαδημίας, σε ζωντανή μετάδοση την Τρίτη 2 Μαρτίου 2021, στις 18:00 και μαγνητοσκοπημένη μερικές μέρες αργότερα.