Το φθινόπωρο και ο χειμώνας είναι παραδοσιακά περίοδοι σχετικής έξαρσης για τους ιούς του αναπνευστικού συστήματος. Και αυτό είναι ένα γεγονός που αποδεικνύεται περίτρανα από τη φετινή κατάσταση με το συνδυασμό της γρίπης, του RSV (αναπνευστικός συγκυτιακός ιός) και βέβαια του COVID-19.
Αλλά γιατί ο κρύος καιρός ταυτίζεται συνήθως με την εποχή κρυολογήματος και γρίπης; Οι ειδικοί επισημαίνουν συχνά ότι οι ψυχρές θερμοκρασίες αναγκάζουν τους ανθρώπους να μένουν μέσα, όπου είναι ευκολότερο να εξαπλωθούν τα μικρόβια. Αλλά μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο The Journal of Allergy and Clinical Immunology επικαλείται και μια άλλη πιθανή εξήγηση.
Έχει να κάνει με την μύτη, η οποία είναι εξοπλισμένη με άμυνες που έχουν σκοπό να σταματήσουν τους «εισβολείς», όπως ιούς και βακτήρια. Το 2018, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Northeastern της Βοστώνης, το Massachusetts Eye and Ear (ένα νοσοκομείο που συνδέεται με την Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ) και αρκετοί άλλοι οργανισμοί περιέγραψαν μία από αυτές τις ασπίδες σε μια εργασία που δημοσιεύθηκε επίσης στο The Journal of Allergy and Clinical Immunology. Όταν η μύτη «ανιχνεύει» βακτήρια, όπως διαπίστωσαν, απελευθερώνει ένα σμήνος από μικροσκοπικούς σάκους γεμάτους με υγρό που προορίζονται να επιτεθούν και να τα εξουδετερώσουν.
«Όταν κλωτσάς μια σφηκοφωλιά, οι σφήκες βγαίνουν έξω και προσπαθούν να σκοτώσουν ό,τι κι αν είναι ο επιτιθέμενος πριν αυτός επιτεθεί στη φωλιά», λέει ο συν-συγγραφέας Dr. Benjamin Bleier, διευθυντής μεταφραστικής έρευνας ωτορινολαρυγγολογίας στο Massachusetts Eye and Ear. «Αυτό είναι που κάνει το σώμα», εξηγεί.
Παρόμοιες άμυνες
Στη νέα μελέτη, ο Bleier και οι συνεργάτες του δείχνουν ότι η μύτη αναπτύσσει παρόμοιες άμυνες εναντίον κοινών ιών του αναπνευστικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένων δύο ρινοϊών (συχνές αιτίες του κοινού κρυολογήματος) και ενός κορωνοϊού (αν και όχι αυτού που προκαλεί το COVID-19). Έβαλαν επίσης στόχο να απαντήσουν σε ένα άλλο ερώτημα: ο κρύος καιρός εξασθενεί την αποτελεσματικότητα της φυσικής ανοσολογικής απόκρισης της μύτης;
Προηγούμενες έρευνες δείχνουν ότι οι κοινοί ιοί του αναπνευστικού ευδοκιμούν σε χαμηλότερες θερμοκρασίες. Το 2015, μια ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο Yale χρησιμοποίησε ποντίκια για να αποδείξει ότι οι ρινοϊοί αναπαράγονται καλύτερα σε χαμηλότερες θερμοκρασίες, επειδή οι αντι-ιικές ανοσολογικές αποκρίσεις δεν είναι τόσο ισχυρές υπό αυτές τις συνθήκες. Έρευνα από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας έχει επίσης δείξει ότι οι ιοί της γρίπης εξαπλώνονται καλύτερα σε ψυχρά κλίματα.
Η νέα εργασία βασίζεται σε αυτή την προηγούμενη εργασία, δίνοντας μια «πραγματική, ποσοτική, βιολογική εξήγηση για το γιατί ο οργανισμός είναι πιο επιρρεπής σε ιογενείς λοιμώξεις όταν εκτίθεται στο κρύο», λέει ο Bleier.
Για τη μελέτη, οι ερευνητές μέτρησαν τις ρινικές θερμοκρασίες υγιών εθελοντών σε θερμοκρασία περίπου 23 βαθμούς Κελσίου έναντι περίπου 4 βαθμών Κελσίου. Διαπίστωσαν ότι η θερμοκρασία της ρινικής κοιλότητας μειώθηκε κατά περίπου 12 βαθμούς Κελσίου στην ψυχρότερη κατάσταση. Στη συνέχεια, στο εργαστήριο, εξέθεσαν δείγματα ρινικών κυττάρων σε παρόμοια μείωση της θερμοκρασίας, για να μιμηθούν αυτό που πραγματικά συμβαίνει μέσα στη μύτη σε ψυχρό κλίμα. Διαπίστωσαν ότι η ανοσολογική απόκριση αμβλύνθηκε σημαντικά στη χαμηλότερη θερμοκρασία.
Εκτός του ότι βοηθά στην εξήγηση των μακροχρόνια παρατηρούμενων τάσεων σχετικά με την έξαρση των ιών του αναπνευστικού κατά τη διάρκεια των κρύων μηνών, το εύρημα θα μπορούσε τελικά να οδηγήσει σε νέες θεραπευτικές αγωγές, λέει ο συν-συγγραφέας της μελέτης Mansoor Amiji, πρόεδρος του τμήματος φαρμακευτικών επιστημών στο Northeastern. Αν οι ερευνητές μπορέσουν να βρουν έναν τρόπο να ενισχύσουν την έμφυτη ανοσολογική απόκριση της μύτης, ακόμη και κάτω από χαμηλές θερμοκρασίες, θα μπορούσαν να σταματήσουν περισσότερες ιογενείς ασθένειες πριν αυτές ριζώσουν.
«Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε αυτήν την ανταπόκριση μόνο τοπικά για να προστατεύσετε το υπόλοιπο σώμα», λέει ο Bleier. «Αυτό δείχνει πόσο σημαντική είναι η ρινική κοιλότητα».