Όταν η παροχή υπηρεσιών ψυχικής υγείας εξ' αποστάσεως άρχισε να γίνεται δημοφιλής, τροφοδοτήθηκε η ελπίδα, ότι το «ακριβό σπορ» θα μπορούσε να γίνει προσβάσιμο για όλους.
Εντούτοις, μια ομάδα ψυχιάτρων από το Πανεπιστήμιο Columbia, στις ΗΠΑ, διαπίστωσε ότι «παρά την αύξηση της χρήσης της τηλεθεραπείας τα τελευταία χρόνια τόσο από τους ψυχοθεραπευτές όσο και από τους ασθενείς τους, η πρόσβαση σε αυτές τις παροχές, δεν έχει αυξηθεί για όσους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να την πληρώσουν».
Η μελέτη τους, δημοσιεύθηκε στο American Journal of Psychiatry και παραθέτει την ανάλυση δεδομένων της ομάδας, από προηγούμενες ερευνητικές προσπάθειες.
Σκοπός των ψυχιάτρων, ήταν να αποδείξουν, ότι η χρήση της τεχνολογίας για την προσέγγιση ασθενών που χρειάζονται ψυχοθεραπεία δεν απευθύνεται σε όλους, αποκλείοντας επί της ουσίας τα άτομα με χαμηλά εισοδήματα.
Διπλασιάστηκε ο αριθμός των ανθρώπων που κάνουν ψυχοθεραπεία
Υπηρεσίες, όπως το Zoom χαίρουν μεγάλης απήχησης από επαγγελματίες, τα τελευταία χρόνια, ιδίως από την περίοδο της καραντίνας και έπειτα. Όπως σημειώνουν οι ερευνητές, πριν από την πανδημία, το ποσοστό των Αμερικανών που λάμβαναν ψυχοθεραπεία κυμαινόταν μεταξύ 3% και 4%. Στη διάρκεια της πανδημίας, το ποσοστό αυτό αυξήθηκε σε περίπου 8,5% και έκτοτε παραμένει σε υψηλότερα επίπεδα, κυρίως λόγω της διευκόλυνσης που παρέχει, στην εξ' αποστάσεως επικοινωνία.
Στην τηλεθεραπεία, μια τέτοια εφαρμογή απαλλάσσει τόσο τον θεραπευτή όσο και τον ασθενή από το να μετακινούνται από τόπο σε τόπο, προκειμένου να πραγματοποιούν τις συνεδρίες τους.
Η ομάδα του Columbia επανεξέτασε τα δεδομένα προηγούμενης ερευνητικής προσπάθειας που επικεντρώθηκε στην ανάδειξη των τάσεων των ασθενών που αναζητούν εξωνοσοκομειακή περίθαλψη στις ΗΠΑ, μελέτη που περιελάμβανε 89.619 ασθενείς με ψυχοθεραπεία.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι, παρά τις προσδοκίες πως η αυξημένη χρήση της τηλεθεραπείας θα διευκόλυνε την πρόσβαση σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας για άτομα με χαμηλό εισόδημα, δεν σημειώθηκε ουσιαστική πρόοδος. Οι χρήστες των συγκεκριμένων υπηρεσιών ήταν κατά κύριο λόγο νέοι, μορφωμένοι και ανήκαν σε υψηλότερες εισοδηματικές κατηγορίες.
«Η τηλεθεραπεία έχει επιδεινώσει τις υπάρχουσες ανισότητες»
Ακόμη, η ανάλυση δεδομένων από άλλη έρευνα που επικεντρώθηκε στη χρήση τηλεθεραπείας από παιδιά και εφήβους κατέληξε σε παρόμοια συμπεράσματα. Η πλειονότητα των ασθενών προερχόταν από οικογένειες με υψηλό εισόδημα, που διέθεταν επαρκή ασφάλιση υγείας.
«Στην πραγματικότητα, διαπίστωσαν οι ερευνητές, η στροφή προς την τηλεθεραπεία έχει επιδεινώσει τις υπάρχουσες ανισότητες. Δεν επωφελήθηκαν από την έκρηξη, παιδιά από οικογένειες με χαμηλό εισόδημα, μαύρα παιδιά και έφηβοι και ενήλικες με "σοβαρή ψυχολογική δυσφορία"» σχολιάζουν οι New York Times.
«Νομίζω ότι ολόκληρο το σύστημα περίθαλψης - και ίσως η παροχή μέσω διαδικτύου είναι ένα κομμάτι αυτού - φαίνεται να απομακρύνεται από εκείνους που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη» δήλωσε ο Δρ Μαρκ Όλφσον, καθηγητής ψυχιατρικής στο Ιατρικό Κέντρο Irving του Πανεπιστημίου Columbia και επικεφαλής συγγραφέας των μελετών σχετικά με την πρόσβαση στην περίθαλψη.
Η ερευνητική ομάδα επισημαίνει το συμπέρασμά της στο τέλος της έκθεσης, που δεν είναι άλλο από το ότι «η τηλεθεραπεία έχει προσφέρει ελάχιστα στη διεύρυνση της πρόσβασης σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας για τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα. Ο κύριος λόγος είναι ότι οι πάροχοι των υπηρεσιών αυτών χρεώνουν το ίδιο ποσό όπως για τις δια ζώσης συνεδρίες, απαιτώντας πληρωμή είτε από τους ίδιους τους ασθενείς είτε από τις ασφαλιστικές τους εταιρείες».
Με πληροφορίες από Medical Xpress και New York Times