Σε δέκα με είκοσι χρόνια από σήμερα, είναι πιθανό να έχουν απομείνει ελάχιστοι ή και καθόλου καπνιστές σε πολλές χώρες και αγορές του πλανήτη, σύμφωνα με αναλυτές της επενδυτικής εταιρείας Jefferies, γράφει το Bloomberg.
Κυβερνήσεις και εταιρείες καπνικών ειδών βρίσκονται στο ίδιο «μήκος κύματος», καθώς ολοένα και περισσότερες χώρες θέτουν ως στόχο την μείωση κατανάλωσης καπνού και θέλουν να μπει οριστικό τέλος στο κάπνισμα. Την ίδια ώρα, ακόμη και οι ίδιες οι εταιρείες ωθούν τους καπνιστές σε προϊόντα μειωμένου ρίσκου (RRP) όπως το ηλεκτρονικό τσιγάρο.
«Με τις ρυθμιστικές αρχές και τις προσδοκίες των καπνοβιομηχανιών ευθυγραμμισμένες, η εκμηδένιση των καπνιστών σε βάθος μίας γενιάς θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα σε πολλές χώρες», παρατηρεί ο αναλυτής Owen Bennett την Παρασκευή.
Και ο όμιλος Citigroup Inc. εκτιμά πως το κάπνισμα θα έχει «εξαφανισθεί» ως συνήθεια έως το 2050, σε ΗΠΑ, Αυστραλία, και τμήματα της Ευρώπης και της Λατινικής Αμερικής, αν συνεχιστεί η πτωτική πορεία των πρόσφατων δεκαετιών. «Το κάπνισμα γνωρίζει πτώση τα τελευταία 50 χρόνια, εξαιτίας της πίεσης που ασκείται από τις κοινωνικές νόρμες, τους κανονισμούς και τη φορολόγηση», παρατηρούσε αυτόν τον μήνα ο αναλυτής της Citi, Adam Spielman.
Ενδεικτικό του κλίματος είναι πως ο δείκτης MSCI World Tobacco Index παρουσιάζει χαμηλότερη από την προσδοκώμενη απόδοση, από τις αρχές του περασμένου έτους, την ώρα που ο κατασκευαστής εναλλακτικών προϊόντων Swedish Match AB ξεπέρασε την βρετανική Imperial Brands Plc.
Η Imperial Brands θα πιεστεί, στην μετάβαση σε smokefree προϊόντα σημειώνει ο Bennett. Στον αντίποδα, προβλέπει πως η Philip Morris International Inc. είναι σε καλή θέση, δεδομένης της κυριαρχίας της σε εναλλακτικά καπνικά προϊόντα ενώ και το ενδιαφέρον της British American Tobacco Plc για προϊόντα κάνναβης έρχεται επίσης σε κατάλληλη στιγμή.
«Το τέλος του τσιγάρου έρχεται με την εισαγωγή των προϊόντων μειωμένου ρίσκου και, όσο οι καπνοβιομηχανίες λαμβάνουν όσα τους αντιστοιχούν, η ανάπτυξη θα είναι εξίσου καλή, αν όχι καλύτερη από τους ρυθμούς του παρελθόντος».
Με πληροφορίες από Bloomberg