Οι αβεβαιότητες που προκάλεσε η ψήφος της Βρετανίας υπέρ του Brexit θα έχουν ως αποτέλεσμα να επιβραδυνθεί η οικονομική ανάπτυξη στην ευρωζώνη στο 1,4% το 2017 από το 1,6% φέτος, ενώ αυξάνονται οι καθοδικοί κίνδυνοι, ανέφερε σήμερα στην ετήσια αξιολόγηση πολιτικής για την ευρωζώνη,το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Επιπλέον σημειώνεται ότι η περαιτέρω επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης θα μπορούσε να εκτροχιάσει την ανάκαμψη της ευρωζώνης, η οποία βασίζεται στην εγχώρια ζήτηση, ενώ οι δευτερογενείς επιπτώσεις του Brexit, η αύξηση των προσφύγων, οι κλιμακούμενες ανησυχίες για την ασφάλεια και η αδυναμία των τραπεζών θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ανάπτυξη.
Ωστόσο, ο Μαχμούντ Πραντάν, αναπληρωτής διευθυντής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ, είπε ότι εάν οι διαπραγματεύσεις για το Brexit τραβήξουν σε μάκρος μεταξύ της ΕΕ και της Βρετανίας και συνεχίσουν να προκαλούν αποστροφή για το ρίσκο στις χρηματοοικονομικές αγορές, η ανάπτυξη στην ευρωζώνη θα μπορούσε να επιβραδυνθεί περαιτέρω.
«Εάν είναι παρατεταμένη αυτή η αποστροφή ρίσκου, πιστεύουμε ότι ο αντίκτυπος στην ανάπτυξη θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερος και σε αυτή τη φάση, είναι πολύ δύσκολο να πούμε πόσο θα διαρκέσει αυτή η περίοδος», δήλωσε ο Πραντάν σε τηλεδιάσκεψη με δημοσιογράφους.
Πρόσθεσε ότι το σενάριο για ρυθμό ανάπτυξης 1,4% το 2017 προβλέπει μια σχετικά γρήγορη διαπραγμάτευση για μια συμφωνία που θα διατηρεί πλήρη αδασμολόγητη πρόσβαση για την Βρετανία στην κοινή αγορά της ΕΕ. Ακόμα και αυτό το «βέλτιστο» σενάριο θα προκαλέσει επιβράδυνση στις επενδύσεις και θα επιβαρύνει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών και της αγοράς, δήλωσε.
Στην έκθεσή του, το ΔΝΤ ανέφερε ότι οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές για την ευρωζώνη είναι «μέτριες» και περιορίζονται από τα προβλήματα που κληροδότησε η κρίση, την υψηλή ανεργία, το αυξημένο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος και τις βαθιά ριζωμένες διαρθρωτικές αδυναμίες.