Ένα φθινοπωρινό πρωινό του 2017, η Ρένα Σμιθ, μαθήτρια της πρώτης λυκείου στο Λονγκ Άιλαντ της Νέας Υόρκης, ένιωσε ότι δεν μπορούσε να σηκωθεί από το κρεβάτι, καταβεβλημένη από την προοπτική να πάει στο σχολείο.
Στις ημέρες που ακολούθησαν, το άγχος της μετατράπηκε σε απόγνωση.
«Θα έπρεπε να ήμουν ευτυχισμένη», έγραψε αργότερα. «Αλλά έκλαιγα, ούρλιαζα και παρακαλούσα το σύμπαν ή όποια θεϊκή δύναμη να μου πάρει τον αφόρητο πόνο μέσα στο κεφάλι μου».
Η παρέμβαση για την κατάθλιψη και το άγχος της ήρθε τελικά από τη φαρμακοβιομηχανία. Την επόμενη άνοιξη, ένας ψυχίατρος της συνταγογράφησε το Prozac. Το φάρμακο πρόσφερε μια αναστολή από τα βάσανά της, αλλά η επίδραση του υποχώρησε, οπότε της συνταγογραφήθηκε ένα επιπλέον αντικαταθλιπτικό, το Effexor.
Έτσι ξεκίνησε το «ντόμινο» των φαρμάκων. Κατά τη διάρκεια του 2021, τη χρονιά που αποφοίτησε, της συνταγογραφήθηκαν επτά φάρμακα. Σε αυτά περιλαμβάνονταν ένα για τις επιληπτικές κρίσεις και τις ημικρανίες, παρότι δεν παρουσίαζε τίποτα από τα δύο. Παρόλα αυτά το φάρμακο μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη σταθεροποίηση της διάθεσης. Οι γιατροί τής έγραψαν και ένα ακόμα φάρμακο για να αμβλυνθούν οι παρενέργειες των άλλων φαρμάκων, παρότι χρησιμοποιείται κυρίως για τη σχιζοφρένεια. Η Ρένα, κάποιες μέρες ένιωθε καλύτερα, αλλά άλλες ήταν βαθιά λυπημένη.
Η φωτογραφία της στο λεύκωμα της τελευταίας τάξης την δείχνει να χαμογελάει πλατιά, «αλλά ένιωθα απαίσια εκείνη την ημέρα», δήλωσε η Σμιθ, η οποία είναι τώρα 19 ετών, φοιτήτρια σε ένα κοινοτικό κολέγιο. «Έγινα καλή στο να φοράω μάσκα ».
Εκείνη την εποχή έκανε πλέον ταυτόχρονη χρήση πολλαπλών και βαρέων ψυχιατρικών φαρμάκων.
Οι ψυχίατροι και άλλοι κλινικοί γιατροί τονίζουν ότι τα ψυχιατρικά φάρμακα, με τη σωστή συνταγογράφηση, μπορούν να αποδειχθούν σωτήρια για τους εφήβους και τη διάσωση της ζωής όσων έχουν τάσεις αυτοκτονίας. Αλλά παράλληλα προειδοποιούν ότι τα φάρμακα αυτά χορηγούνται συχνά ελαφρά τη καρδία , ως εύκολη εναλλακτική λύση αντί για ψυχολογική θεραπεία που οι οικογένειες δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά και για την οποία ορισμένες φορές δεν ενδιαφέρονται.
Επιπλέον, πολλά ψυχιατρικά φάρμακα που συνταγογραφούνται συνήθως σε εφήβους δεν έχουν εγκριθεί για άτομα κάτω των 18 ετών . Και συνταγογραφούνται σε συνδυασμούς που δεν έχουν μελετηθεί ως προς την ασφάλεια ή τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους στον αναπτυσσόμενο εγκέφαλο.
«Εύλογα μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι δεν έχουμε στοιχεία για το τι σημαίνει να παίρνει κανείς πολλαπλά ψυχοτρόπα φάρμακα», δήλωσε η Lisa Cosgrove, κλινική ψυχολόγος του πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης στη Βοστώνη. «Πρόκειται για μια γενιά πειραματόζωων».
Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2020 στο περιοδικό Pediatrics διαπίστωνε ότι στο 40,7 % των ατόμων ηλικίας 2 έως 24 ετών στους οποίους είχε συνταγογραφηθεί ένα φάρμακο για τη διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας, είχε επίσης συνταγογραφηθεί τουλάχιστον ακόμα ένα φάρμακο για κατάθλιψη, άγχος ή άλλη διαταραχή της διάθεσης ή της συμπεριφοράς.
Οι ερευνητές κατέγραψαν περισσότερα από 50 διαφορετικά ψυχοτρόπα φάρμακα που συνταγογραφούνται σε τέτοιους συνδυασμούς. Σύμφωνα με τους New York Times περίπου τα μισά από αυτά τα φάρμακα δεν είχαν εγκριθεί για χρήση σε εφήβους , αν και οι γιατροί έχουν την ευχέρεια να συνταγογραφούν κατά το δοκούν.
Το φαρμακείο Express Scripts που αναλαμβάνει και διανομές, ανέφερε πρόσφατα ότι οι συνταγές αντικαταθλιπτικών για εφήβους αυξήθηκαν κατά 38% από το 2015 έως το 2019 , σε σύγκριση με 12% για τους ενήλικες. Το Prozac και το Lexapro είναι τα μόνα φάρμακα που έχουν εγκριθεί για εφήβους με κατάθλιψη, σύμφωνα με τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων , ενώ τα αντικαταθλιπτικά γενικά συνοδεύονται από «προειδοποίηση» για αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονίας σε εφήβους.
Αξιωματούχοι της δημόσιας υγείας άρχισαν να ανησυχούν για το πρόβλημα της παράλληλης χρήσης φαρμάκων (πολυφαρμακευτική αγωγής) πριν από μια δεκαετία, όταν αυτό έγινε έκδηλο μεταξύ των νέων σε ανάδοχες οικογένειες και σε περιβάλλοντα με χαμηλό εισόδημα. Υιοθετήθηκαν νομοθετικές μεταρρυθμίσεις για τον περιορισμό της πρακτικής, αλλά έκτοτε το πρόβλημα διευρύνθηκε και στις εύπορες και μεσοαστικές οικογένειες.
«Έχει γίνει mainstream», δήλωσε η Julie Zito, καθηγήτρια φαρμακευτικής και ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Maryland.
Αγωγή χωρίς συνοχή
Η Σμιθ διαγνώστηκε αρχικά με έλλειψη συγκέντρωσης και προσοχής. Στην τετάρτη τάξη, δυσκολευόταν στο σχολείο και η οικογένειά της ζήτησε τη βοήθεια ενός ψυχιάτρου, ο οποίος της συνταγογράφησε το Focalin για τη διαταραχή ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ). Ενθυμούμενος τις δικές του μέρες στο λύκειο στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο πατέρας της, Κέβιν Σμθι, αναρωτιέται αν έπασχε και ο ίδιος από ΔΕΠΥ. «Απλώς χανόμουν», θυμάται. «Εκνευριζόταν πολύ ο πατέρας μου».
Ο κ. Σμιθ προσπάθησε να αντιμετωπίσει το πρόβλημά του με διαφορετικό τρόπο, κάνοντας σπορ, βγαίνοντας στην ύπαιθρο και, μερικές φορές, πίνοντας. Αλλά τα προβλήματά του θεωρήθηκαν από τον ίδιο του τον πατέρα ως ελάττωμα του χαρακτήρα του. «Έλεγε: "Πήγαινε σε εκείνο το δωμάτιο και θα σε χτυπήσω μερικές φορές με τη ζώνη. Αυτό θα σε συμμαζέψει"».
Ορκίστηκε να μην αφήσει τα δικά του παιδιά να υποφέρουν από οποιοδήποτε πρόβλημα ψυχικής υγείας χωρίς να το αντιμετωπίσει. «Προσπαθώ σθεναρά να δώσω στη Ρένα όλα τα εργαλεία που χρειάζεται για να το καταπολεμήσει», είπε.
Στη δευτέρα γυμνασίου, η Ρένα Σμιθ εμφάνισε σημάδια κατάθλιψης. «Αντί να πηγαίνω στο μάθημα, πήγαινα στον σύμβουλο προσανατολισμού και έκλαιγα όλη την ώρα», είπε. Αναζήτησε τους λόγους: Η επιχείρηση του πατέρα είχε προβλήματα, υπήρχαν εντάσεις στο εσωτερικό της οικογένειας, ένιωθε την πίεση να περάσει σε ένα καλό πανεπιστήμιο, το οποίο θεωρούσε ως το μόνο μονοπάτι για την ασφάλεια και την ευτυχία. Χωρίς την είσοδο σε ένα καλό πανεπιστήμιο, φοβόταν ότι «θα δουλεύω σε ένα σούπερ μάρκετ για το υπόλοιπο της ζωής μου».
Η αναζήτησή της για να νιώσει καλύτερα οδήγησε την ίδια και την οικογένειά της σε διάφορες θεραπείες και, τελικά, στη χρήση πολλαπλών φαρμάκων.
Το 2018, την άνοιξη του πρώτου έτους σπουδών της, επισκέφθηκε το κέντρο συμβουλευτικής New Horizon στο Long Island. Σύμφωνα με τις σημειώσεις του ψυχιάτρου της, τις οποίες μοιράστηκε με τους NYT, η Σμιθ ανέφερε ότι αντιμετώπιζε έντονο άγχος, κατάθλιψη και αυτοκτονικό ιδεασμό. «Συμφώνησε να δοκιμάσει μια μικρή δόση Prozac (10 mg) μία φορά την ημέρα μαζί με θεραπεία», έγραψε ο γιατρός. Η New Horizon δεν απάντησε σε ερωτήματα των Times σχετικά με την υπόθεση της Σμιθ.
Στην πρώτη λυκείου, ο ίδιος ψυχίατρος πρόσθεσε μια συνταγή για το Effexor, ένα αντικαταθλιπτικό που δεν έχει εγκριθεί από τον FDA για χρήση σε εφήβους και που θέτει τους νέους σε αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονικής συμπεριφοράς και αργοπορημένης ανάπτυξης.
Μέσα στο ίδιο έτος, ο ψυχίατρος πρόσθεσε μια συνταγή για το Abilify, ένα αντιψυχωσικό φάρμακο που μερικές φορές συνταγογραφείται για διαταραχές της διάθεσης αλλά προορίζεται κυρίως για τη σχιζοφρένεια. Η Σμιθ δεν έπασχε από σχιζοφρένεια. Στη συνέχεια αντικατέστησε το Prozac της με ένα διαφορετικό αντικαταθλιπτικό. Παρά τις συνταγές, είπε, ένιωθε μόνο κατά περιόδους ανακούφιση και τελικά βυθίστηκε ξανά στην κατάθλιψη.
Τον Μάιο του 2020, στη δευτέρα λυκείου εν μέσω πανδημίας, η Σμιθ αναζήτησε θεραπεία στην κλινική ψυχικής υγείας στο νοσοκομείο Mather- ο πρώτος της ψυχολόγος είχε φύγει από το New Horizon και ο νέος που προσελήφθη είχε σπάνια διαθέσιμα ραντεβού.
Στο Mather της συνταγογράφησαν Lamictal όπως και στο New Horizons. «Νομίζω ότι είναι σταθεροποιητής της διάθεσης, δεν είμαι σίγουρη», λέει εκείνη.
Το Lamictal προορίζεται κυρίως για ενήλικες με διπολική διαταραχή και επιληπτικές κρίσεις, καμία από τις οποίες δεν είχε διαγνωστεί στη Σμιθ, αν και ορισμένες μελέτες έχουν δείξει την αποτελεσματικότητά του στη θεραπεία άλλων διαταραχών της διάθεσης. Αλλά το φάρμακο συνοδεύεται από μια προειδοποίηση για επικίνδυνα δερματικά εξανθήματα που σε σπάνιες περιπτώσεις είναι απειλητικά για τη ζωή, επισημαίνει: «Το ποσοστό σοβαρών εξανθημάτων είναι μεγαλύτερο στους ανήλικους ασθενείς απ' ό,τι στους ενήλικες».
Τον Δεκέμβριο του 2020, η Σμιθ ξεκίνησε θεραπεία συμπεριφοράς, μία μέθοδο της γνωστικής συμπεριφορικής θεραπείας, στο Πανεπιστήμιο Hofstra. Αλλά η θεραπεία δεν περιελάμβανε ψυχίατρο για την επίβλεψη και τον συντονισμό της φαρμακευτικής αγωγής- ελλείψει αυτού, η New Horizons συνέχισε να συνταγογραφεί τα φάρμακα της Σμιθ.
Η φαρμακευτική αγωγή εντάθηκε. Κατά τη διάρκεια των γυμνασιακών και λυκειακών της χρόνων, η Σμιθ έλαβε 10 διαφορετικά ψυχοτρόπα φάρμακα, όχι πάντα ταυτόχρονα αλλά σε αλληλεπικαλυπτόμενες περιόδους, όπως δείχνουν τα ιατρικά της αρχεία.
Το 2021, τη χρονιά που αποφοίτησε, το New Horizon της συνταγογραφούσε επτά: Lamictal και Topamax, ένας συνδυασμός φαρμάκων κατά των επιληπτικών κρίσεων και της ημικρανίαςμ που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη σταθεροποίηση της διάθεσης- Rexulti, ένα πρόσθετο φάρμακο για ενήλικες που πάσχουν από μείζονα καταθλιπτική διαταραχή- και ολανζαπίνη, ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται κυρίως για τη διπολική διαταραχή και τη σχιζοφρένεια. (Η Σμιθ είπε ότι της είπαν ότι η ολανζαπίνη θα αμβλύνει τις παρενέργειες των άλλων φαρμάκων και θα τη βοηθήσει να κοιμηθεί).
«Δεν μπορώ να σκεφτώ καμία διαταραχή που θα είχε ως αποτέλεσμα να παίρνει όλες αυτές τις κατηγορίες φαρμάκων», δήλωσε ο Δρ Μαρκ Όλφσον, κλινικός ψυχίατρος στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια και ένας από τους πολλούς ειδικούς που συμβουλεύτηκαν οι Times σχετικά με τη φαρμακευτική αγωγή της Σμιθ. Όλοι εξέφρασαν παρόμοιες ανησυχίες. «Δεν είναι μια συνεκτική αγωγή», δήλωσε ο Δρ Olfson.
Ωστόσο αναγνώρισε η πρακτική της υπερσυνταγογράφησης ήταν κοινή μεταξύ των γιατρών: «Όταν αναζητούν κάτι που θα κάνει τον ασθενή να μην έχει συμπτώματα, δημιουργούν προβλήματα που μπορεί να οδηγήσουν σε αυτό που ευγενικά αποκαλείται φαρμακευτική περιπέτεια ».
Ο δρόμος προς την αγωγή πολλών φαρμάκων συχνά ξεκινά με τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της Διαταραχής ελλειμματικής προσοχής - υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ). Η πάθηση αυτή αποτελεί το «θεμέλιο της πολυφαρμακευτικής» αγωγής, δήλωσε ο δρ Ντέιβιντ Λορ, παιδοψυχίατρος στο Πανεπιστήμιο του Λούισβιλ και ιατρικός διευθυντής του Τμήματος Κοινοτικών Υπηρεσιών, το οποίο εποπτεύει το σύστημα παιδικής πρόνοιας του Κεντάκι.
Τα φάρμακα για ΔΕΠΥ συνταγογραφούνται ευρέως και θεωρούνται ένας σχετικά ακίνδυνος τρόπος για τη βελτίωση της συγκέντρωσης. Όμως ο Dr. Lohr εξήγησε ότι όταν ένα φάρμακο δεν επιλύει όλα τα προβλήματα - ή όταν εμφανίζονται νέα - οι γονείς και οι γιατροί μπορεί να σπεύσουν να προσθέσουν επιπλέον φάρμακα αντί να βασιστούν σε μη φαρμακευτικές λύσεις. Και τα φάρμακα για ΔΕΠΥ μπορεί να έχουν παρενέργειες, συμπεριλαμβανομένης της αϋπνίας, που οι γιατροί μερικές φορές αντιμετωπίζουν με πρόσθετες συνταγές.
Νέες επιλογές ψυχιατρικών φαρμάκων άρχισαν να κατακλύζουν την αγορά τη δεκαετία του 1980, με την εισαγωγή αντιψυχωσικών δεύτερης γενιάς και νέων κατηγοριών αντικαταθλιπτικών γνωστών ως εκλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης. Μια άλλη κατηγορία, οι αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης και νορεπινεφρίνης, ήρθε τη δεκαετία του 1990.
Μια πανεθνική μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2006 εξέτασε τα αρχεία των επισκέψεων σε ιατρεία από άτομα ηλικίας κάτω των 20 ετών και διαπίστωσε απότομη αύξηση των επισκέψεων σε ιατρεία που αφορούσαν τη συνταγογράφηση αντιψυχωσικών φαρμάκων - σε 1,2 εκατομμύρια το 2002 από 200.000 το 1993. Τα φάρμακα συνταγογραφούνταν όλο και περισσότερο σε συνδυασμούς, ιδίως μεταξύ παιδιών από οικογένειες με χαμηλό εισόδημα. Μεταξύ του 2004 και του 2008, μια εθνική μελέτη για παιδιά που ήταν εγγεγραμμένα στο Medicaid διαπίστωσε ότι το 85% των ασθενών που έπαιρναν ένα αντιψυχωσικό φάρμακο συνταγογραφούνταν και με ένα δεύτερο φάρμακο, με τα υψηλότερα ποσοστά μεταξύ των νέων με αναπηρία και εκείνων που βρίσκονταν σε ανάδοχη οικογένεια.
Επιπλέον, «τα φάρμακα δεν λειτουργούν τόσο καλά», δήλωσε ο δρ Robert Hilt, ψυχίατρος στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον. Σημείωσε ότι οι μελέτες έχουν δείξει μόνο μέτρια οφέλη για ορισμένες από τις κύριες κατηγορίες φαρμάκων, συμπεριλαμβανομένων των αντικαταθλιπτικών, που συνταγογραφούνται στους εφήβους.
Ο δρ Τζόσουα Γκόρντον, διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγείας, δήλωσε ότι οι γιατροί συχνά «πασχίζουν να βοηθήσουν ένα παιδί που βρίσκεται στο ιατρείο τους», αλλά ότι η έλλειψη σαφών στοιχείων σχετικά με το ποια φάρμακα θα είχαν αποτέλεσμα οδηγεί σε εικασίες και συνταγογράφηση πολλαπλών φαρμάκων. «Ο λόγος για τον οποίο τα παιδιά καταλήγουν σε πολλαπλά φάρμακα είναι επειδή δεν έχουμε τα φάρμακα που πραγματικά λειτουργούν γι' αυτά », είπε. «Όλα αυτά υποδηλώνουν ότι χρειαζόμαστε περισσότερη έρευνα».
Παρ' όλα αυτά, πολλοί ειδικοί τόνισαν ότι η σωστή χρήση των σωστών φαρμάκων μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στη σταθεροποίηση ενός εφήβου που είναι κλινικά νευρικός ή καταθλιπτικός, με τάσεις αυτοτραυματισμού, αυτοκτονίας και απροσεξίας.
«Η φαρμακευτική αγωγή είναι σημαντική», δήλωσε η Dr. Stephanie Kennebeck, παιδίατρος στα επείγοντα περιστατικά στο Νοσοκομείο Παίδων του Σινσινάτι, η οποία έχει μελετήσει θεραπευτικές προσεγγίσεις σε αυτοκτονικές παρορμήσεις. Επίσης ζωτικής σημασίας, είπε, είναι «να γνωρίζουμε ότι η φαρμακευτική αγωγή έχει τους περιορισμούς της. Η θεραπεία είναι ο ακρογωνιαίος λίθος σε αυτό που προσπαθούμε να εισάγουμε τα παιδιά».
Η πολυφαρμακία έγινε ακόμη πιο συχνή μετά το 2013, όταν επικαιροποιήθηκε και διευρύνθηκε ο κλινικός ορισμός της ΔΕΠΥ. Προηγουμένως, το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών, το σημείο αναφοράς για τη διάγνωση χιλιάδων καταστάσεων, ανέφερε ότι η διάγνωση με ΔΕΠΥ είχε βάση, εάν ο ασθενής παρουσίαζε «κάποια υπερκινητικά-παρορμητικά συμπτώματα, η απροσεξία που προκαλούσε βλάβη».
Το 2013, αυτή η προϋπόθεση περί βλάβης καταργήθηκε, μεταξύ άλλων σημείων, και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αρχίσουν να γίνονται σημαντικά περισσότερες διαγνώσεις, σύμφωνα με ανάλυση στο επιστημονικού περιοδικού The Journal of the American Medical Association. Από το 2015 έως το 2016, το 13,1% των εφήβων ηλικίας 12 έως 17 ετών είχαν διαγνωστεί με ΔΕΠΥμ σύμφωνα με την ανάλυση του περιοδικού.
Οι περιπτώσεις πολυφαρμακίας δεν ξεκινούν πάντα με διάγνωση ΔΕΠΥ. Το περασμένο καλοκαίρι, η Τζιν, 22 ετών, η οποία προσδιορίζεται με το μεσαίο της όνομα για να προστατευθεί η ιδιωτική της ζωή, έγινε όλο και πιο ταραγμένη και καταθλιπτική πριν από το τελευταίο έτος στο κολέγιο.
Μέχρι τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους έπαιρνε επτά ψυχιατρικά φάρμακα. Σε αυτά περιλαμβάνονταν η λαμοτριγίνη, ένα αντιεπιληπτικό φάρμακο που χρησιμοποιείται για τη διάθεση, η υδροξυζίνη, η γκαμπαπεντίνη και η προπρανολόλη για το άγχος, η εσκιταλοπράμη, ένα αντικαταθλιπτικό, η μιρταζαπίνη για τη θεραπεία της μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής και το ανθρακικό λίθιο, για γενικές διαταραχές της διάθεσης, αν και χρησιμοποιείται επίσης για τη θεραπεία της διπολικής διαταραχής, η οποία δεν έχει διαγνωστεί για την Τζιν.
Μέσα στον ίδιο μήνα, η Τζιν εκμυστηρεύτηκε στην ομαδική συμβουλευτική ότι πίστευε πως ενδέχεται να έχει τάσεις αυτοκτονίας. Στη συνέχεια της συνταγογραφήθηκαν τρία ακόμη φάρμακα, συμπεριλαμβανομένης της κουετιαπίνης, ενός αντιψυχωσικού που χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της σχιζοφρένειας, μεταξύ άλλων διαταραχών.
Όταν η Τζιν πήγε στο φαρμακείο για να παραλάβει το σύνολο των φαρμάκων, ο φαρμακοποιός βγήκε πίσω από τον πάγκο. «Είσαι σίγουρη;» τη ρώτησε ο φαρμακοποιός, σύμφωνα με τους γονείς του Jean. «Είναι όλα αυτά για σένα;»
Ορισμένοι ειδικοί σε θέματα υγείας ανησυχούν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, τα ψυχιατρικά φάρμακα συνταγογραφούνται για να αμβλύνουν την αγωνία που αποτελεί μέρος της εφηβείας. Το αποτέλεσμα είναι η φαρμακευτική προσέγγιση της εφηβείας, δήλωσε ο Δρ. Ζίτο, από το Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ. «Είναι ανεξέλεγκτη», είπε.
Μια νέα προοπτική
Τον Οκτώβριο του 2021, οι γιατροί ανακάλυψαν καρκίνο στον θυρεοειδή της Σμιθ. Η χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση του όγκου είχε προγραμματιστεί για τον περασμένο Απρίλιο.
Κατά τη διάρκεια του χειμώνα, βρήκε έναν νέο ψυχίατρο, ο οποίος, όπως είπε η Σμιθ, μπορούσε να αφιερώσει περισσότερο χρόνο μαζί της από ό,τι μπορούσε να κάνει ο ψυχίατρός της στο New Horizon.
Υπό τη φροντίδα του νέου ψυχιάτρου, άρχισε να μειώνει τη φαρμακευτική αγωγή που της είχε συνταγογραφηθεί προηγουμένως. Πριν τη χειρουργική επέμβαση, έπαιρνε δύο καθημερινά ψυχιατρικά φάρμακα, ένα για τη ΔΕΠΥ και ένα για την κατάθλιψη, και επίσης έπαιρνε ένα χάπι κατά του άγχους μία φορά την εβδομάδα περίπου, όταν τα συμπτώματα αναζωπυρώνονταν.
Ο νέος της ψυχίατρος της είπε ότι τα φάρμακα δεν μπορούσαν να κάνουν πολλά. «Βοηθούν με το παράλογο άγχος και την κατάθλιψη», θυμάται η Σμιθ να της λέει νέος γιατρός. «Η λήψη αντικαταθλιπτικών δεν πρόκειται να σας κάνει λιγότερο λυπημένη αν κάποιος δικός σας πεθάνει», σχολίασε χαρακτηριστικά.
Η χειρουργική επέμβαση στον θυρεοειδή τον Απρίλιο ήταν επιτυχής. Μέχρι τα μέσα του καλοκαιριού, ένιωθε πιο συχνά ευτυχισμένη. «Νομίζω ότι η φαρμακευτική αγωγή λειτουργεί» και αναφέρθηκε στην «εσωτερική δουλειά», την αυτοκριτική και τη διάγνωση του καρκίνου. «Μου άνοιξε τα μάτια», είπε. «Τα πράγματα που νομίζεις ότι είναι πολύ σημαντικά, απλά εξαφανίζονται». Ο ορισμός της επιτυχίας της έχει επίσης αλλάξει. Ενώ κάποτε σκεφτόταν να γίνει γιατρός ή δικηγόρος «ή κάτι τέτοιο», τώρα εργάζεται σε φυτώριο και κάνει αίτηση σε ένα τετραετές κολέγιο με κατεύθυνση τις περιβαλλοντικές επιστήμες και τις επιστήμες άγριας ζωής.
«Μου αρέσει να δουλεύω με τα χέρια μου», είπε η Σμιθ. «Δεν θέλω να εργάζομαι σε ένα γραφείο και σκέφτηκα πως αυτό θα έπρεπε να κάνω. Δεν είμαι το ίδιο άτομο που ήμουν πριν από ένα χρόνο».
Με στοιχεία από New York Times