Δεκάδες εκατομμύρια μετανάστες και πρόσφυγες ενδέχεται να στερηθούν τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού από το παγκόσμιο πρόγραμμα COVAX, επειδή ορισμένες φαρμακοβιομηχανίες ανησυχούν για αγωγές, που μπορεί να προκύψουν λόγω παρενεργειών.
Όπως αποκαλύπτουν αξιωματούχοι αλλά και εσωτερικά έγγραφα της Gavi, της φιλανθρωπικής οργάνωσης που διαχειρίζεται το πρόγραμμα, σχεδόν δύο χρόνια μετά την πανδημία που έχει ήδη στοιχίσει τη ζωή σε περισσότερους από 5 εκατομμύρια ανθρώπους, μόνο το 7% περίπου των ανθρώπων σε χώρες χαμηλού εισοδήματος έχει λάβει μια δόση του εμβολίου.
Οι παραδόσεις εμβολίων σε όλο τον κόσμο έχουν καθυστερήσει λόγω προβλημάτων στην παραγωγή, τη συσσώρευση εμβολίων στις πλούσιες χώρες, τους περιορισμούς στις εξαγωγές αλλά και για λόγους γραφειοκρατίας. Πολλά προγράμματα επίσης βρίσκουν εμπόδια λόγω του δισταγμού πολλών να εμβολιαστούν.
Οι νομικές ανησυχίες ωστόσο, είναι ένα πρόσθετο εμπόδιο για τους αξιωματούχους δημόσιας υγείας που αντιμετωπίζουν τον κορωνοϊό - ακόμη και με δεδομένο ότι τα μη εμβολιασμένα άτομα προσφέρουν ένα ιδανικό περιβάλλον για τις μεταλλάξεις, που απειλούν την παγκόσμια ανοσία, όπως λένε οι ιθύνοντες.
Πολλοί κατασκευαστές εμβολίων κατά της COVID-19 έχουν ζητήσει από τις χώρες νομική εξασφάλιση για τυχόν ευθύνες σχετικά με τις πιθανές παρενέργειες από τα εμβόλια, όπως εξηγούν τα Ηνωμένα Έθνη. Όπου όμως δεν υπάρχει κυβερνητικός έλεγχος, αυτό δεν είναι δυνατό.
Το ζήτημα αυτό ωστόσο επηρεάζει εκατομμύρια ανθρώπους - όπως οι πληθυσμοί που εκτοπίστηκαν από τις κρίσεις της Μιανμάρ, του Αφγανιστάν και της Αιθιοπίας, οι οποίοι είναι πέρα από την εμβέλεια των προγραμμάτων εμβολιασμού των εθνικών κυβερνήσεων.
Για τους πρόσφυγες, τους μετανάστες και τους αιτούντες άσυλο, καθώς και για άτομα που έχουν πληγεί από φυσικές καταστροφές ή άλλα γεγονότα που τους κρατούν μακριά από την κρατική βοήθεια, το παγκόσμιο πρόγραμμα γνωστό ως COVAX δημιούργησε ένα ανθρωπιστικό απόθεμα έσχατης ανάγκης για τους εμβολιασμούς, τους οποίους διαχειρίζονται ανθρωπιστικές ομάδες.
Η Gavi, η συμμαχία για τα εμβόλια, είναι μια σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα που ιδρύθηκε το 2000 για την προώθηση του εμβολιασμού σε όλο τον κόσμο, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση το απόθεμα αυτό δεν έχει κανένα μηχανισμό για να προσφέρει αποζημίωση.
Η Gavi, η οποία διαχειρίζεται το COVAX με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), αναφέρει πως οι ΜΚΟ που ζητούν εμβόλια δεν μπορούν να αντέξουν το βάρος του νομικού κόστους. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι παραδόσεις από αυτό το απόθεμα μπορούν να γίνουν μόνο εάν οι κατασκευαστές εμβολίων αποδεχθούν την ευθύνη για τυχόν παρενέργειες.
Περισσότερα από τα δύο τρίτα των δόσεων του COVAX προέρχονται από την Pfizer και τον συνεργάτη της BioNTech, την AstraZeneca και τη Moderna συμφωνα με την Gavi. Η Moderna αρνήθηκε να σχολιάσει. Η AstraZeneca και η Pfizer δήλωσαν ότι βρίσκονται σε συνομιλίες με την Gavi, αλλά αρνήθηκαν να σχολιάσουν περαιτέρω. Και οι τρεις δήλωσαν ότι έχουν δεσμευτεί να διαθέσουν δόσεις σε φτωχότερες χώρες σε σχετικά χαμηλές τιμές.
Η Pfizer ανακοίνωσε πως συνεργάζεται απευθείας με τις κυβερνήσεις της Ιορδανίας και του Λιβάνου για να δωρίσει δόσεις για τους πρόσφυγες. Ωστόσο, κυρίως λόγω της ανησυχίας για το νομικό σκέλος, μέχρι στιγμής έχουν σταλεί από το απόθεμα λιγότερες από 2 εκατομμύρια δόσεις σύμφωνα με την Gavi.
Περίπου 167 εκατομμύρια άνθρωποι όμως, κινδυνεύουν να αποκλειστούν από εθνικά προγράμματα εμβολιασμού, σύμφωνα με στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών, που παραθέτουν τα έγγραφα. Εάν οι φαρμακοβιομηχανίες δεν αποδεχθούν τη νομική ευθύνη, «η πρόσβαση σε εμβόλια για ορισμένους πληθυσμούς θα παραμείνει πρόκληση», αναφέρουν τα έγγραφα της Gavi.
Και οι νέες κρίσεις θα δημιουργήσουν πρόσθετη ζήτηση για την κάλυψη των εκτοπισμένων πληθυσμών.
Η απροθυμία όμως των κατασκευαστών εμβολίων να αναλάβουν τους νομικούς κινδύνους είναι «ένα σημαντικό εμπόδιο» στις προσπάθειες παροχής εμβολίων, δήλωσε στο Reuters εκπρόσωπος της Gavi.
Η Gavi δεν σχολίασε τις λεπτομέρειες των εγγράφων, αλλά τόνισε ότι οι αιτήσεις για εμβόλια είναι εμπιστευτικές μέχρι να παραδοθούν οι δόσεις.
Τον Σεπτέμβριο, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Gavi, Σεθ Μπέρκλεϊ, έκανε μέσω Twitter μια έκκληση προς τις εταιρείες να παραιτηθούν από τις απαιτήσεις τους για νομική αποζημίωση. Τρεις κινεζικές φαρμακοβιομηχανίες συμφώνησαν να επωμιστούν νομικούς κινδύνους όταν χορηγηθούν οι δόσεις των εμβολίων τους μέσω του αποθέματος. Σύμφωνα με τα έγγραφα της Gavi πρόκειται για τις SinoVac Biotech, Sinopharm Group και Clover Biopharmaceuticals.
Η αμερικανική Johnson & Johnson επιβεβαίωσε ότι θα παραιτηθεί από το αίτημα νομικής «κάλυψης». «Είμαστε περήφανοι που συμμετέχουμε σε αυτήν την προσπάθεια για την προστασία των πιο ευάλωτων ανθρώπων του κόσμου», δήλωσε ο Paul Stoffels, αντιπρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής και Επιστημονικός Υπεύθυνος της εταιρείας χωρίς να δώσει περαιτέρω λεπτομέρειες.
Ωστόσο, λιγότερο από το ένα τρίτο των προμηθειών της COVAX προέρχεται από αυτές τις τέσσερις εταιρείες, σύμφωνα με τα στοιχεία της ίδιας (COVAX). Το εμβόλιο της Clover δεν έχει ακόμη εγκριθεί, επομένως δεν χορηγείται. Η παγκόσμια ένωση φαρμακοβιομηχανιών, η Διεθνής Ομοσπονδία Φαρμακευτικών Κατασκευαστών και Ενώσεων (IFPMA), δήλωσε ότι «καμία εταιρεία δεν αρνήθηκε να εξετάσει» την ανάληψη του νομικού κινδύνου.
Ωστόσο, στην περίπτωση των εμβολίων που χορηγήθηκαν από το απόθεμα αυτό, ανέφερε ότι ορισμένες εταιρείες πιστεύουν ότι δεν μπορούσαν να παράσχουν πληροφορίες για το πού και πώς θα χρησιμοποιηθούν τα εμβόλια.
Η συνεχής παρακολούθηση των εμβολίων για την τήρηση της ασφάλειάς του στους προσφυγικούς καταυλισμούς είναι δύσκολη υπόθεση και η παράδοση είναι πολύ απαιτητική από υλικοτεχνικής άποψης και ποικίλει ανάλογα του τύπου του εμβολίου, δήλωσε η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Φαρμακευτικών Βιομηχανιών και Ενώσεων (EFPIA), η οποία αντιπροσωπεύει μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες στην Ευρώπη.
Οι άνθρωποι μπορεί να κατηγορήσουν τα εμβόλια για προβλήματα που προκύπτουν στο μέλλον, ακόμη και για περιπτώσεις που δεν σχετίζονται με αυτά, ανέφερε. «Αυτό θα μπορούσε στη συνέχεια να οδηγήσει σε έναν αυξημένο αριθμό δικαστικών υποθέσεων κατά τις οποίες η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του εμβολίου θα αμφισβητηθεί δημόσια», ανέφερε σε δήλωση στο Reuters. Αυτό μπορεί να οδηγήσει με τη σειρά του, σε αυξημένη διστακτικότητα απέναντι στον εμβολιασμό και πιο αργή ανάκαμψη από την πανδημία, πρόσθεσε.
Μέχρι στιγμής, υπάρχουν ελάχιστες πληροφορίες σχετικά με τις διαφορές των εμβολίων για τον COVID, αλλά οι αξιώσεις που γίνονται σε προγράμματα εξωδικαστικής αποζημίωσης αποτελούν ένα μέτρο του κινδύνου.
Σύμφωνα με δημόσια έγγραφα, ένα πρόγραμμα στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχει πληρώσει μέχρι στιγμής. Αντίστοιχα, στην Ευρώπη, έχουν δοθεί ορισμένες αποζημιώσεις- άγνωστα χρηματικά ποσά, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία από τη Δανία, τη Γερμανία, τη Νορβηγία και την Ελβετία.
Παγκοσμίως, έχουν αναφερθεί λίγες λοιμώξεις από COVID σε πρόσφυγες, μετανάστες και αιτούντες άσυλο, αλλά οι συνθήκες διαβίωσης και η φτωχή υγειονομική περίθαλψη τους εκθέτουν σε υψηλό κίνδυνο μόλυνσης. Αυτό, σε συνδυασμό με τα χαμηλά επίπεδα εμβολιασμού σε έναν μετακινούμενο πληθυσμό θα μπορούσε να ευνοήσει την εμφάνιση νέων μεταλλάξεων και να αποτελέσει φορέα μόλυνσης, δήλωσε η Mireille Lembwadio, Παγκόσμιος Συντονιστής Εμβολιασμού στον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης (IOM). «Το να τους αφήσουμε χωρίς εμβολιασμούς θα μπορούσε να βοηθήσει στην εξάπλωση του ιού και των μεταλλάξεων σε όλο τον κόσμο», είπε.
Ο Francois Nosten, ένας Γάλλος καθηγητής που βοηθά στον συντονισμό της υγειονομικής περίθαλψης για άτομα από τη Μιανμάρ που ζουν στα σύνορα με την Ταϊλάνδη, είναι ένας από αυτούς που περιμένουν εμβόλια.
Τον Ιούνιο, υπέβαλε αίτημα μέσω του ανθρωπιστικού αποθέματος της COVAX για 70.000 δόσεις. Μερικές για ορισμένους από τους 90.000 περίπου, που βρίσκονται σε καταυλισμούς κατά μήκος των συνόρων, αλλά τις περισσότερες για μη εγγεγραμμένους μετανάστες στη συνοριακή πόλη Mae Sot και σε κοντινά χωριά.
Ο Nosten, του οποίου το κύριο έργο είναι η έρευνα για την ελονοσία, αναμένει τις δόσεις αυτόν τον μήνα. Του είπαν ότι θα προέρχονται από τη Sinopharm και ελπίζει ότι μπορούν να βοηθήσουν στον εμβολιασμό βασικών ομάδων κινδύνου στην επαρχία Tak της Ταϊλάνδης. Περίπου 20.000 δόσεις θα παραδοθούν σε ανθρώπους στους καταυλισμούς από τη Διεθνή Επιτροπή Διάσωσης (IRC), μια ανθρωπιστική ομάδα που συνεργάζεται με τον Nosten.
Το φιλανθρωπικό ίδρυμα του Nosten, Border Health Foundation (BHF), είναι ένας από τους οκτώ οργανισμούς παγκοσμίως που έχουν υποβάλει αίτηση για τη διανομή των βολών από το Humanitarian Buffer και ένας από τους τρεις που θα λάβει έγκριση σύμφωνα με την Gavi.
Η Ann Burton, Επικεφαλής Δημόσιας Υγείας στην Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, είπε ότι το ζήτημα της ευθύνης ήταν ένας λόγος που οι υπηρεσίες άργησαν να υποβάλουν αίτηση. Το πρόγραμμα έχει επίσης καθυστερήσει λόγω της γενικής έλλειψης εμβολίων και των διοικητικών εμποδίων.
Οι οργανισμοί που υποβάλλουν αίτηση για προμήθειες από το απόθεμα δεν μπορούν να επιλέξουν ποια εμβόλια θα λάβουν. Ωστόσο, ο Nosten είπε ότι θα ήταν πιο βολικό να τους χορηγηθεί το εμβόλιο Johnson & Johnson, το οποίο προσφέρει προστασία μετά από μία δόση αντί για τις δύο δόσεις που απαιτούνται για το Sinopharm.
Περισσότερες από 100 εθνικές κυβερνήσεις έχουν υποσχεθεί να προσφέρουν εμβόλια όπου είναι δυνατόν σε όλους τους εκτοπισμένους στο έδαφός τους, σύμφωνα με τον ΔΟΜ. Ωστόσο, η ομάδα του ΟΗΕ λέει ότι οι μετανάστες και οι πρόσφυγες συχνά ουσιαστικά αποκλείονται από τέτοια προγράμματα λόγω διοικητικών ή πολιτιστικών εμποδίων.
Σε περιπτώσεις όπου οι κυβερνήσεις δεν είναι υπεύθυνες ή δεν έχουν συμφωνήσει να εμβολιάσουν τους μετανάστες, το Humanitarian Buffer της COVAX είναι η μόνη επιλογή. Τουλάχιστον 40 χώρες δεν έχουν ακόμη συμπεριλάβει μετανάστες στα προγράμματα εμβολιασμού τους, σύμφωνα με τον ΔΟΜ. Οι χώρες όμως δεν κατονομάζονται.
Η Gavi δημιούργησε το απόθεμα τον Μάρτιο του 2021, σχεδιάζοντας να κρατήσει έως και το 5% των δόσεων των εμβολίων όταν διατεθούν. Η νομική ανησυχία των φαρμακοβιομηχανιών έχει τις ρίζες της στην άνευ προηγουμένου ταχύτητα της προσπάθειας ανάπτυξης των εμβολίων για την COVID, ανέφερε η EFPIA.
Σε κανονικές συνθήκες, οι φαρμακοβιομηχανίες αγοράζουν στα συμβόλαιά τους και την ασφάλεια, προκειμένου να καλύψουν την ευθύνη για πιθανές αρνητικές επιπτώσεις των εμβολίων. Αλλά ο COVID τις ανάγκασε να αναπτύξουν φάρμακα τόσο γρήγορα που ορισμένες παρενέργειες, για παράδειγμα, μια σπάνια πάθηση πήξης του αίματος σε ορισμένους από αυτούς που έλαβαν το εμβόλιο AstraZeneca, εμφανίζονται καθώς έχουν ήδη γίνει αρκετές δόσεις.
Πολλές κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμοί έχουν δημιουργήσει συστήματα αποζημίωσης για τα θύματα και την αποφυγή μακροχρόνιων δικαστικών διενέξεων. Νόμος έκτακτης ανάγκης που επικαλείται η κυβέρνηση των ΗΠΑ παρέχει νομική ασυλία στις φαρμακευτικές εταιρείες για παρενέργειες από τα εμβόλια τους για τον COVID-19, που χρησιμοποιούνται στη χώρα. Η μόνη εξαίρεση είναι για περιπτώσεις «εσκεμμένου παραπτώματος».
Για τις φαρμακευτικές εταιρείες, η αποδοχή πιθανής ευθύνης αντιβαίνει στην τυπική πρακτική. «Οι κατασκευαστές εμβολίων προσπαθούν να ελαχιστοποιήσουν τους νομικούς κινδύνους σχεδόν σε κάθε περιβάλλον», δήλωσε ο John T. Monahan, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Georgetown. «Ο ιδανικός κανόνας είναι η πλήρης ασυλία από αγωγές».
Με πληροφορίες του Reuters