Ευρωπαϊκή Ένωση και ο Καναδάς υπέγραψαν σήμερα στις Βρυξέλλες και επίσημα τη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου CETA, η υπογραφή της οποίας είχε καθυστερήσει τρεις ημέρες λόγω εσωτερικών διαφωνιών στο Βέλγιο, κάτι που καθιστά αβέβαιο το επόμενο στάδιο: την υποχρεωτική επικύρωσή της από καθένα από τα κοινοβούλια των χωρών της Ένωσης.
Η CETA, που θα καταργήσει το 99% των τελωνειακών δασμών ανάμεσα στην ΕΕ και στην Οτάβα, θα τεθεί σε προσωρινή και μερική εφαρμογή από τη στιγμή που θα επικυρωθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το κοινοβούλιο του Καναδά τους επόμενους μήνες.
Στη συνέχεια θα πρέπει να εγκριθεί από το σύνολο των εθνικών και περιφερειακών κοινοβουλίων της ΕΕ προκειμένου να καταστεί οριστική.
Η CETA, που έχει σκοπό κυρίως την κατάργηση των τελωνειακών δασμών με μια φιλική χώρα, η οποία αντιπροσωπεύει το 1,6% των εισαγωγών και το 2,0% των εξαγωγών της, βρέθηκε αντιμέτωπη τις τελευταίες ημέρες με μια πολιτική διαμάχη και μια δραματοποίηση διακυβευμάτων που περιέβαλαν την υπογραφή της.
Όλα ξεκίνησαν από το Βέλγιο, πιο συγκεκριμένα από μία περιοχή του Βελγίου, τη γαλλόφωνη Βαλονία (3,6 εκατομμύρια κάτοικοι), το Κοινοβούλιο της οποίας αρνήθηκε να εγκρίνει τη CETA.
Ελλείψει βελγικής ομοφωνίας ήταν αδύνατο να εξασφαλιστεί η συμφωνία της ΕΕ, η οποία είδε την αξιοπιστία της να κλονίζεται. Αν "η Ευρώπη είναι ανίκανη να υπογράψει μια προοδευτική εμπορική συμφωνία με μια χώρα όπως ο Καναδάς, με ποιον σκέπτεται η Ευρώπη να έχει συναλλαγές στα χρόνια που έρχονται;" δήλωσε ο Τζάστιν Τριντό.
Οι Βαλόνοι, που έγιναν ο δίαυλος των αντιτιθέμενων στη CETA, ανησυχούσαν για τις επιπτώσεις της συνθήκης στον αγροτικό τους τομέα. Η μεγαλύτερη ανησυχία τους ήταν το ενδεχόμενο μια πολυεθνική να επιτεθεί σε ένα κράτος που υιοθετεί μια δημόσια πολιτική αντίθετη στα συμφέροντά της.
Δεν υπάρχει περίπτωση να αφήσουμε ένα ιδιωτικό δικαστήριο να διαιτητεύει σε αυτές τις διαφορές, επανέλαβαν οι Βαλόνοι που τάσσονταν κατά της CETA, απαιτώντας εγγυήσεις, χωρίς τις οποίες δεν θα έδιναν λευκή επιταγή στην ομοσπονδιακή βελγική κυβέρνηση.
Η αργοπορία των "διαβουλεύσεων" είχε ως αποτέλεσμα να ακυρωθεί η πρώτη σύνοδος κορυφής που επρόκειτο να διεξαχθεί την Πέμπτη στις Βρυξέλλες.
Τελικά, το μεσημέρι της Πέμπτης επιτεύχθηκε ένας βελγικός συμβιβασμός: δηλώσεις που επαναλάμβαναν όρους που είχαν ήδη περιληφθεί στη συνθήκη, πρόοδοι στον τρόπο διορισμού των δικαστών του διαιτητικού δικαστηρίου, και η ανακοίνωση από το Βέλγιο ότι θα ζητήσει από το Δικαστήριο της ΕΕ (CJUE) να αποφανθεί για τη συμβατότητα του δικαστηρίου αυτού με το ευρωπαϊκό δίκαιο.
"Η ουσία της συνθήκης δεν άλλαξε καθόλου", επέμεινε σήμερα ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ.
Μετά την επίτευξη της "διαβελγικής" συμφωνίας, αρκούσαν μερικές ώρες την Παρασκευή προκειμένου η ΕΕ να πάρει το πράσινο φως των 27 υπόλοιπων κρατών-μελών και στη συνέχεια να διοργανώσει τη σημερινή, νέα σύνοδο κορυφής.
Η συνθήκη θα πρέπει τώρα να επικυρωθεί από το ευρωπαϊκό και το καναδικό κοινοβούλιο προτού τεθεί σε προσωρινή και μερική εφαρμογή.
Στη συνέχεια η ΕΕ θα πρέπει να περάσει άλλο ένα "βουνό": την υποχρεωτική επικύρωσή της από τα εθνικά και περιφερειακά κοινοβούλια των κρατών-μελών της ώστε να καταστεί οριστική. Ένα έργο που, υπό το φως του βελγικού ψυχοδράματος, προμηνύεται δύσκολο, σημειώνει το Γαλλικό Πρακτορείο.
"Η μεγάλη πλειονότητα των ευρωπαϊκών λαών τάσσεται υπέρ των ελεύθερων ανταλλαγών", εκτίμησε η Ευρωπαία Επίτροπος Εμπορίου Σεσίλια Μάλστρεμ.
"Πρέπει να δεσμευθούμε από την αρχή με τους πολίτες για να εξηγήσουμε, να ακούσουμε τις ανησυχίες τους, να τους οδηγήσουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να διασφαλίσουμε ότι υπάρχει μεγαλύτερη διαφάνεια και εμπλοκή", παραδέχθηκε ωστόσο.
Η CETA είναι "μια σύγχρονη και προοδευτική συμφωνία, που ανοίγει την πόρτα σε νέες ευκαιρίες, προστατεύοντας ταυτόχρονα τα σημαντικά συμφέροντα", δήλωσε από την πλευρά του την Παρασκευή ο Ρόμπερτ Φίτσο, πρωθυπουργός της Σλοβακίας, που ασκεί την εναλλασσόμενη προεδρία της ΕΕ.
Μπορεί να "ορίσει τον δρόμο που θα ακολουθήσουμε στις εμπορικές συμφωνίες στο μέλλον", είπε, καθώς μια άλλη διατλαντική συμφωνία, πολύ πιο φιλόδοξη αλλά ακόμη περισσότερο αμφισβητούμενη, η TTIP (ή Tafta) βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
σχόλια