Στην υπόθεση των παρακολουθήσεων με λογισμικό από το Ισραήλ αναφέρεται σημερινό δημοσίευμα της ισραηλινής εφημερίδας Haaretz, σύμφωνα με την οποία πράκτορες ταξίδευαν στην Ελλάδα για να εκπαιδευτούν στη χρήση λογισμικών κατασκοπείας.
Σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα, προηγμένος εξοπλισμός παρακολούθησης, «που αναπτύχθηκε από εταιρεία που ελέγχεται από τον πρώην διοικητή της τεχνολογικής μονάδας των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών», πωλήθηκε πέρυσι στην κυβέρνηση του Μπαγκλαντές, παρότι το Μπαγκλαντές δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο του Ισραήλ με τις χώρες στις οποίες επιτρέπει την πώληση τέτοιας τεχνολογίας - και «παρά σταθερά κακό ιστορικό του για τα ανθρώπινα δικαιώματα.»
Ο εξοπλισμός, ο οποίος χρησιμοποιείται για την υποκλοπή της δραστηριότητας σε κινητά τηλέφωνα και το σερφάρισμα στο διαδίκτυο, πωλήθηκε στο Εθνικό Κέντρο Παρακολούθησης Τηλεπικοινωνιών (NTMC), έναν βραχίονα του Υπουργείου Εσωτερικών του Μπαγκλαντές που είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης στο εσωτερικό της χώρας, καθώς και για τη διαδικτυακή λογοκρισία και την παρακολούθηση πολιτών, σύμφωνα με την ισραηλινή εφημερίδα.
Το Μπαγκλαντές είναι η τρίτη μεγαλύτερη μουσουλμανική χώρα στον κόσμο και δεν αναγνωρίζει το Ισραήλ. Οι δύο χώρες δεν έχουν καν διπλωματικές σχέσεις και μέχρι το 2021, όλα τα διαβατήρια του Μπαγκλαντές έγραφαν «Αυτό το διαβατήριο ισχύει για όλες τις χώρες του κόσμου εκτός από το Ισραήλ».
Η Passitora, εταιρεία με έδρα την Κύπρο, ελέγχεται από τον ισραηλινό επιχειρηματία και πρώην διοικητή των μυστικών υπηρεσιών Ταλ Ντίλιαν. Με την προηγούμενη επωνυμία WiSpear, είχε εμπλακεί στο σκάνδαλο που «ξεκίνησε με μια επαίσχυντη συνέντευξη που έδωσε ο Ντίλιαν στο Forbes, στην οποία αποκάλυψε την ύπαρξη του συστήματος SpearHead, με ένα φορτηγάκι με εξοπλισμό παρακολούθησης και λογισμικό εντοπισμού, το οποίο συλλέγει δεδομένα από κινητά τηλέφωνα σε ακτίνα περίπου μισού χιλιομέτρου, μέσω δικτύων κινητής τηλεφωνίας και Wi-Fi, συμπεριλαμβανομένων κρυπτογραφημένων μηνυμάτων WhatsApp, συνομιλιών στο Facebook, λίστες επαφών, κλήσεων και μηνυμάτων». Μια παρουσίαση για το WiSpear υποστηρίζει ότι το σύστημα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εισαγωγή κατασκοπευτικού λογισμικού σε υπολογιστές και κινητά τηλέφωνα εντός της εμβέλειάς του.» σχολιάζει η εφημερίδα.
Στο τέλος οι κατηγορίες κατά του Ντίλιαν κατέπεσαν, αλλά η WiSpear δέχθηκε πρόστιμο ενός εκατομμυρίου ευρώ, για την «παράνομη εξαγωγή δεδομένων» από συσκευές στο αεροδρόμιο της Λάρνακας.
Αρχεία εξαγωγών που επικαλείται η εφημερίδα, δείχνουν πως τον Ιούνιο του 2022, ένα σύστημα SpearHead παραδόθηκε μέσω Ελβετίας στο Μπαγκλαντές, στην πρωτεύουσα Ντάκα. Ο προμηθευτής ήταν η Passitora και αγοραστείς η NTMC. Το φορτίο ζύγιζε 991 κιλά, μαζί με το σύστημα υποκλοπής, το λειτουργικό σύστημα και τα ηλεκτρονικά συστήματα (σέρβερς, δίσκοι, οθόνες κ.λπ.), και κόστισε 5,7 εκατομμύρια δολάρια.
Τα ταξίδια στην Ελλάδα
Σύμφωνα πάντα με την εφημερίδα, τον Ιούνιο του 2021, το υπουργικό συμβούλιο του Μπαγκλαντές αποφάσισε να αγοράσει ένα κατασκοπευτικό «βανάκι» εξοπλισμένο με τεχνολογία υποκλοπών.
Επίσημα έγγραφα από το Υπουργείο Εσωτερικών του Μπαγκλαντές που επικαλείται η Haaretz αποκαλύπτουν, όπως ισχυρίζεται η εφημερίδα, «ότι ο διοικητής της NTMC και άλλοι ανώτεροι αξιωματούχοι ταξίδεψαν αεροπορικώς στην Ελλάδα το 2021 και το 2022 για να εκπαιδευτούν» στη χρήση του συγκεκριμένου κατασκοπευτικού εξοπλισμού.
Κατά το ρεπορτάζ, «ο Ντιλιάν είχε ήδη μεταφέρει τη βάση του στην Αθήνα μετά τις υποθέσεις στις οποίες είχε εμπλακεί στην Κύπρο.» Σύμφωνα με παλαιότερες αναφορές, το γραφείο είχε παραχωρήσει έναν χώρο με χαλάκια προσευχής για τις ομάδες που έρχονταν για εκπαίδευση από μουσουλμανικές χώρες όπως το Μπαγκλαντές.
Με πληροφορίες από Haaretz