Πέρασε 13 χρόνια στη φυλακή, επειδή έκανε διακίνηση ναρκωτικών για συμμορίες της Μεσογείου. Τώρα, ο Krishna Léger είναι ένας από τους πιο συναρπαστικούς σεφ της Γαλλίας, όπως τον χαρακτηρίζει ο Guardian.
Είναι σίγουρος πως είναι ο μόνος άνθρωπος που έχει βάλει λαθραία φρέσκο ψάρι στο Les Baumettes μία από τις πιο διαβόητες φυλακές της Γαλλίας. Με αυτό έφτιαξε μπουγιαμπέσα και ένας από τους συγκρατούμενούς του είπε ότι ήταν η πιο νόστιμη που έχει δοκιμάσει ποτέ. Αυτές τις ημέρες, ο Léger σερβίρει το ίδιο πιάτο την πρώτη Κυριακή κάθε μήνα στο εστιατόριό του, το Volver, έξω από την πόλη Ουζές στη νότια Γαλλία. Το 2021, δύο χρόνια αφού άνοιξε, ο Léger βραβεύθηκε με «assiette», το πρώτο σκαλοπάτι των Michelin.
Η πορεία του μέχρι εδώ είναι τουλάχιστον ιδιαίτερη. Ξεκίνησε με ένα δυστύχημα και μια καταδίκη, πέρασε από τον υπόκοσμο και πολλές φυλακές, μέχρι να αποφασίσει να αλλάξει τη ζωή του.
Το δυστύχημα
Το απόγευμα της 27ης Φεβρουαρίου του 1994, ο τότε 24 ετών πυροσβέστης, πέταξε από το Παρίσι στη Νιμ. Η σύντροφός του, Karine και ένας ακόμη φίλος τον περίμεναν στο αεροδρόμιο. Μπήκαν στο αυτοκίνητο, σταμάτησαν σε ένα μπαρ. Όταν σηκώθηκαν να φύγουν, εκείνη του ζήτησε να οδηγήσει στη μικρή διαδρομή προς το σπίτι του, επειδή φορούσε φακούς επαφής και δεν της άρεσε η οδήγηση τη νύχτα.
Παίζοντας μέσα στο αυτοκίνητο, ο ένας τους χτύπησε κατά λάθος το τιμόνι. Το αυτοκίνητο βγήκε από τον δρόμο, έπεσε σε δέντρο και ένα διερχόμενο αυτοκίνητο το χτύπησε στο πλάι. Η Karine σκοτώθηκε, ο Léger, ο φίλος του και ο οδηγός του άλλου αυτοκινήτου τραυματίστηκαν σοβαρά. Η αστυνομία τον υπέβαλε σε αλκοτέστ και διαπίστωσε ότι ήταν λίγο πάνω από το όριο.
Εκείνος τραυματίστηκε στη σπονδυλική στήλη και τον προειδοποίησαν ότι μπορεί να μην ξαναπερπατήσει. Έπειτα από αποκατάσταση έξι μηνών, τα κατάφερε. Δικαστήριο τον έκρινε ένοχο για ανθρωποκτονία και του επέβαλε ποινή φυλάκισης έξι μηνών με αναστολή. Έχασε όμως το διπλωμα οδήγησης, κάτι που σήμαινε ότι ήταν σχεδόν αδύνατο να εργαστεί. «Από εκείνη τη στιγμή, όλα κατέρρευσαν», λέει στον Guardian.
Ως πυροσβέστης είχε βραβευθεί με μετάλλια. Αυτά δεν μέτρησαν στο δικαστήριο, λέει. Κανένας δεν αναγνώρισε ότι ήταν ατύχημα, ότι ο ίδιος πενθούσε, δεν λήφθηκε υπόψη η έκκλησή του να κρατήσει το δίπλωμα οδήγησης για να συνεχίσει να δουλεύει. «Διαλύουν τη ζωή σου, σε ρίχνουν στον πάτο και σου λένε “Τώρα αντιμετώπισέ το”», περιγράφει ο 52χρονος σήμερα σεφ.
Η πρώτη φυλάκιση
Αυτή η βαθιά αίσθηση αδικίας ήταν που τον έβαλε σε ένα διαφορετικό μονοπάτι. «Επαναστάτησα, γύρισα την πλάτη μου στην κοινωνία και μέσω κάποιων γνωστών μπήκα σε ένα παράλληλο κόσμο του επαγγελματικού εγκλήματος», λέει.
Η πρώτη δουλειά που έκανε μετά το δυστύχημα ο- ύψους 1,84 μ. και με σωματοδομή μποξέρ- Léger, ήταν πορτιέρης σε κλαμπ. Ο ιδιοκτήτης ήταν με το ένα πόδι στον υπόκοσμο και με αίτημα του Léger, τον έβαλε σε αυτόν. Σύντομα, συναναστρεφόταν με τη μαφία που δραστηριοποιούνταν στην Κυανή Ακτή. Αποδείχθηκε ιδιαίτερα καλός στο να κρίνει σε ποια μπαρ έπρεπε να μπουν παράνομοι κουλοχέρηδες για να αποφέρουν τα μεγαλύτερα κέρδη.
Το 1999, έπειτα από ένα βίαιο ξεκαθάρισμα λογαριασμών ανάμεσα σε συμμορίες της Ριβιέρας, η αστυνομία έκανε έρευνα στο σπίτι του. Βρήκαν το κλειδί γκαράζ όπου υπήρχαν όπλα, κάποια από τα οποία είχαν χρησιμοποιηθεί στο ξεκαθάρισμα. Συνελήφθη και προφυλακίστηκε. Ακόμη θυμάται τι περνούσε από το μυαλό του, περιμένοντας να τον μεταφέρουν στη φυλακή. «Ξαφνικά ένιωσα το βάρος των αποφάσεων που είχα πάρει. Δεν μετάνιωνα για αυτές, αλλά συνειδητοποίησα ότι είχα παίξει το παιχνίδι και τώρα θα πλήρωνα το τίμημα».
Η διακίνηση ναρκωτικών
Κρίθηκε ένοχος για οπλοκατοχή και καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Στο μεταξύ η τότε σύντροφός του, Valérie, είχε μόλις γεννήσει την κόρη τους. Μετά την αποφυλάκισή του, βρήκε τη θέση του σε ένα νέο, πιο σοβαρό, επίπεδο εγκληματικότητας. Στη φυλακή γνώρισε εμπόρους ναρκωτικών και παρότι δεν είχε καπνίσει ποτέ μαριχουάνα, άρχισε να δουλεύει με αυτούς τους συνδέσμους. Η πρώτη αποστολή που ανέλαβε ήταν να μεταφέρει 300 κιλά κάνναβης από το Μαρόκο στην Ισπανία, με μια φουσκωτή λέμβο.
Σταδιακά «αναβαθμίστηκε» στη διακίνηση κοκαΐνης και άρχισε να βγάζει πολλά χρήματα. Μετακόμισε με την οικογένειά του σε βίλα στη Μαρμπέγια και αγόρασε μια Porsche Cayenne. Εκείνη την εποχή άρχισε να ασχολείται και με το πάθος του για το φαγητό. Πάντα του άρεσαν τα πειράματα στην κουζίνα, αλλά δεν είχε τους πόρους να τα πραγματοποιεί.
Σε αυτή τη νέα ζωή του άρεσαν τα πάντα: τα μετρητά, η κοκαΐνη, οι γυναίκες, τα κοσμήματα. Αλλά η τύχη του τελείωσε το 2003. Είχε αρχίσει να ταξιδεύει στη Νότια Αμερική για να συναντά προμηθευτές. Διέσχισε τον Ατλαντικό με ένα καταμαράν στο οποίο υπήρχε πάνω από ένας τόνος κοκαΐνη από τη Βενεζουέλα και βρισκόταν ανοιχτά του Καντίθ, στην Ισπανία. Οι αποδέκτες του φορτίου είχαν συλληφθεί και προτού μάθει ο Léger και οι δύο συνεργάτες του τι είχε συμβεί, σκάφη της αστυνομίας περικύκλωσαν το καταμαράν.
Στη δίκη που έγινε τον Φεβρουάριο του 2005 καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 14 ετών, που αργότερα μειώθηκε σε 12,5 χρόνια και του επιβλήθηκε πρόστιμο 10 εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο τεχνικά παραμένει στα βιβλία. Πέρασε από διάφορες ισπανικές φυλακές, προτού δραπετεύσει το 2009 από μία κοντά στη Μαδρίτη, δωροδοκώντας έναν σωφρονιστικό υπάλληλο.
Το σχέδιο ήταν να ανακτήσει τα μετρητά που του χρωστούσαν και το ταχύτερο δυνατό να φύγει για τη Νότια Αμερική. Η σχέση του με την Valérie δεν άντεξε, αλλά χώρισαν φιλικά. Το αποχαιρετιστήριο δώρο που της έκανε ήταν ένα σπίτι στο Σεν Τροπέ. Και προτού φύγει, ήθελε να ξαναέρθει κοντά με την 10 ετών κόρη του, Elyne.
Αλλά το πλάνο στράβωσε, κυρίως επειδή οι πρώην συνεργάτες του ήταν είτε νεκροί είτε στη φυλακή, κάτι που σήμαινε ότι δεν είχε πρόσβαση στα χρήματά του και δεν έφυγε όσο γρήγορα ήλπιζε. Τον Σεπτέμβριο του 2010 κι ενώ ήταν φυγάς για 18 μήνες, η αστυνομία τον συνέλαβε στη Ναρμπόν, κοντά στα ισπανικά σύνορα, έχοντας παρακολουθήσει το τηλέφωνό του. Ήταν σε ένα κομβόι με άλλους δύο, μεταφέροντας σχεδόν 5 κιλά κοκαΐνης από την Ισπανία στη Γαλλία.
Τιμωρήθηκε με ποινή φυλάκισης 9 ετών, η μεγαλύτερη ποινή που επιβλήθηκε στους εμπλεκόμενους και τον έστειλαν στη φυλακή Les Baumettes. Εκεί σκέφτηκε να δραπετεύσει ξανά, ένα σχέδιο που περιελάμβανε ελικόπτερο το οποίο είχε χρησιμοποιήσει για να μεταφέρει ναρκωτικά από το Μαρόκο στην Ισπανία, αλλά ο πιλότος συνελήφθη επίσης.
Η στροφή
Συνολικά, ο Léger έχει καταδικαστεί σε 21 έτη φυλάκισης, από τα οποία εξέτισε τα 13,5. Στη φυλακή το πάθος του για το φαγητό παρέμεινε ζωντανό και έκανε ότι μπορούσε με το ηλεκτρικό μάτι που είχε στο κελί του και τα είδη που μπορούσε να αγοράσει, ή αυτά που έμπαιναν λαθραία στο σωφρονιστικό κατάστημα. Παρακολουθούσε εκπομπές μαγειρικής στην τηλεόραση και σημείωνε συνταγές σε τετράδια.
Στη φυλακή αξιολόγησε τα πράγματα. Όταν μία φίλη του τον επισκέφθηκε, της εμπιστεύτηκε ότι πίστευε πως χαραμίζει τη ζωή του. Εκείνη τον ρώτησε γιατί δεν το αλλάζει αυτό. «Ακούγεται περίεργο, αλλά αυτή η πιθανότητα δεν είχε περάσει καν από το μυαλό μου», λέει. Όταν είδε στην τηλεόραση για μια σχολή μαγειρικής που βγάζει κορυφαίους σεφ, άρχισε να διαμορφώνεται ένα σχέδιο στο μυαλό του: να ανοίξει το δικό του εστιατόριο.
Αυτό δεν ήταν εύκολο. Ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του στη φυλακή, μετά έπρεπε να αποκτήσει διοικητικές δεξιότητες και γνώσεις υπολογιστών, βασικά στοιχεία για τη δημιουργία μιας επιχείρησης και τελικά να εξασφαλίσει μια θέση στη σχολή Ferrandi Paris, το Χάρβαρντ της γαλλικής γαστρονομίας. Όποτε ζητούσε άδεια να βγει από τη φυλακή για κάποια από αυτά, είτε του αρνούνταν την άδεια, είτε η απόφαση ερχόταν πολύ αργά. «Καταλαβαίνω ότι δεν είναι υποχρεωμένοι να διευκολύνουν έναν επαγγελματία εγκληματία που εκτίει 20 χρόνια και αποφασίζει πως θέλει να μαγειρέψει. Αλλά όταν θέλησα να επανενταχθώ, το μόνο που έκαναν ήταν να δημιουργούν εμπόδια».
Ευτυχώς είχε υποστηρικτές, όπως καθηγητές που τον δίδασκαν μέσα στη φυλακή. Το 2015 εξασφάλισε μια θέση στη Ferrandi, που πλήρωσε με τη βοήθεια της φίλης του. Η επιμονή του απέδωσε και με τις αρχές. Κατάφερε να τον μεταφέρουν σε φυλακή στο Παρίσι, από όπου μπορούσε να πηγαίνει στη σχολή και να επιστρέφει κάθε βράδυ.
Αποφοίτησε ανάμεσα στους κορυφαίους της τάξης του, αλλά οι 8 μήνες στη σχολή από τη μία ήταν υπέροχοι και από την άλλοι βασανιστήριο. Την ημέρα κυκλοφορούσε ελεύθερος και το βράδυ γύριζε στο κελί. «Υπήρχαν στιγμές που δεν ήξερα πλέον ποιος ήμουν». Μαζί με το δίπλωμά του, ήρθε και η απόφαση για την αποφυλάκισή του με αναστολή.
Οι καθηγητές του τον πρότειναν και μπόρεσε να βρει την πρώτη του δουλειά στην κουζίνα, στο Παρίσι. Ονειρευόταν να ανοίξει το δικό του εστιατόριο στην πρωτεύουσα, αλλά ήταν πολύ ακριβά. Μέχρι το τέλος της αναστολής του, το 2021, δεν επιτρεπόταν να πάει σε περιοχές της νότιας Γαλλίας, αλλά ζήτησε ειδική άδεια να ανοίξει μπιστρό στην Ουζές. Την εξασφάλισε, επειδή η φίλη του είχε το κτίριο στο οποίο θα στεγαζόταν η επιχείρηση. Αυτό έγινε τον Ιανουάριο του 2018, αλλά έπειτα από 9 μήνες χώρισαν.
Βρέθηκε ξανά χωρίς δουλειά και σπίτι και τεχνικά, δίχως μόνιμη διεύθυνση, παραβίαζε τους όρους της αναστολής του. Ευτυχώς, συνάντησε μια δικαστή που είδε με θετικό μάτι την περίπτωσή του. Τον διαβεβαίωσε ότι θα παραμείνει εκτός φυλακής και εκείνος άρχισε ξανά από το μηδέν.
Έπεισε τράπεζα να του δώσει δάνειο και αγόρασε το αγρόκτημα όπου τώρα βρίσκεται το Volver. Από τη στιγμή που δεν επιτρεπόταν να του ανήκει επιχείρηση στην περιοχή, άνοιξε εταιρεία με την κόρη του, Elyne, ως διευθύντρια. Αφού ξεπέρασε και το εμπόδιο της πανδημίας, τώρα σκέφτεται το επόμενο πρότζεκτ του: ένα εκπαιδευτήριο για πρώην κρατούμενους για να μάθουν τα βασικά για την εστίαση.